Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Ἱστορίαι (5.32.1-5.34.2)

[5.32.1] Περὶ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους τοῦ θέρους τούτου Σκιωναίους μὲν Ἀθηναῖοι ἐκπολιορκήσαντες ἀπέκτειναν τοὺς ἡβῶντας, παῖδας δὲ καὶ γυναῖκας ἠνδραπόδισαν, καὶ τὴν γῆν Πλαταιεῦσιν ἔδοσαν νέμεσθαι, Δηλίους δὲ κατήγαγον πάλιν ἐς Δῆλον, ἐνθυμούμενοι τάς τε ἐν ταῖς μάχαις ξυμφορὰς καὶ τοῦ ἐν Δελφοῖς θεοῦ χρήσαντος. [5.32.2] καὶ Φωκῆς καὶ Λοκροὶ ἤρξαντο πολεμεῖν.
[5.32.3] Καὶ Κορίνθιοι καὶ Ἀργεῖοι ἤδη ξύμμαχοι ὄντες ἔρχονται ἐς Τεγέαν ἀποστήσοντες Λακεδαιμονίων, ὁρῶντες μέγα μέρος ὂν καί, εἰ σφίσι προσγένοιτο, νομίζοντες ἅπασαν ἂν ἔχειν Πελοπόννησον. [5.32.4] ὡς δὲ οὐδὲν ἂν ἔφασαν ἐναντιωθῆναι οἱ Τεγεᾶται Λακεδαιμονίοις, οἱ Κορίνθιοι μέχρι τούτου προθύμως πράσσοντες ἀνεῖσαν τῆς φιλονικίας καὶ ὠρρώδησαν μὴ οὐδεὶς σφίσιν ἔτι τῶν ἄλλων προσχωρῇ. [5.32.5] ὅμως δὲ ἐλθόντες ἐς τοὺς Βοιωτοὺς ἐδέοντο σφῶν τε καὶ Ἀργείων γίγνεσθαι ξυμμάχους καὶ τἆλλα κοινῇ πράσσειν· τάς τε δεχημέρους ἐπισπονδάς, αἳ ἦσαν Ἀθηναίοις καὶ Βοιωτοῖς πρὸς ἀλλήλους οὐ πολλῷ ὕστερον γενόμεναι [τούτων] τῶν πεντηκοντουτίδων σπονδῶν, ἐκέλευον οἱ Κορίνθιοι τοὺς Βοιωτοὺς ἀκολουθήσαντας Ἀθήναζε καὶ σφίσι ποιῆσαι, [ὥσπερ Βοιωτοὶ εἶχον,] μὴ δεχομένων δὲ Ἀθηναίων ἀπειπεῖν τὴν ἐκεχειρίαν καὶ τὸ λοιπὸν μὴ σπένδεσθαι ἄνευ αὐτῶν. [5.32.6] Βοιωτοὶ δὲ δεομένων τῶν Κορινθίων περὶ μὲν τῆς Ἀργείων ξυμμαχίας ἐπισχεῖν αὐτοὺς ἐκέλευον, ἐλθόντες δὲ Ἀθήναζε μετὰ Κορινθίων οὐχ ηὕροντο τὰς δεχημέρους σπονδάς, ἀλλ᾽ ἀπεκρίναντο οἱ Ἀθηναῖοι Κορινθίοις εἶναι σπονδάς, εἴπερ Λακεδαιμονίων εἰσὶ ξύμμαχοι. [5.32.7] Βοιωτοὶ μὲν οὖν οὐδὲν μᾶλλον ἀπεῖπον τὰς δεχημέρους, ἀξιούντων καὶ αἰτιωμένων Κορινθίων ξυνθέσθαι σφίσιν· Κορινθίοις δὲ ἀνοκωχὴ ἄσπονδος ἦν πρὸς Ἀθηναίους.
[5.33.1] Λακεδαιμόνιοι δὲ τοῦ αὐτοῦ θέρους πανδημεὶ ἐστράτευσαν, Πλειστοάνακτος τοῦ Παυσανίου Λακεδαιμονίων Βασιλέως ἡγουμένου, τῆς Ἀρκαδίας ἐς Παρρασίους, Μαντινέων ὑπηκόους ὄντας, κατὰ στάσιν ἐπικαλεσαμένων σφᾶς, ἅμα δὲ καὶ τὸ ἐν Κυψέλοις τεῖχος ἀναιρήσοντες, ἢν δύνωνται, ὃ ἐτείχισαν Μαντινῆς καὶ αὐτοὶ ἐφρούρουν, ἐν τῇ Παρρασικῇ κείμενον ἐπὶ τῇ Σκιρίτιδι τῆς Λακωνικῆς. [5.33.2] καὶ οἱ μὲν Λακεδαιμόνιοι τὴν γῆν τῶν Παρρασίων ἐδῄουν, οἱ δὲ Μαντινῆς τὴν πόλιν Ἀργείοις φύλαξι παραδόντες αὐτοὶ τὴν ξυμμαχίδα ἐφρούρουν· ἀδύνατοι δ᾽ ὄντες διασῶσαι τό τε ἐν Κυψέλοις τεῖχος καὶ τὰς ἐν Παρρασίοις πόλεις ἀπῆλθον. [5.33.3] Λακεδαιμόνιοι δὲ τούς τε Παρρασίους αὐτονόμους ποιήσαντες καὶ τὸ τεῖχος καθελόντες ἀνεχώρησαν ἐπ᾽ οἴκου.
[5.34.1] Καὶ τοῦ αὐτοῦ θέρους ἤδη ἡκόντων αὐτοῖς τῶν ἀπὸ Θρᾴκης μετὰ Βρασίδου ἐξελθόντων στρατιωτῶν, οὓς ὁ Κλεαρίδας μετὰ τὰς σπονδὰς ἐκόμισεν, οἱ Λακεδαιμόνιοι ἐψηφίσαντο τοὺς μὲν μετὰ Βρασίδου Εἵλωτας μαχεσαμένους ἐλευθέρους εἶναι καὶ οἰκεῖν ὅπου ἂν βούλωνται, καὶ ὕστερον οὐ πολλῷ αὐτοὺς μετὰ τῶν νεοδαμώδων ἐς Λέπρεον κατέστησαν, κείμενον ἐπὶ τῆς Λακωνικῆς καὶ τῆς Ἠλείας, ὄντες ἤδη διάφοροι Ἠλείοις· [5.34.2] τοὺς δ᾽ ἐκ τῆς νήσου ληφθέντας σφῶν καὶ τὰ ὅπλα παραδόντας, δείσαντες μή τι διὰ τὴν ξυμφορὰν νομίσαντες ἐλασσωθήσεσθαι καὶ ὄντες ἐπίτιμοι νεωτερίσωσιν, ἤδη καὶ ἀρχάς τινας ἔχοντας ἀτίμους ἐποίησαν, ἀτιμίαν δὲ τοιάνδε ὥστε μήτε ἄρχειν μήτε πριαμένους τι ἢ πωλοῦντας κυρίους εἶναι. ὕστερον δὲ αὖθις χρόνῳ ἐπίτιμοι ἐγένοντο.

[5.32.1] Την ίδια εποχή το καλοκαίρι αυτό, οι Αθηναίοι κυρίεψαν με πολιορκία την Σκιώνη. Σκότωσαν όλους τους στρατεύσιμους άντρες, υποδούλωσαν τα γυναικόπαιδα κι έδωσαν το έδαφος στους Πλαταιείς για να εγκατασταθούν εκεί. Έφεραν πίσω στην Δήλο τους κατοίκους της, επειδή επηρεάστηκαν από τις συμφορές που είχαν πάθει και θυμήθηκαν έναν χρησμό του θεού στους Δελφούς. [5.32.2] Οι Φωκείς και οι Λοκροί άρχισαν πόλεμο. [5.32.3] Οι Κορίνθιοι και οι Αργείοι, που ήσαν πια σύμμαχοι, πήγαν στην Τεγέα για να την αποσπάσουν από τους Λακεδαιμονίους. Ήξεραν ότι ήταν σημαντική πολιτεία και νόμιζαν ότι, αν προσχωρούσε, τότε και η υπόλοιπη Πελοπόννησος θα ερχόταν με το μέρος τους. [5.32.4] Οι Τεγεάτες όμως, είπαν, ότι δεν θα κάνουν τίποτε εναντίον των Λακεδαιμονίων και οι Κορίνθιοι, οι οποίοι έως τότε είχαν επιδείξει μεγάλο ζήλο, χαλάρωσαν την δραστηριότητά τους και ανησύχησαν μήπως καμιά άλλη πολιτεία δεν προσχωρήσει στην παράταξή τους. [5.32.5] Έστειλαν, όμως, στους Βοιωτούς αντιπροσωπεία και τους εζήτησαν να συμμαχήσουν μαζί τους και με το Άργος και ν᾽ ακολουθούν κοινή πολιτική. Λίγο μετά την πενηντάχρονη ειρήνη, οι Βοιωτοί και οι Αθηναίοι είχαν κάνει εκεχειρία που ανανεωνόταν κάθε δέκα μέρες, και οι Κορίνθιοι ζήτησαν από τους Βοιωτούς να τους συνοδεύσουν στην