Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΠΤΑ ΣΟΦΟΙ: ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ

Βίοι Φιλοσόφων 1.22-122 (1.71-1.73)


[1.71] Τῶν δὲ ᾀδομένων αὐτοῦ μάλιστα εὐδοκίμησεν ἐκεῖνο·
Ἐν ‹μὲν› λιθίναις ἀκόναις ὁ χρυσὸς ἐξετάζεται,
διδοὺς βάσανον φανεράν·
ἐν δὲ χρυσῷ
ἀνδρῶν ἀγαθῶν τε κακῶν τε νοῦς ἔδωκ᾽ ἔλεγχον.
φασὶ δ᾽ αὐτόν ποτε γηραιὸν ἤδη ὄντα εἰπεῖν ὡς οὐδὲν συνειδείη ἄνομον ἑαυτῷ ἐν τῷ βίῳ· διστάζειν δὲ περὶ ἑνός. κρίνων γάρ ποτε φίλῳ δίκην αὐτὸς μὲν κατὰ τὸν νόμον, τὸν δὲ φίλον πείσειεν ἀποδικάσαι αὐτοῦ, ἵνα ἀμφότερα καὶ τὸν νόμον καὶ τὸν φίλον τηρήσαι.
Ἐνδοξότατος δὲ μάλιστα παρὰ τοῖς Ἕλλησιν ἐγένετο προειπὼν περὶ Κυθήρων τῆς νήσου τῆς Λακωνικῆς. καταμαθὼν γὰρ τὴν φύσιν αὐτῆς, «εἴθε,» ἔφη, «μὴ ἐγεγόνει, ἢ γενομένη κατεβυθίσθη.» [1.72] καὶ εὖ προὐνοήσατο. Δημάρατος μὲν γὰρ φυγὰς ὢν Λακεδαιμονίων Ξέρξῃ συνεβούλευσε τὰς ναῦς συνέχειν ἐν τῇ νήσῳ· κἂν ἑαλώκει ἡ Ἑλλάς, εἰ ἐπείσθη Ξέρξης. ὕστερόν τε Νικίας ἐπὶ τῶν Πελοποννησιακῶν καταστρεψάμενος τὴν νῆσον, φρουρὰν ἐγκατέστησεν Ἀθηναίων, καὶ πάμπολλα τοὺς Λακεδαιμονίους κακὰ διέθηκε.
Βραχυλόγος τε ἦν· ὅθεν καὶ Ἀρισταγόρας ὁ Μιλήσιος τοῦτον τὸν τρόπον Χιλώνειον καλεῖ. ‹…› Βράγχου δὲ εἶναι, ὃς τὸ ἱερὸν ἔκτισε τὸ ἐν Βραγχίδαις. ἦν δὲ γέρων περὶ τὴν πεντηκοστὴν δευτέραν Ὀλυμπιάδα, ὅτε Αἴσωπος ὁ λογοποιὸς ἤκμαζεν. ἐτελεύτησε δ᾽, ὥς φησιν Ἕρμιππος, ἐν Πίσῃ, τὸν υἱὸν Ὀλυμπιονίκην ἀσπασάμενος πυγμῆς. ἔπαθε δὴ τοῦτο ὑπερβολῇ τε χαρᾶς καὶ ἀσθενείᾳ πολυετίας. καὶ αὐτὸν πάντες οἱ κατὰ τὴν πανήγυριν ἐντιμότατα παρέπεμψαν.
Ἔστι δὲ καὶ εἰς τοῦτον ἐπίγραμμα ἡμῶν·
[1.73] Φωσφόρε, σοί, Πολύδευκες, ἔχω χάριν, οὕνεκεν υἱὸς
Χίλωνος πυγμῇ χλωρὸν ἕλεν κότινον.
εἰ δ᾽ ὁ πατὴρ στεφανοῦχον ἰδὼν τέκνον ἤμυσεν ἡσθείς,
οὐ νεμεσητόν· ἐμοὶ τοῖος ἴτω θάνατος.
ἐπὶ δὲ τῆς εἰκόνος αὐτοῦ ἐπιγέγραπται τόδε·
τόνδε δοριστέφανος Σπάρτα Χίλων᾽ ἐφύτευσεν,
ὃς τῶν ἑπτὰ σοφῶν πρῶτος ἔφυ σοφίᾳ.
ἀπεφθέγξατο, «ἐγγύα, πάρα δ᾽ ἄτα.» ἔστιν αὐτοῦ καὶ ἐπιστόλιον τόδε·
Χίλων Περιάνδρῳ
Ἐπιστέλλεις ἐμὶν ἐκστρατείαν ἐπὶ ἐκδάμως, ὡς αὐτός κα ἐξέρποις· ἐγὼν δὲ δοκέω καὶ τὰ οἰκῇα σφαλερὰ ἦμεν ἀνδρὶ μονάρχῳ, καὶ τῆνον τυράννων εὐδαιμονίζω ὅστις κα οἴκοι ἐξ αὐτὸς αὑτῶ κατθάνῃ.


