Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (8.65.1-8.68.4)

[8.65.1] Οἱ δὲ ἀμφὶ τὸν Πείσανδρον παραπλέοντές τε, ὥσπερ ἐδέδοκτο, τοὺς δήμους ἐν ταῖς πόλεσι κατέλυον, καὶ ἅμα ἔστιν ἀφ᾽ ὧν χωρίων καὶ ὁπλίτας ἔχοντες σφίσιν αὐτοῖς ξυμμάχους ἦλθον ἐς τὰς Ἀθήνας. [8.65.2] καὶ καταλαμβάνουσι τὰ πλεῖστα τοῖς ἑταίροις προειργασμένα. καὶ γὰρ Ἀνδροκλέα τέ τινα τοῦ δήμου μάλιστα προεστῶτα ξυστάντες τινὲς τῶν νεωτέρων κρύφα ἀποκτείνουσιν, ὅσπερ καὶ τὸν Ἀλκιβιάδην οὐχ ἥκιστα ἐξήλασε, καὶ αὐτὸν κατ᾽ ἀμφότερα, τῆς τε δημαγωγίας ἕνεκα καὶ οἰόμενοι τῷ Ἀλκιβιάδῃ ὡς κατιόντι καὶ τὸν Τισσαφέρνην φίλον ποιήσοντι χαριεῖσθαι, μᾶλλόν τι διέφθειραν· καὶ ἄλλους τινὰς ἀνεπιτηδείους τῷ αὐτῷ τρόπῳ κρύφα ἀνήλωσαν. [8.65.3] λόγος τε ἐκ τοῦ φανεροῦ προείργαστο αὐτοῖς ὡς οὔτε μισθοφορητέον εἴη ἄλλους ἢ τοὺς στρατευομένους οὔτε μεθεκτέον τῶν πραγμάτων πλέοσιν ἢ πεντακισχιλίοις, καὶ τούτοις οἳ ἂν μάλιστα τοῖς τε χρήμασι καὶ τοῖς σώμασιν ὠφελεῖν οἷοί τε ὦσιν. [8.66.1] ἦν δὲ τοῦτο εὐπρεπὲς πρὸς τοὺς πλείους, ἐπεὶ ἕξειν γε τὴν πόλιν οἵπερ καὶ μεθίστασαν ἔμελλον. δῆμος μέντοι ὅμως ἔτι καὶ βουλὴ ἡ ἀπὸ τοῦ κυάμου ξυνελέγετο· ἐβούλευον δὲ οὐδὲν ὅτι μὴ τοῖς ξυνεστῶσι δοκοίη, ἀλλὰ καὶ οἱ λέγοντες ἐκ τούτων ἦσαν καὶ τὰ ῥηθησόμενα πρότερον αὐτοῖς προύσκεπτο. [8.66.2] ἀντέλεγέ τε οὐδεὶς ἔτι τῶν ἄλλων, δεδιὼς καὶ ὁρῶν πολὺ τὸ ξυνεστηκός· εἰ δέ τις καὶ ἀντείποι, εὐθὺς ἐκ τρόπου τινὸς ἐπιτηδείου ἐτεθνήκει, καὶ τῶν δρασάντων οὔτε ζήτησις οὔτ᾽ εἰ ὑποπτεύοιντο δικαίωσις ἐγίγνετο, ἀλλ᾽ ἡσυχίαν εἶχεν ὁ δῆμος καὶ κατάπληξιν τοιαύτην ὥστε κέρδος ὁ μὴ πάσχων τι βίαιον, εἰ καὶ σιγῴη, ἐνόμιζεν. [8.66.3] καὶ τὸ ξυνεστηκὸς πολὺ πλέον ἡγούμενοι εἶναι ἢ ὅσον ἐτύγχανεν ὂν ἡσσῶντο ταῖς γνώμαις, καὶ ἐξευρεῖν αὐτὸ ἀδύνατοι ὄντες διὰ τὸ μέγεθος τῆς πόλεως καὶ διὰ τὴν ἀλλήλων ἀγνωσίαν οὐκ εἶχον [αὐτοὶ ἐξευρεῖν]. [8.66.4] κατὰ δὲ ταὐτὸ τοῦτο καὶ προσολοφύρασθαί τινι ἀγανακτήσαντα, ὥστε ἀμύνασθαι ἐπιβουλεύσαντα, ἀδύνατον ἦν· ἢ γὰρ ἀγνῶτα ἂν ηὗρεν ᾧ ἐρεῖ ἢ γνώριμον ἄπιστον. [8.66.5] ἀλλήλοις γὰρ ἅπαντες ὑπόπτως προσῇσαν οἱ τοῦ δήμου, ὡς μετέχοντά τινα τῶν γιγνομένων. ἐνῆσαν γὰρ καὶ οὓς οὐκ ἄν ποτέ τις ᾤετο ἐς ὀλιγαρχίαν τραπέσθαι· καὶ τὸ ἄπιστον οὗτοι μέγιστον πρὸς τοὺς πολλοὺς ἐποίησαν καὶ πλεῖστα ἐς τὴν τῶν ὀλίγων ἀσφάλειαν ὠφέλησαν, βέβαιον τὴν ἀπιστίαν τῷ δήμῳ πρὸς ἑαυτὸν καταστήσαντες.
