Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (6.67.1-6.71.2)

[6.67.1] Τῇ δ᾽ ὑστεραίᾳ οἱ Ἀθηναῖοι καὶ οἱ ξύμμαχοι παρεσκευάζοντο ὡς ἐς μάχην, καὶ ξυνετάξαντο ὧδε. δεξιὸν μὲν κέρας Ἀργεῖοι εἶχον καὶ Μαντινῆς, Ἀθηναῖοι δὲ τὸ μέσον, τὸ δὲ ἄλλο οἱ ξύμμαχοι οἱ ἄλλοι. καὶ τὸ μὲν ἥμισυ αὐτοῖς τοῦ στρατεύματος ἐν τῷ πρόσθεν ἦν τεταγμένον ἐπὶ ὀκτώ, τὸ δὲ ἥμισυ ἐπὶ ταῖς εὐναῖς ἐν πλαισίῳ, ἐπὶ ὀκτὼ καὶ τοῦτο τεταγμένον· οἷς εἴρητο, ᾗ ἂν τοῦ στρατεύματός τι πονῇ μάλιστα, ἐφορῶντας παραγίγνεσθαι. καὶ τοὺς σκευοφόρους ἐντὸς τούτων τῶν ἐπιτάκτων ἐποιήσαντο. [6.67.2] οἱ δὲ Συρακόσιοι ἔταξαν τοὺς μὲν ὁπλίτας πάντας ἐφ᾽ ἑκκαίδεκα, ὄντας πανδημεὶ Συρακοσίους καὶ ὅσοι ξύμμαχοι παρῆσαν (ἐβοήθησαν δὲ αὐτοῖς Σελινούντιοι μὲν μάλιστα, ἔπειτα δὲ καὶ Γελῴων ἱππῆς, τὸ ξύμπαν ἐς διακοσίους, καὶ Καμαριναίων ἱππῆς ὅσον εἴκοσι καὶ τοξόται ὡς πεντήκοντα), τοὺς δὲ ἱππέας ἐπετάξαντο ἐπὶ τῷ δεξιῷ, οὐκ ἔλασσον ὄντας ἢ διακοσίους καὶ χιλίους, παρὰ δ᾽ αὐτοὺς καὶ τοὺς ἀκοντιστάς. [6.67.3] μέλλουσι δὲ τοῖς Ἀθηναίοις προτέροις ἐπιχειρήσειν ὁ Νικίας κατά τε ἔθνη ἐπιπαριὼν ἕκαστα καὶ ξύμπασι τοιάδε παρεκελεύετο.
[6.68.1] «Πολλῇ μὲν παραινέσει, ὦ ἄνδρες, τί δεῖ χρῆσθαι, οἳ πάρεσμεν ἐπὶ τὸν αὐτὸν ἀγῶνα; αὐτὴ γὰρ ἡ παρασκευὴ ἱκανωτέρα μοι δοκεῖ εἶναι θάρσος παρασχεῖν ἢ καλῶς λεχθέντες λόγοι μετὰ ἀσθενοῦς στρατοπέδου. [6.68.2] ὅπου γὰρ Ἀργεῖοι καὶ Μαντινῆς καὶ Ἀθηναῖοι καὶ νησιωτῶν οἱ πρῶτοί ἐσμεν, πῶς οὐ χρὴ μετὰ τοιῶνδε καὶ τοσῶνδε ξυμμάχων πάντα τινὰ μεγάλην τὴν ἐλπίδα τῆς νίκης ἔχειν, ἄλλως τε καὶ πρὸς ἄνδρας πανδημεί τε ἀμυνομένους καὶ οὐκ ἀπολέκτους ὥσπερ καὶ ἡμᾶς, καὶ προσέτι Σικελιώτας, οἳ ὑπερφρονοῦσι μὲν ἡμᾶς, ὑπομενοῦσι δ᾽ οὔ, διὰ τὸ τὴν ἐπιστήμην τῆς τόλμης ἥσσω ἔχειν. [6.68.3] παραστήτω δέ τινι καὶ τόδε, πολύ τε ἀπὸ τῆς ἡμετέρας αὐτῶν εἶναι καὶ πρὸς γῇ οὐδεμιᾷ φιλίᾳ, ἥντινα μὴ αὐτοὶ μαχόμενοι κτήσεσθε. καὶ τοὐναντίον ὑπομιμνῄσκω ὑμᾶς ἢ οἱ πολέμιοι σφίσιν αὐτοῖς εὖ οἶδ᾽ ὅτι παρακελεύονται· οἱ μὲν γὰρ ὅτι περὶ πατρίδος ἔσται ὁ ἀγών, ἐγὼ δὲ ὅτι οὐκ ἐν πατρίδι, ἐξ ἧς κρατεῖν δεῖ ἢ μὴ ῥᾳδίως ἀποχωρεῖν· οἱ γὰρ ἱππῆς πολλοὶ ἐπικείσονται. [6.68.4] τῆς τε οὖν ὑμετέρας αὐτῶν ἀξίας μνησθέντες ἐπέλθετε τοῖς ἐναντίοις προθύμως, καὶ τὴν παροῦσαν ἀνάγκην καὶ ἀπορίαν φοβερωτέραν ἡγησάμενοι τῶν πολεμίων.»