[1.71] Από τα τραγούδια του που τραγουδιούνταν στα συμπόσια το πιο δημοφιλές ήταν εκείνο που έλεγε:
Στο πέτρινο ακόνι ξετάζεται ο χρυσός·
εκεί ξεφανερώνεται
ποιό είναι το αληθινό και ποιό το ψεύτικο χρυσάφι·
κι από την άλλη στο χρυσάφι πάλι
των καλών και των κακών ανθρώπων ελέγχεται ο νους.
Λένε ότι, γέρος πια, είπε πως έχει απόλυτη βεβαιότητα ότι ποτέ στη ζωή του δεν είχε παραβεί τους νόμους, και ότι για ένα μόνο πράγμα είχε κρατήσει μέσα του κάποια αβεβαιότητα: Κάποτε που δίκαζε έναν φίλο του, ο ίδιος εφάρμοσε τον νόμο, έπεισε όμως έναν φίλο του δικαστή να τον αθωώσει, ώστε να διασωθούν τελικά και τα δύο: και ο νόμος και ο φίλος.
Η φήμη του απλώθηκε σε όλη την Ελλάδα με την πρόβλεψη που έκανε για τα Κύθηρα, το νησί της Λακωνίας. Όταν, δηλαδή, γνώρισε τη φύση του νησιού, είπε: «Μακάρι να μην είχε υπάρξει ποτέ ή, μια και υπήρξε, να είχε καταποντισθεί». [1.72] Και ήταν σωστή η πρόβλεψή του. Γιατί ο Δημάρατος, εξόριστος από τη Σπάρτη, συμβούλεψε τον Ξέρξη να συγκεντρώσει τα πλοία του σ᾽ αυτό το νησί — η Ελλάδα θα είχε ασφαλώς κατακτηθεί, αν ο Ξέρξης είχε πεισθεί. Και αργότερα, στην εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου, ο Νικίας κατέλαβε το νησί, εγκατέστησε εκεί αθηναϊκή φρουρά και προξένησε πάμπολλα κακά στους Λακεδαιμονίους.
Τα λόγια του ήταν λίγα. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Αρισταγόρας ο Μιλήσιος αυτόν τον τρόπο της ομιλίας τον ονομάζει «Χιλώνειο». ‹….› (Λένε πως) η καταγωγή του ήταν από τον Βράγχο, που ίδρυσε το ιερό των Βραγχιδών. Ήταν γέρος γύρω στην 52η Ολυμπιάδα: ήταν η εποχή που ο μυθοποιός Αίσωπος βρισκόταν στην ακμή του. Πέθανε, όπως λέει ο Έρμιππος, στην Πίσα, αμέσως μόλις αγκάλιασε και φίλησε τον γιο του, που αναδείχθηκε νικητής στην Ολυμπία στο αγώνισμα της πυγμαχίας. Αυτό το έπαθε, φυσικά, από την υπερβολική του χαρά και από την εξασθένισή του λόγω της μεγάλης ηλικίας του. Όλοι όσοι ήταν παρόντες στη μεγάλη πανήγυρη πήραν μέρος στη νεκρώσιμη πομπή.
Υπάρχει και γι᾽ αυτόν ένα δικό μου επίγραμμα:
[1.73] Σ᾽ ευχαριστώ, φωσφόρε Πολυδεύκη, που ο γιος του Χίλωνα
τον φρέσκο φρέσκο κότινο στην πυγμαχία κέρδισε.
Κι αν ο πατέρας έσβησε όλος χαρά που ᾿δε στεφανωμένο το παιδί του,
λύπη δεν πρέπει· άμποτε τέτοιος να ᾿ναι και ο δικός μου θάνατος.
Στο άγαλμά του ήταν γραμμένη η ακόλουθη επιγραφή:
Η Σπάρτη, του πολέμου δόξα, γέννησε αυτόν εδώ τον Χίλωνα,
που ᾿ταν απ᾽ τους εφτά σοφούς ο πρώτος στη σοφία.
Δικό του ήταν το απόφθεγμα: «Δώσε εγγύηση … και η συμφορά είναι δίπλα».
Σώζεται και η ακόλουθη σύντομη επιστολή του:

Ο Χίλωνας στον Περίανδρο
Μου γράφεις για μια εκστρατεία εναντίον εξωτερικών εχθρών σου, στην οποία θα πάρεις μέρος και ο ίδιος. Η γνώμη μου είναι ότι και στον δικό του τόπο τα πράγματα δεν είναι καθόλου ασφαλή για έναν μονάρχη. Καλότυχος, λέω, ο τύραννος που θα πεθάνει από φυσικό θάνατο στο σπίτι του.