[8.67.1] Ἐν τούτῳ οὖν τῷ καιρῷ οἱ περὶ τὸν Πείσανδρον ἐλθόντες εὐθὺς τῶν λοιπῶν εἴχοντο. καὶ πρῶτον μὲν τὸν δῆμον ξυλλέξαντες εἶπον γνώμην δέκα ἄνδρας ἑλέσθαι ξυγγραφέας αὐτοκράτορας, τούτους δὲ ξυγγράψαντας γνώμην ἐσενεγκεῖν ἐς τὸν δῆμον ἐς ἡμέραν ῥητὴν καθ᾽ ὅτι ἄριστα ἡ πόλις οἰκήσεται· [8.67.2] ἔπειτα ἐπειδὴ ἡ ἡμέρα ἐφῆκε, ξυνέκλῃσαν τὴν ἐκκλησίαν ἐς τὸν Κολωνόν (ἔστι δὲ ἱερὸν Ποσειδῶνος ἔξω πόλεως ἀπέχον σταδίους μάλιστα δέκα), καὶ ἐσήνεγκαν οἱ ξυγγραφῆς ἄλλο μὲν οὐδέν, αὐτὸ δὲ τοῦτο, ἐξεῖναι μὲν Ἀθηναίων ἀνατεὶ εἰπεῖν γνώμην ἣν ἄν τις βούληται· ἢν δέ τις τὸν εἰπόντα ἢ γράψηται παρανόμων ἢ ἄλλῳ τῳ τρόπῳ βλάψῃ, μεγάλας ζημίας ἐπέθεσαν. [8.67.3] ἐνταῦθα δὴ λαμπρῶς ἐλέγετο ἤδη μήτε ἀρχὴν ἄρχειν μηδεμίαν ἔτι ἐκ τοῦ αὐτοῦ κόσμου μήτε μισθοφορεῖν προέδρους τε ἑλέσθαι πέντε ἄνδρας, τούτους δὲ ἑλέσθαι ἑκατὸν ἄνδρας, καὶ τῶν ἑκατὸν ἕκαστον πρὸς ἑαυτὸν τρεῖς· ἐλθόντας δὲ αὐτοὺς τετρακοσίους ὄντας ἐς τὸ βουλευτήριον ἄρχειν ὅπῃ ἂν ἄριστα γιγνώσκωσιν αὐτοκράτορας, καὶ τοὺς πεντακισχιλίους δὲ ξυλλέγειν ὁπόταν αὐτοῖς δοκῇ. [8.68.1] ἦν δὲ ὁ μὲν τὴν γνώμην ταύτην εἰπὼν Πείσανδρος, καὶ τἆλλα ἐκ τοῦ προφανοῦς προθυμότατα ξυγκαταλύσας τὸν δῆμον· ὁ μέντοι ἅπαν τὸ πρᾶγμα ξυνθεὶς ὅτῳ τρόπῳ κατέστη ἐς τοῦτο καὶ ἐκ πλείστου ἐπιμεληθεὶς Ἀντιφῶν ἦν ἀνὴρ Ἀθηναίων τῶν καθ᾽ ἑαυτὸν ἀρετῇ τε οὐδενὸς ὕστερος καὶ κράτιστος ἐνθυμηθῆναι γενόμενος καὶ ἃ γνοίη εἰπεῖν, καὶ ἐς μὲν δῆμον οὐ παριὼν οὐδ᾽ ἐς ἄλλον ἀγῶνα ἑκούσιος οὐδένα, ἀλλ᾽ ὑπόπτως τῷ πλήθει διὰ δόξαν δεινότητος διακείμενος, τοὺς μέντοι ἀγωνιζομένους καὶ ἐν δικαστηρίῳ καὶ ἐν δήμῳ πλεῖστα εἷς ἀνήρ, ὅστις ξυμβουλεύσαιτό τι, δυνάμενος ὠφελεῖν. [8.68.2] καὶ αὐτός τε, ἐπειδὴ † μετέστη ἡ δημοκρατία καὶ ἐς ἀγῶνας κατέστη † τὰ τῶν τετρακοσίων ἐν ὑστέρῳ μεταπεσόντα ὑπὸ τοῦ δήμου ἐκακοῦτο †, ἄριστα φαίνεται τῶν μέχρι ἐμοῦ ὑπὲρ αὐτῶν τούτων αἰτιαθείς, ὡς ξυγκατέστησε, θανάτου δίκην ἀπολογησάμενος. [8.68.3] παρέσχε