[6.69.1] Ὁ μὲν Νικίας τοιαῦτα παρακελευσάμενος ἐπῆγε τὸ στρατόπεδον εὐθύς. οἱ δὲ Συρακόσιοι ἀπροσδόκητοι μὲν ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ ἦσαν ὡς ἤδη μαχούμενοι, καί τινες αὐτοῖς ἐγγὺς τῆς πόλεως οὔσης καὶ ἀπεληλύθεσαν· οἱ δὲ καὶ διὰ σπουδῆς προσβοηθοῦντες δρόμῳ ὑστέριζον μέν, ὡς δὲ ἕκαστός πῃ τοῖς πλέοσι προσμείξειε καθίσταντο. οὐ γὰρ δὴ προθυμίᾳ ἐλλιπεῖς ἦσαν οὐδὲ τόλμῃ οὔτ᾽ ἐν ταύτῃ τῇ μάχῃ οὔτ᾽ ἐν ταῖς ἄλλαις, ἀλλὰ τῇ μὲν ἀνδρείᾳ οὐχ ἥσσους ἐς ὅσον ἡ ἐπιστήμη ἀντέχοι, τῷ δὲ ἐλλείποντι αὐτῆς καὶ τὴν βούλησιν ἄκοντες προυδίδοσαν. ὅμως δὲ οὐκ ἂν οἰόμενοι σφίσι τοὺς Ἀθηναίους προτέρους ἐπελθεῖν καὶ διὰ τάχους ἀναγκαζόμενοι ἀμύνασθαι, ἀναλαβόντες τὰ ὅπλα εὐθὺς ἀντεπῇσαν. [6.69.2] καὶ πρῶτον μὲν αὐτῶν ἑκατέρων οἵ τε λιθοβόλοι καὶ σφενδονῆται καὶ τοξόται προυμάχοντο καὶ τροπὰς οἵας εἰκὸς ψιλοὺς ἀλλήλων ἐποίουν· ἔπειτα δὲ μάντεις τε σφάγια προύφερον τὰ νομιζόμενα καὶ σαλπιγκταὶ ξύνοδον ἐπώτρυνον τοῖς ὁπλίταις, [6.69.3] οἱ δ᾽ ἐχώρουν, Συρακόσιοι μὲν περί τε πατρίδος μαχούμενοι καὶ τῆς ἰδίας ἕκαστος τὸ μὲν αὐτίκα σωτηρίας, τὸ δὲ μέλλον ἐλευθερίας, τῶν δ᾽ ἐναντίων Ἀθηναῖοι μὲν περί τε τῆς ἀλλοτρίας οἰκείαν σχεῖν καὶ τὴν οἰκείαν μὴ βλάψαι ἡσσώμενοι, Ἀργεῖοι δὲ καὶ τῶν ξυμμάχων οἱ αὐτόνομοι ξυγκτήσασθαί τε ἐκείνοις ἐφ᾽ ἃ ἦλθον καὶ τὴν ὑπάρχουσαν σφίσι πατρίδα νικήσαντες πάλιν ἐπιδεῖν· τὸ δ᾽ ὑπήκοον τῶν ξυμμάχων μέγιστον μὲν περὶ τῆς αὐτίκα ἀνελπίστου σωτηρίας, ἢν μὴ κρατῶσι, τὸ πρόθυμον εἶχον, ἔπειτα δὲ ἐν παρέργῳ καὶ εἴ τι ἄλλο ξυγκαταστρεψαμένοις ῥᾷον αὐτοῖς ὑπακούσεται. [6.70.1] γενομένης δ᾽ ἐν χερσὶ τῆς μάχης ἐπὶ πολὺ ἀντεῖχον ἀλλήλοις, καὶ ξυνέβη βροντάς τε ἅμα τινὰς γενέσθαι καὶ ἀστραπὰς καὶ ὕδωρ πολύ, ὥστε τοῖς μὲν πρῶτον μαχομένοις καὶ ἐλάχιστα πολέμῳ ὡμιληκόσι καὶ τοῦτο ξυνεπιλαβέσθαι τοῦ φόβου, τοῖς δ᾽ ἐμπειροτέροις τὰ μὲν γιγνόμενα καὶ ὥρᾳ ἔτους περαίνεσθαι δοκεῖν, τοὺς δὲ ἀνθεστῶτας πολὺ μείζω ἔκπληξιν μὴ νικωμένους παρέχειν. [6.70.2] ὠσαμένων δὲ τῶν Ἀργείων πρῶτον τὸ εὐώνυμον κέρας τῶν Συρακοσίων καὶ μετ᾽ αὐτοὺς τῶν Ἀθηναίων τὸ κατὰ σφᾶς αὐτούς, παρερρήγνυτο ἤδη καὶ τὸ ἄλλο στράτευμα τῶν Συρακοσίων καὶ ἐς φυγὴν κατέστη. [6.70.3] καὶ ἐπὶ πολὺ μὲν οὐκ ἐδίωξαν οἱ Ἀθηναῖοι (οἱ γὰρ ἱππῆς τῶν Συρακοσίων πολλοὶ ὄντες καὶ ἀήσσητοι εἶργον, καὶ ἐσβαλόντες ἐς τοὺς ὁπλίτας αὐτῶν, εἴ τινας προδιώκοντας ἴδοιεν, ἀνέστελλον), ἐπακολουθήσαντες δὲ ἁθρόοι ὅσον ἀσφαλῶς εἶχε πάλιν ἐπανεχώρουν καὶ τροπαῖον ἵστασαν. [6.70.4] οἱ δὲ Συρακόσιοι ἁθροισθέντες ἐς τὴν Ἑλωρίνην ὁδὸν καὶ ὡς ἐκ τῶν παρόντων ξυνταξάμενοι ἔς τε τὸ Ὀλυμπιεῖον ὅμως σφῶν αὐτῶν παρέπεμψαν φυλακήν, δείσαντες μὴ οἱ Ἀθηναῖοι τῶν χρημάτων ἃ ἦν αὐτόθι κινήσωσι, καὶ οἱ λοιποὶ ἐπανεχώρησαν ἐς τὴν πόλιν. [6.71.1] οἱ δὲ Ἀθηναῖοι πρὸς μὲν τὸ ἱερὸν οὐκ ἦλθον, ξυγκομίσαντες δὲ τοὺς ἑαυτῶν νεκροὺς καὶ ἐπὶ πυρὰν ἐπιθέντες ηὐλίσαντο αὐτοῦ. τῇ δ᾽ ὑστεραίᾳ τοῖς μὲν Συρακοσίοις ἀπέδοσαν ὑποσπόνδους τοὺς νεκρούς (ἀπέθανον δὲ αὐτῶν καὶ τῶν ξυμμάχων περὶ ἑξήκοντα καὶ διακοσίους), τῶν δὲ σφετέρων τὰ ὀστᾶ ξυνέλεξαν (ἀπέθανον δὲ αὐτῶν καὶ τῶν ξυμμάχων ὡς πεντήκοντα), καὶ τὰ τῶν πολεμίων σκῦλα ἔχοντες ἀπέπλευσαν ἐς Κατάνην· [6.71.2] χειμών τε γὰρ ἦν, καὶ τὸν πόλεμον αὐτόθεν ποιεῖσθαι οὔπω ἐδόκει δυνατὸν εἶναι, πρὶν ἂν ἱππέας τε μεταπέμψωσιν ἐκ τῶν Ἀθηνῶν καὶ ἐκ τῶν αὐτόθεν ξυμμάχων ἀγείρωσιν, ὅπως μὴ παντάπασιν ἱπποκρατῶνται, καὶ χρήματα δὲ ἅμα αὐτόθεν τε ξυλλέξωνται καὶ παρ᾽ Ἀθηναίων ἔλθῃ, τῶν τε πόλεών τινας προσαγάγωνται, ἃς ἤλπιζον μετὰ τὴν μάχην μᾶλλον σφῶν ὑπακούσεσθαι, τά τε ἄλλα καὶ σῖτον καὶ ὅσων δέοι παρασκευάσωνται ὡς ἐς τὸ ἔαρ ἐπιχειρήσοντες ταῖς Συρακούσαις.

