Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (6.19.1-6.20.1)

[6.19.1] Ἐνταῦθα ὁρμισάντων τὸ πάθημα ἐπιγίγνεται τῆς μεγάλης θαλάσσης ἡ ἄμπωτις, ὥστε ἐπὶ ξηροῦ ἀπελήφθησαν αὐτοῖς αἱ νῆες. καὶ τοῦτο οὔπω πρότερον ἐγνωκόσι τοῖς ἀμφ᾽ Ἀλέξανδρον ἔκπληξιν μὲν καὶ αὐτὸ οὐ σμικρὰν παρέσχε, πολὺ δὲ δὴ ἔτι μείζονα, ὁπότε διελθούσης τῆς ὥρας προσῄει τε τὸ ὕδωρ καὶ τὰ σκάφη ‹ἐ›μετεωρίζοντο. [6.19.2] ὅσας μὲν δὴ τῶν νεῶν ἐν τῷ πηλῷ ἑδραίας κατέλαβεν, αὗται δὲ ἀβλαβῶς τε ἐμετεωρίσθησαν καὶ οὐδὲν χαλεπὸν παθοῦσαι ἔπλεον αὖθις· ὅσαι δὲ ἐν ξηροτέρᾳ τε τῇ γῇ καὶ οὐ βεβαίως τὴν στάσιν ἔχουσαι ὑπελείφθησαν, αὗται δὲ ἀθρόου ἐπελθόντος τοῦ κύματος αἱ μὲν αὐτῶν ἐμπεσοῦσαι ἐς ἀλλήλας, αἱ δὲ πρὸς τῇ γῇ ἀρ[ρ]αχθεῖσαι συνετρίβησαν. [6.19.3] ταύτας τε οὖν ἐπεσκεύασεν Ἀλέξανδρος ἐκ τῶν παρόντων καὶ ἐν κερκούροιν δυοῖν προπέμπει κατὰ τὸν ποταμὸν τοὺς κατασκεψομένους τὴν νῆσον, ἐς ἥντινα οἱ ἐπιχώριοι ἔφασκον ὁρμιστέα εἶναι αὐτῷ κατὰ τὸν πλοῦν τὸν ἐς τὴν θάλασσαν· Κίλλουτα δὲ τῇ νήσῳ τὸ ὄνομα ἔλεγον. ὡς δὲ ἐξηγγέλθη ὅτι ὅρμοι τε ἐν τῇ νήσῳ εἰσὶ καὶ αὐτὴ μεγάλη καὶ ὕδωρ ἔχουσα, ὁ μὲν ἄλλος αὐτῷ στόλος ἐς τὴν νῆσον κατέσχεν, αὐτὸς δὲ ταῖς ἄριστα πλεούσαις τῶν νεῶν ἐπέκεινα προὐχώρει, ὡς ἀπιδεῖν τοῦ ποταμοῦ τὴν ἐκβολὴν τὴν ἐς τὴν θάλασσαν, εἰ παρέχει τὸν ἔκπλουν εὔπορον. [6.19.4] προελθόντες δὲ ἀπὸ τῆς νήσου σταδίους ὅσον διακοσίους ἀφορῶσιν ἄλλην νῆσον, ταύτην ἤδη ἐν τῇ θαλάσσῃ. τότε μὲν δὴ ἐπανῆλθον ἐς τὴν ἐν τῷ ποταμῷ νῆσον, καὶ πρὸς τοῖς ἄκροις αὐτῆς καθορμισθεὶς θύει τοῖς θεοῖς Ἀλέξανδρος ὅσοις ἔφασκεν ὅτι παρὰ τοῦ Ἄμμωνος ἐπηγγελμένον ἦν θῦσαι αὐτῷ. ἐς δὲ τὴν ὑστεραίαν κατέπλει ὡς ἐπὶ τὴν ἄλλην τὴν ἐν τῷ πόντῳ νῆσον, καὶ προσχὼν καὶ ταύτῃ ἔθυε καὶ ἐνταῦθα ἄλλας αὖ θυσίας ἄλλοις τε θεοῖς καὶ ἄλλῳ τρόπῳ· καὶ ταύτας δὲ κατ᾽ ἐπιθεσπισμὸν θύειν ‹ἔφασκε› τοῦ Ἄμμωνος. [6.19.5] αὐτὸς δὲ ὑπερβαλὼν τοῦ Ἰνδοῦ ποταμοῦ τὰς ἐκβολὰς ἐς τὸ πέλαγος ἀνέπλει, ὡς μὲν ἔλεγεν, ἀπιδεῖν εἴ πού τις χώρα