Αθήνα και να τους βοηθήσουν να κάνουν κι αυτοί ίδιου τύπου εκεχειρία. Αν οι Αθηναίοι δεν δέχονταν, τότε οι Κορίνθιοι ζητούσαν από τους Βοιωτούς να καταγγείλουν την δική τους εκεχειρία και να μην κάνουν πια με τους Αθηναίους άλλη συνθήκη παρά μόνο αν είναι σύμφωνη και η Κόρινθος. [5.32.6] Στα αιτήματα αυτά των Κορινθίων οι Βοιωτοί αποκρίθηκαν ότι δεν έπρεπε να επιμείνουν για την συμμαχία με το Άργος. Τους συνόδεψαν όμως στην Αθήνα, όπου δεν επέτυχαν την δεκαήμερη εκεχειρία, επειδή οι Αθηναίοι αποκρίθηκαν ότι, αν οι Κορίνθιοι ήσαν σύμμαχοι των Λακεδαιμονίων, τότε τους περιλάμβανε κι αυτούς η συνθήκη ειρήνης. [5.32.7] Οι Βοιωτοί δεν κατάγγειλαν την δεκαήμερη ανακωχή, παρά την αξίωση και τα παράπονα των Κορινθίων, οι οποίοι ζητούσαν να εφαρμοστεί η μεταξύ τους συμφωνία. Έτσι, μεταξύ Κορινθίων και Αθηναίων σταμάτησαν οι εχθροπραξίες, χωρίς επίσημη ανακωχή.
[5.33.1] Το ίδιο καλοκαίρι οι Λακεδαιμόνιοι εκστρατεύσαν μ᾽ όλες τους τις δυνάμεις και μ᾽ αρχηγό τον Πλειστοάνακτα του Παυσανίου, εναντίον των Παρρασίων της Αρκαδίας, οι οποίοι ήσαν υπήκοοι της Μαντινείας. Τους είχε καλέσει μια από τις αντιμαχόμενες μερίδες των Παρρασίων. Οι Λακεδαιμόνιοι είχαν σκοπό να κατεδαφίσουν, αν μπορούσαν, το φρούριο των Κυψέλων. Το είχαν χτίσει οι Μαντινείς (οι οποίοι και το φρουρούσαν) στο παρρασικό έδαφος και αποτελούσε κίνδυνο για την Σκιρίτιδα της Λακωνικής. [5.33.2] Οι Λακεδαιμόνιοι ρήμαξαν την γη των Παρρασίων, ενώ οι Μαντινείς άφησαν την πολιτεία τους στην φύλαξη των Αργείων και πήγαν να βοηθήσουν τους συμμάχους τους. Δεν μπορούσαν, όμως, να υπερασπίσουν και το φρούριο των Κυψέλων και τις πολιτείες των Παρρασίων και αποσύρθηκαν. [5.33.3] Οι Λακεδαιμόνιοι ελευθέρωσαν τους Παρρασίους, κατεδάφισαν το φρούριο και γύρισαν στην πατρίδα τους.
[5.34.1] Το ίδιο καλοκαίρι γύρισαν στην Σπάρτη, από την Θράκη, οι στρατιώτες τους οποίους είχε πάρει μαζί του ο Βρασίδας. Τους έφερε πίσω ο Κλεαρίδας, μετά την συνθήκη ειρήνης. Οι Λακεδαιμόνιοι ψήφισαν απόφαση ν᾽ απελευθερώσουν τους είλωτες που είχαν πολεμήσει με τον Βρασίδα και να τους αφήσουν να εγκατασταθούν όπου θέλουν. Λίγο αργότερα τους εγκαταστήσαν μαζί με τους νεοδαμώδεις στο Λέπρεον, που βρίσκεται στα σύνορα της Λακωνικής και της Ηλείας, με την οποίαν οι σχέσεις τους είχαν χειροτερέψει. [5.34.2] Όσο για κείνους που είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι στην Σφακτηρία και είχαν παραδώσει τα όπλα, οι Σπαρτιάτες ανησύχησαν μήπως αυτοί, από φόβο μην πάθουν καμιά μείωση, οργανώσουν επανάσταση όσο ακόμα θα είχαν τα πολιτικά τους δικαιώματα. Τους κήρυξαν έκπτωτους πολίτες, παρόλο ότι μερικοί είχαν αξιώματα. Η έκπτωση αυτή είχε αποτέλεσμα να μην μπορούν ν᾽ ασκούν εξουσία και να μη μπορούν να κάνουν αγοραπωλησίες. Αργότερα, όμως, τους αποκατάστησαν.