[6.67.1] Την επομένη οι Αθηναίοι και οι σύμμαχοί τους ετοιμάστηκαν για μάχη και παρατάχθηκαν με την ακόλουθη τάξη: Στην δεξιά πτέρυγα ήσαν οι Αργείοι και οι Μαντινείς, στο κέντρο ήσαν οι Αθηναίοι και στην υπόλοιπη παράταξη οι άλλοι σύμμαχοι. Ο μισός στρατός ήταν παραταγμένος σε πρώτη γραμμή και σε βάθος οκτώ στοίχων και ο άλλος μισός κοντά στο στρατόπεδο, σχηματίζοντας τετράγωνο —και αυτός σε βάθος οκτώ στοίχων— με διαταγές να παρακολουθούν σε ποιό σημείο ο υπόλοιπος στρατός θα πιεζόταν περισσότερο, για να τρέξουν εκεί να βοηθήσουν. Είχαν πλαισιώσει στην εφεδρεία αυτήν και τους βοηθητικούς της επιμελητείας. [6.67.2] Οι Συρακούσιοι παράταξαν το βαρύ πεζικό τους σε δεκαέξι στοίχους. Το αποτελούσε ολόκληρη η δύναμη των Συρακουσίων που είχαν κάνει γενική επιστράτευση και όλοι οι σύμμαχοί τους που έτυχε να είναι εκεί. Τους βοήθησαν κυρίως οι Σελινούντιοι, η Γέλα με ιππικό, διακόσιους ιππείς, και η Καμάρινα με είκοσι, περίπου, ιππείς και πενήντα, περίπου, τοξότες. Το ιππικό τους, που αριθμούσε τουλάχιστον χίλιους διακόσιους ιππείς, το παράταξαν στην δεξιά πτέρυγα και δίπλα τους παράταξαν τους ακοντιστές. [6.67.3] Την ώρα που οι Αθηναίοι ετοιμάζονταν ν᾽ αρχίσουν πρώτοι την έφοδο, ο Νικίας περνώντας διαδοχικά μπροστά στα διάφορα τμήματα, τους μίλησε στο καθένα χωριστά και ενθάρρυνε ολόκληρο τον στρατό με τα ακόλουθα, περίπου, λόγια:
[6.68.1] «Τι χρειάζονται, στρατιώτες, οι πολλές παραινέσεις, αφού βρισκόμαστε εδώ για έναν κοινό αγώνα; Άλλωστε, οι προετοιμασίες μας πρέπει, νομίζω, να σας εμπνέουν περισσότερο θάρρος παρά τα ωραία λόγια, αν ο στρατός μας ήταν μικρός. [6.68.2] Γιατί όπου βρισκόμαστε συγκεντρωμένοι Αργείοι και Μαντινείς και Αθηναίοι και οι καλύτεροι από τους νησιώτες, πώς είναι δυνατόν, με τέτοιους και τόσους συμμάχους να μην έχει κανείς μεγάλη ελπίδα για την νίκη και μάλιστα όταν έχομε αντίκρυ μας στρατό που συγκροτήθηκε με γενική επιστράτευση —και όχι από επίλεκτες μονάδες σαν και μας— και από Σικελιώτες που μας περιφρονούν, αλλά δεν θα μπορέσουν να μας αντισταθούν, γιατί η πολεμική τους τέχνη υστερεί πολύ από την ανδρεία τους; [6.68.3] Ο καθένας από σας ας σκεφθεί ότι είμαστε πολύ μακριά από την πατρίδα μας και δεν έχομε, εδώ γύρω, κανένα φιλικό έδαφος, εκτός από εκείνο που θα κατακτήσετε με τα όπλα. Και θα σας πω το αντίθετο από