πλησίον ἀνίσχει ἐν τῷ πόντῳ, ἐμοὶ δὲ δοκεῖ, οὐχ ἥκιστα ὡς πεπλευκέναι τὴν μεγάλην τὴν ἔξω Ἰνδῶν θάλασσαν. ἐνταῦθα ταύρους τε σφάξας τῷ Ποσειδῶνι ἀφῆκεν ἐς τὴν θάλασσαν καὶ σπείσας ἐπὶ τῇ θυσίᾳ τήν τε φιάλην χρυσῆν οὖσαν καὶ κρατῆρας χρυσοῦς ἐνέβαλεν ἐς τὸν πόντον χαριστήρια, εὐχόμενος σῶόν οἱ παραπέμψαι τὸν στρατὸν τὸν ναυτικόν, ὅντινα ξὺν Νεάρχῳ ἐπενόει στέλλειν ὡς ἐπὶ τὸν κόλπον τὸν Περσικὸν καὶ τὰς ἐκβολὰς τοῦ τε Εὐφράτου καὶ τοῦ Τίγρητος.
[6.20.1] Ἐπανελθὼν δὲ ὀπίσω ἐς τὰ Πάταλα τήν τε ἄκραν τετειχισμένην καταλαμβάνει καὶ Πείθωνα ξὺν τῇ στρατιᾷ ἀφιγμένον καὶ τούτῳ ξύμπαντα καταπεπραγμένα ἐφ᾽ οἷσπερ ἐστάλη. Ἡφαιστίων μὲν δὴ ἐτάχθη παρασκευάζειν τὰ πρὸς τὸν ἐκτειχισμόν τε τοῦ ναυστάθμου καὶ τῶν νεωσοίκων τὴν κατασκευήν· καὶ γὰρ καὶ ἐνταῦθα ἐπενόει στόλον ὑπολείπεσθαι νεῶν οὐκ ὀλίγων πρὸς τῇ πόλει τοῖς Πατάλοις, ἵναπερ ἐσχίζετο ὁ ποταμὸς ὁ Ἰνδός.

[6.19.1] Αφού αγκυροβόλησαν, άρχισε το φαινόμενο της μεγάλης θάλασσας, η άμπωτις, με αποτέλεσμα τα πλοία του να μείνουν στην ξηρά. Επειδή οι άνδρες του Αλεξάνδρου δεν είχαν γνωρίσει ποτέ πριν το φαινόμενο τούτο, τους προξένησε μεγάλη κατάπληξη, που έγινε μάλιστα ακόμη μεγαλύτερη, όταν με την πάροδο της ώρας το νερό ξαναγύρισε και τα πλοία σηκώθηκαν ψηλά. [6.19.2] Όσα, λοιπόν, πλοία βρήκε η άμπωτις ακίνητα στη λάσπη ανυψώθηκαν χωρίς βλάβη και έπλεαν πάλι, επειδή δεν έπαθαν κανένα κακό. Όσα όμως κάθισαν σε πιο στεγνή κοίτη και δεν είχαν ασφαλή στάση, όταν έπεσε επάνω τους το ορμητικό κύμα, τσακίσθηκαν, επειδή άλλα συγκρούσθηκαν μεταξύ τους και άλλα χτύπησαν στην κοίτη. [6.19.3] Τα πλοία, λοιπόν, αυτά επισκεύασε ο Αλέξανδρος, όπως του επέτρεπαν οι παρούσες συνθήκες, και έστειλε μπροστά δύο κερκούρους με ανθρώπους προς την κατεύθυνση του ποταμού για να εξερευνήσουν το νησί, στο οποίο του έλεγαν οι ντόπιοι ότι πρέπει να αγκυροβολήσει κατά το ταξίδι του προς τη θάλασσα. Έλεγαν επίσης ότι το νησί ονομαζόταν Κίλλουτα.