δὲ καὶ ὁ Φρύνιχος ἑαυτὸν πάντων διαφερόντως προθυμότατον ἐς τὴν ὀλιγαρχίαν, δεδιὼς τὸν Ἀλκιβιάδην καὶ ἐπιστάμενος εἰδότα αὐτὸν ὅσα ἐν τῇ Σάμῳ πρὸς τὸν Ἀστύοχον ἔπραξε, νομίζων οὐκ ἄν ποτε αὐτὸν κατὰ τὸ εἰκὸς ὑπ᾽ ὀλιγαρχίας κατελθεῖν· πολύ τε πρὸς τὰ δεινά, ἐπειδήπερ ὑπέστη, φερεγγυώτατος ἐφάνη. [8.68.4] καὶ Θηραμένης ὁ τοῦ Ἅγνωνος ἐν τοῖς ξυγκαταλύουσι τὸν δῆμον πρῶτος ἦν, ἀνὴρ οὔτε εἰπεῖν οὔτε γνῶναι ἀδύνατος. ὥστε ἀπ᾽ ἀνδρῶν πολλῶν καὶ ξυνετῶν πραχθὲν τὸ ἔργον οὐκ ἀπεικότως καίπερ μέγα ὂν προυχώρησεν· χαλεπὸν γὰρ ἦν τὸν Ἀθηναίων δῆμον ἐπ᾽ ἔτει ἑκατοστῷ μάλιστα ἐπειδὴ οἱ τύραννοι κατελύθησαν ἐλευθερίας παῦσαι, καὶ οὐ μόνον μὴ ὑπήκοον ὄντα, ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ ἥμισυ τοῦ χρόνου τούτου αὐτὸν ἄλλων ἄρχειν εἰωθότα.

[8.65.1] Ο Πείσανδρος και οι σύντροφοί του, όπως είχε αποφασιστεί, καταργούσαν τη δημοκρατία στις πολιτείες όπου σταματούσαν πλέοντας προς την Αθήνα. Σε μερικές από τις πολιτείες αυτές πήραν οπλίτες, κι έχοντας μαζί συμμάχους, έφτασαν στην Αθήνα [8.65.2] όπου οι ομοϊδεάτες τους είχαν κάνει τις περισσότερες προετοιμασίες. Μερικοί από τους νεότερους είχαν συνεννοηθεί κι είχαν σκοτώσει κρυφά τον Ανδροκλέα που είχε μεγάλη επιρροή στους δημοκρατικούς και είχε πρωτοστατήσει στην εξορία του Αλκιβιάδη. Τον σκότωσαν κυρίως για τους δύο αυτούς λόγους και επειδή ήταν αρχηγός των δημοκρατικών και επειδή πίστευαν ότι θα επιστρέψει ο Αλκιβιάδης που θα εξασφάλιζε την φιλία του Τισσαφέρνη και ήθελαν να τον ικανοποιήσουν. Σκότωσαν με τον ίδιο τρόπο, κρυφά, και μερικούς άλλους αντιπάλους. [8.65.3] Ενεργούσαν και φανερά διακηρύσσοντας ότι κανείς άλλος δεν θα έπαιρνε πια μισθό εκτός από όσους ήσαν στρατευμένοι και ότι συμμετείχαν στην διακυβέρνηση μόνο πέντε χιλιάδες πολίτες μεταξύ εκείνων που θα ήσαν σε θέση να εξυπηρετούν το περισσότερο την πολιτεία, τόσο προσωπικά όσο και με την περιουσία τους.