εκείνο που —καθώς είμαι βέβαιος— μεταχειρίζεται ο εχθρός για να εξυψώσει το ηθικό του. Εκείνοι λένε πως ο αγώνας είναι για την πατρίδα κι εγώ σας λέω ότι για μας δεν γίνεται στην πατρίδα μας, αλλά σε τόπο όπου πρέπει να νικήσομε, αλλιώς δεν θα μπορέσομε εύκολα να φύγομε, γιατί το πολυάριθμο ιππικό θα μας πιέσει σκληρά. [6.68.4] Θυμηθείτε, λοιπόν, την ανδρεία σας και ορμήσετε με θάρρος εναντίον του εχθρού και αναλογιστείτε ότι πρέπει να σας φοβίζει περισσότερο η δυσκολία της θέσης μας παρά ο εχθρός».
[6.69.1] Μετά από τα παραινετικά αυτά λόγια, ο Νικίας οδήγησε αμέσως τον στρατό του στην επίθεση. Οι Συρακούσιοι δεν περίμεναν ότι θα έδιναν αμέσως μάχη και μάλιστα, επειδή ήσαν κοντά στην πολιτεία τους, μερικοί είχαν φύγει. Έτρεχαν για να επιστρέψουν, κι επειδή καθυστερούσαν, ο καθένας έμπαινε σ᾽ όποιο σημείο της παράταξης πρόφταινε να πάει. Δεν υστερούσαν ούτε σε ζήλο ούτε σε γενναιότητα, ούτε στην μάχη αυτή ούτε στις άλλες. Δεν υστερούσαν σε παλικαριά όσο τους ήταν αρκετή η στρατιωτική τους τέχνη, όταν όμως υστερούσαν σ᾽ αυτό, αναγκάζονταν, παρά την θέλησή τους, να εγκαταλείψουν την προσπάθειά τους. Αν και δεν πίστευαν ότι οι Αθηναίοι θα ορμούσαν πρώτοι και αναγκάστηκαν να ετοιμαστούν βιαστικά, πήραν αμέσως τα όπλα κι έκαναν ευθύς αντεπίθεση. [6.69.2] Στην αρχή πολέμησαν οι λιθοβόλοι, οι σφενδονιστές και οι τοξότες των δύο παρατάξεων και, καθώς γίνεται όταν πολεμούν μεταξύ τους ψιλοί, υποχωρούσε πότε η μία, πότε η άλλη παράταξη. Ύστερα οι μάντεις έφεραν μπροστά στην παράταξη τα σφαχτάρια που συνηθίζονται, οι σάλπιγγες έδωσαν το σήμα στους οπλίτες [6.69.3] και οι δύο στρατοί κινήθηκαν. Οι Συρακούσιοι πολεμούσαν για την πατρίδα τους και για να σώσουν ο καθένας εκείνη την ώρα την ζωή του και, στο μέλλον, την ελευθερία του. Στην αντίπαλη παράταξη, οι Αθηναίοι πολεμούσαν για να κατακτήσουν μια ξένη χώρα και να μην βλάψουν την πατρίδα τους, αν νικηθούν. Οι Αργείοι και οι άλλοι αυτόνομοι σύμμαχοι, πολεμούσαν για να κατακτήσουν, μαζί με τους Αθηναίους, την Σικελία και για να ξαναδούν, μετά την νίκη, την δική τους πατρίδα. Οι υποτελείς σύμμαχοι πολεμούσαν κυρίως για να σώσουν την ζωή τους, πράγμα που δεν μπορούσαν να ελπίζουν αν δεν νικούσαν. Είχαν πρόσθετο ελατήριο την ελπίδα ότι, αν συνεργούσαν στην υποδούλωση άλλων, θα ελάφρυναν τον δικό τους ζυγό.