Όταν του ανήγγειλαν ότι το νησί είχε όρμους, ήταν μεγάλο και διέθετε νερό, ο υπόλοιπος στόλος του κατέπλευσε στο νησί, ενώ ο ίδιος ο Αλέξανδρος με τα πιο καλοτάξιδα πλοία προχώρησε παραπέρα, ώστε να παρατηρήσει αν η εκβολή του ποταμού στη θάλασσα παρέχει ασφαλή έξοδο στα πλοία. [6.19.4] Και αφού προχώρησαν διακόσιους περίπου σταδίους από το νησί, παρατήρησαν ένα άλλο νησί, που ήταν πλέον μέσα στη θάλασσα. Τότε, λοιπόν, επέστρεψαν στο νησί που ήταν μέσα στον ποταμό. Ο Αλέξανδρος αγκυροβόλησε κοντά σε ένα ακρωτήριο του νησιού και θυσίασε σε όσους θεούς έλεγε ότι του είχε παραγγείλει ο Άμμων να θυσιάσει. Την επόμενη μέρα κατέπλευσε στο άλλο νησί που ήταν στη θάλασσα και αφού προσορμίστηκε, θυσίαζε πάλι και εδώ άλλες θυσίες σε άλλους θεούς και με διαφορετικό τρόπο λέγοντας ότι και αυτές τις έκανε κατά παραγγελία του Άμμωνα. [6.19.5] Έπειτα προσπέρασε τις εκβολές του Ινδού ποταμού και άρχισε να πλέει ο ίδιος στο ανοιχτό πέλαγος για να παρατηρήσει, όπως έλεγε, αν υψώνεται κάπου κοντά καμιά στεριά μέσα στη θάλασσα, εγώ όμως νομίζω ότι το έκανε κυρίως για να έχει πλεύσει και στη μεγάλη θάλασσα που είναι έξω από την Ινδία. Εκεί θυσίασε ταύρους προς τιμήν του Ποσειδώνα και τους έριξε στη θάλασσα· μετά τη θυσία έκαμε σπονδή και έριξε στον πόντο το κύπελλο που ήταν χρυσό και τους χρυσούς κρατήρες ως ευχαριστήρια προσφορά ευχόμενος στον θεό να συνοδεύσει με ασφάλεια τη ναυτική του δύναμη, την οποία σκεφτόταν να στείλει με τον Νέαρχο στον Περσικό κόλπο και στις εκβολές του Ευφράτη και του Τίγρητα.
[6.20.1] Όταν επέστρεψε πίσω στα Πάταλα, βρήκε την ακρόπολη να έχει οχυρωθεί με τείχος και τον Πείθωνα να έχει φθάσει με τον στρατό του και να έχει εκτελέσει όλα εκείνα για τα οποία είχε σταλεί. Ο Ηφαιστίων, λοιπόν, διατάχθηκε να ετοιμάσει τα απαραίτητα για την οχύρωση του ναυστάθμου με τείχος και για την κατασκευή των υποστέγων. Γιατί σκεφτόταν να αφήσει στόλο πολλών πλοίων και εκεί, κοντά στην πόλη των Πατάλων, όπου ακριβώς χωριζόταν σε δύο ο Ινδός ποταμός.