[8.66.1] Αλλά όλα αυτά ήσαν εύσχημα προσχήματα για τους πολλούς, ενώ στ᾽ αλήθεια θα έπαιρναν την εξουσία όσοι οργάνωναν την μεταπολίτευση. Αλλά συνέρχονταν πάντα και η Εκκλησία του δήμου και η Βουλή που εκλέγεται με κλήρο, δεν συζητούσαν, όμως, τίποτε το οποίον δεν είχαν εγκρίνει οι συνωμότες. Αλλά και οι ρήτορες που μιλούσαν ήσαν δικοί τους και τους λόγους που εκφωνούσαν τους είχαν εγκρίνει προηγουμένως. [8.66.2] Κανείς από τους αντιπάλους δεν έφερνε, από φόβο, αντίρρηση, επειδή έβλεπαν το πλήθος των συνωμοτών. Και αν κανείς τολμούσε ν᾽ αντιμιλήσει, έβρισκαν κατάλληλο τρόπο να τον σκοτώσουν. Δεν αναζητούσαν τους δολοφόνους, ούτε γινόταν καμιά δίωξη εναντίον των υπόπτων. Ο λαός δεν αντιδρούσε και όλοι ήσαν τόσο πολύ τρομοκρατημένοι, ώστε το θεωρούσαν κέρδος να μην παθαίνουν τίποτε έστω και αν σώπαιναν. [8.66.3] Ο κόσμος είχε χάσει το ηθικό του νομίζοντας ότι οι συνωμότες ήσαν πολύ περισσότεροι από ό,τι ήσαν πραγματικά και δεν μπορούσαν να το διαπιστώσουν, επειδή η πολιτεία ήταν μεγάλη και δεν εγνώριζαν ο ένας τον άλλον. [8.66.4] Για τον ίδιο λόγο κανείς δεν μπορούσε, αν ήταν αγανακτισμένος για ό,τι έπαθε, να παραπονεθεί σε άλλον και να καταδιώξει εκείνον που τον έβλαπτε, και τούτο επειδή θα μπορούσε ν᾽ απευθυνθεί ή σε άγνωστο ή σε γνωστό που δεν θα του είχε εμπιστοσύνη. [8.66.5] Οι δημοκρατικοί υποψιάζονταν ο ένας τον άλλον μήπως είναι κι αυτός συνωμότης γιατί υπήρχαν μερικοί μεταξύ τους που κανείς δεν θα είχε ποτέ φανταστεί ότι θα είχαν γίνει ολιγαρχικοί. Αυτοί προκάλεσαν την μεγαλύτερη καχυποψία ανάμεσα στους δημοκρατικούς και συντέλεσαν πάρα πολύ στο να είναι ασφαλείς οι ολιγαρχικοί, επειδή επιβεβαίωσαν την δυσπιστία που είχαν προς τον εαυτό τους οι δημοκρατικοί.