[6.70.1] Όταν άρχισε μάχη σώμα προς σώμα, οι δυο στρατοί κράτησαν πολλή ώρα τις θέσεις τους. Έτυχε ν᾽ αστράψει και να βροντήσει και να πέσει δυνατή βροχή. Για εκείνους που πολεμούσαν για πρώτη φορά και δεν είχαν καμιά πολεμική πείρα, τα πράγματα αυτά αύξαναν τον φόβο τους, ενώ για τους άλλους, που ήσαν έμπειροι, αυτά τους φαίνονταν φυσικά για την εποχή του χρόνου και αισθάνονταν μεγαλύτερη έκπληξη επειδή ο αντίπαλός τους αντιστεκόταν και δεν είχε ακόμα νικηθεί. [6.70.2] Οι Αργείοι πρώτοι απώθησαν την αριστερή πτέρυγα των Συρακουσίων. Μετά και οι Αθηναίοι απώθησαν τις απέναντί τους παραταγμένες μονάδες και ολόκληρη η παράταξη των Συρακουσίων διασπάστηκε κι άρχισε η φυγή. [6.70.3] Οι Αθηναίοι δεν τους καταδίωξαν σε μεγάλη απόσταση (το ιππικό των Συρακουσίων, που ήταν πολυάριθμο και δεν είχε νικηθεί, τους εμπόδιζε και όταν έβλεπε κάπου οπλίτες να ορμούν μπροστά, τους συγκρατούσε), αλλά τους καταδίωξαν κανονικά παραταγμένοι όσο τούτο δεν παρουσίαζε κίνδυνο, και ύστερα γύρισαν πίσω κι έστησαν τρόπαιο. [6.70.4] Οι Συρακούσιοι συγκεντρώθηκαν στην Ελωρίνη οδό, ανασυντάχθηκαν όσο μπορούσαν την στιγμή εκείνη, αλλά έστειλαν μερικούς στρατιώτες φρουρά στο Ολυμπίειον από φόβο μήπως οι Αθηναίοι πάρουν χρήματα από τον θησαυρό που ήταν εκεί. Οι υπόλοιποι αποσύρθηκαν μέσα στην πολιτεία.
[6.71.1] Οι Αθηναίοι δεν πήγαν στο ιερό. Μάζεψαν τους νεκρούς τους και, αφού τους έκαψαν σε πυρά, κατασκήνωσαν επί τόπου. Την επομένη απόδωσαν στους Συρακουσίους, με εκεχειρία, τους δικούς τους νεκρούς (είχαν σκοτωθεί διακόσιοι εξήντα, περίπου, Συρακούσιοι και σύμμαχοι) και συγκέντρωσαν τα οστά των δικών τους νεκρών (είχαν σκοτωθεί πενήντα περίπου Αθηναίοι και σύμμαχοι). Πήραν τα λάφυρα του εχθρού και γύρισαν με τον στόλο στην Κατάνη. [6.71.2] Ήταν χειμώνας και δεν τους φαινόταν δυνατόν να εξακολουθήσουν τις επιχειρήσεις από το μέρος όπου ήσαν στρατοπεδευμένοι προτού φέρουν ιππικό από την Αθήνα και στρατολογήσουν άλλο ιππικό επί τόπου, μεταξύ των συμμάχων τους, ώστε να μην έχει ο εχθρός απόλυτη υπεροχή στο όπλο αυτό. Έπρεπε, επίσης και να προμηθευτούν χρήματα επί τόπου και να τους έρθουν κι από την Αθήνα, καθώς και να προσεταιριστούν μερικές πολιτείες οι οποίες, καθώς ήλπιζαν, θα ήσαν πιο πρόθυμες να υποταχτούν μετά την μάχη. Έπρεπε, επίσης, να εφοδιαστούν με σιτάρι και με όσα άλλα χρειάζονταν ώστε, με την άνοιξη, να κάνουν επίθεση εναντίον των Συρακουσών.