[8.67.1] Αυτή ήταν η κατάσταση όταν έφτασε ο Πείσανδρος και οι δικοί του που άρχισαν να εργάζονται για να συμπληρώσουν τις ενέργειες. Πρώτα συγκάλεσαν Εκκλησία του δήμου και πρότειναν να εκλεγούν δέκα πρόσωπα με απόλυτη πληρεξουσιότητα, τα οποία να συντάξουν προτάσεις για να τροποποιηθεί το πολίτευμα. Αφού τις συντάξουν με τρόπο ώστε η πολιτεία να κυβερνηθεί όσο το δυνατόν καλύτερα, να τις υποβάλουν στον λαό μια ορισμένη μέρα. [8.67.2] Όταν έφτασε η μέρα, συγκάλεσαν την Εκκλησία του δήμου στον Κολωνό και την περιόρισαν στον ιερό περίβολο του Ποσειδώνος που απέχει από την πολιτεία δέκα περίπου στάδια. Τα δέκα πρόσωπα δεν εισηγήθηκαν, τότε, τίποτε άλλο παρά το εξής: Ότι οποιοσδήποτε Αθηναίος θα έχει το δικαίωμα να προτείνει ό,τι θέλει και ότι θα τιμωρηθεί αυστηρά όποιος διατυπώσει κατηγορία για παρανομία ή για ό,τι άλλο εναντίον εκείνου που θα έχει μιλήσει. [8.67.3] Τότε πια μπόρεσαν να μιλήσουν απερίφραστα και είπαν ότι έπρεπε να καταργηθούν όλες οι αρχές του πολιτεύματος και όλοι οι δημόσιοι μισθοί. Είπαν ότι έπρεπε να εκλεγούν πέντε άνδρες που θα διάλεγαν εκατό πρόσωπα και αυτά θα διάλεγαν το καθένα άλλα τρία πρόσωπα. Οι τετρακόσιοι αυτοί θα αποτελούνε την Βουλή και θα κυβερνούν την πολιτεία όπως νομίζουν καλύτερα, με απόλυτη πληρεξουσιότητα. Θα συγκαλούν τους πέντε χιλιάδες όταν θα το κρίνουν σκόπιμο.
[8.68.1] Την πρόταση αυτή την παρουσίασε ο Πείσανδρος, ο οποίος πρωτοστάτησε με ζήλο για να καταργηθεί η δημοκρατία. Αλλά εκείνος ο οποίος κατέστρωσε όλο το σχέδιο ώστε να καταλήξει σ᾽ αυτό το αποτέλεσμα και είχε εργαστεί πολύ για την επιτυχία του, ήταν ο Αντιφών, Αθηναίος, που στο ήθος δεν ήταν κατώτερος από κανέναν Αθηναίο του καιρού του. Ήταν εξαιρετικά δυνατό μυαλό και άριστος στην διατύπωση της σκέψης του. Δεν παρουσιαζόταν ποτέ ούτε στον δήμο ούτε σε άλλη συγκέντρωση, εκτός αν ήταν υποχρεωμένος, επειδή η φήμη της ρητορικής του τέχνης έκανε τον λαό να δυσπιστεί, αλλά ήταν μοναδικός για να βοηθεί όσους του ζητούσαν την συμβουλή του προτού πάνε ν᾽ αντιμετωπίσουν αντίδικο στο δικαστήριο ή αντίπαλο στον Δήμο. [8.68.2] Όταν, αργότερα, το καθεστώς των τετρακοσίων ανατράπηκε και τους καταδίωκε η δημοκρατία, τον κατηγόρησαν για την συμμετοχή του, ζητώντας την ποινή του θανάτου, και παρουσίασε την ωραιότερη απολογία που ξέρω έως τώρα. [8.68.3] Και ο Φρύνιχος εργάστηκε με μεγάλο ζήλο για την ολιγαρχία, γιατί φοβόταν τον Αλκιβιάδη. Γνώριζε ότι ο Αλκιβιάδης ήξερε τις ενέργειες που είχε κάνει από την Σάμο προς τον Αστύοχο και θεωρούσε πολύ απίθανο ένα ολιγαρχικό καθεστώς ν᾽ ανακαλέσει τον Αλκιβιάδη. Και όταν αναμείχθηκε σ᾽ αυτήν την υπόθεση, φάνηκε θαρραλέος και άξιος εμπιστοσύνης. [8.68.4] Και ο Θηραμένης του Άγνωνος πρωτοστάτησε στην ανατροπή της δημοκρατίας. Ήταν δυνατό μυαλό και άξιος ρήτορας. Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο, αφού εργάστηκαν πολλοί και ικανοί άνθρωποι το ότι επέτυχε το εγχείρημα αν και ήταν δύσκολο. Δεν ήταν εύκολο ν᾽ αφαιρέσουν από το λαό της Αθήνας την ελευθερία του εκατό χρόνια μετά την ανατροπή των τυράννων. Στο διάστημα αυτό όχι μόνο δεν ήταν υποδουλωμένος σε άλλους, αλλά είχε μάλιστα συνηθίσει στα πενήντα τελευταία χρόνια να εξουσιάζει άλλους.