Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (7.81.1-7.88.2)

[7.81.1] Ταῦτα ἦν τὰ κατ᾽ ἤπειρον στρατευόμενά τε ἔθνεα καὶ τεταγμένα ἐς τὸν πεζόν. τούτου ὦν τοῦ στρατοῦ ἦρχον μὲν οὗτοι οἵ περ εἰρέαται καὶ οἱ διατάξαντες καὶ ἐξαριθμήσαντες οὗτοι ἦσαν καὶ χιλιάρχας τε καὶ μυριάρχας ἀποδέξαντες, ἑκατοντάρχας δὲ καὶ δεκάρχας οἱ μυριάρχαι. τελέων δὲ καὶ ἐθνέων ἦσαν ἄλλοι σημάντορες. [7.82.1] ἦσαν μὲν δὴ οὗτοι οἵ περ εἰρέαται ἄρχοντες, ἐστρατήγεον δὲ τούτων τε καὶ τοῦ σύμπαντος στρατοῦ τοῦ πεζοῦ Μαρδόνιός τε ὁ Γωβρύεω καὶ Τριτανταίχμης ὁ Ἀρταβάνου τοῦ γνώμην θεμένου μὴ στρατεύεσθαι ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα καὶ Σμερδομένης ὁ Ὀτάνεω, Δαρείου ἀμφότεροι οὗτοι ἀδελφεῶν παῖδες, Ξέρξῃ δὲ ἐγίνοντο ἀνεψιοί, καὶ Μασίστης ὁ Δαρείου τε καὶ Ἀτόσσης παῖς καὶ Γέργις ὁ Ἀριάζου καὶ Μεγάβυζος ὁ Ζωπύρου. [7.83.1] οὗτοι ἦσαν στρατηγοὶ τοῦ σύμπαντος πεζοῦ χωρὶς τῶν μυρίων. τῶν δὲ μυρίων τούτων Περσέων τῶν ἀπολελεγμένων ἐστρατήγεε μὲν Ὑδάρνης ὁ Ὑδάρνεος, ἐκαλέοντο δὲ ἀθάνατοι οἱ Πέρσαι οὗτοι ἐπὶ τοῦδε· εἴ τις αὐτῶν ἐξέλειπε τὸν ἀριθμὸν ἢ θανάτῳ βιηθεὶς ἢ νούσῳ, ἄλλος ἀνὴρ ἀραίρητο, καὶ ἐγίνοντο οὐδαμὰ οὔτε πλεῦνες μυρίων οὔτε ἐλάσσονες. [7.83.2] κόσμον δὲ πλεῖστον παρείχοντο διὰ πάντων Πέρσαι καὶ αὐτοὶ ἄριστοι ἦσαν. σκευὴν μὲν τοιαύτην εἶχον ἥ περ εἴρηται, χωρὶς δὲ χρυσόν τε πολλὸν καὶ ἄφθονον ἔχοντες ἐνέπρεπον. ἁρμαμάξας τε ἅμα ἤγοντο, ἐν δὲ παλλακὰς καὶ θεραπηίην πολλήν τε καὶ εὖ ἐσκευασμένην. σῖτα δέ σφι, χωρὶς τῶν ἄλλων στρατιωτέων, κάμηλοί τε καὶ ὑποζύγια ἦγον.
[7.84.1] Ἱππεύει δὲ ταῦτα τὰ ἔθνεα· πλὴν οὐ πάντα παρείχετο ἵππον, ἀλλὰ τοσάδε μοῦνα, Πέρσαι μὲν τὴν αὐτὴν ἐσκευασμένοι καὶ ὁ πεζὸς αὐτῶν· πλὴν ἐπὶ τῇσι κεφαλῇσι εἶχον μετεξέτεροι [ἔνιοι] αὐτῶν καὶ χάλκεα καὶ σιδήρεα ἐξεληλαμένα ποιήματα. [7.85.1] εἰσὶ δέ τινες νομάδες ἄνθρωποι, Σαγάρτιοι καλεόμενοι, ἔθνος μὲν Περσικὸν καὶ φωνῇ, σκευὴν δὲ μεταξὺ ἔχουσι πεποιημένην τῆς τε Περσικῆς καὶ τῆς Πακτυϊκῆς· οἳ παρείχοντο μὲν ἵππον ὀκτακισχιλίην, ὅπλα δὲ οὐ νομίζουσι ἔχειν οὔτε χάλκεα οὔτε σιδήρεα ἔξω ἐγχειριδίων, χρέωνται δὲ σειρῇσι πεπλεγμένῃσι ἐξ ἱμάντων. [7.85.2] ταύτῃσι πίσυνοι ἔρχονται ἐς πόλεμον· ἡ δὲ μάχη τούτων τῶν ἀνδρῶν ἥδε· ἐπεὰν συμμίσγωσι τοῖσι πολεμίοισι, βάλλουσι τὰς σειρὰς ἐπ᾽ ἄκρῳ βρόχους ἐχούσας· ὅτευ δ᾽ ἂν τύχῃ, ἤν τε ἵππου ἤν τε ἀνθρώπου, ἐπ᾽ ἑωυτὸν ἕλκει· οἱ δὲ ἐν ἕρκεσι ἐμπαλασσόμενοι διαφθείρονται. τούτων μὲν αὕτη ἡ μάχη, καὶ ἐπετετάχατο ἐς τοὺς Πέρσας. [7.86.1] Μῆδοι δὲ τήν περ ἐν τῷ πεζῷ εἶχον σκευήν, καὶ Κίσσιοι ὡσαύτως. Ἰνδοὶ δὲ σκευῇ μὲν ἐσεσάχατο τῇ αὐτῇ καὶ ἐν τῷ πεζῷ, ἤλαυνον δὲ κέλητας καὶ ἅρματα· ὑπὸ δὲ τοῖσι ἅρμασι ὑπῆσαν ἵπποι καὶ ὄνοι ἄγριοι. Βάκτριοι δὲ ἐσκευάδατο ὡσαύτως καὶ ἐν τῷ πεζῷ, καὶ Κάσπιοι ὁμοίως. [7.86.2] Λίβυες δὲ καὶ αὐτοὶ κατά περ ἐν τῷ πεζῷ· ἤλαυνον δὲ καὶ οὗτοι πάντες ἅρματα. ὣς δ᾽ αὕτως †Κάσπιοι† καὶ Παρικάνιοι ἐσεσάχατο ὁμοίως καὶ ἐν τῷ πεζῷ. Ἀράβιοι δὲ σκευὴν μὲν εἶχον τὴν αὐτὴν καὶ ἐν τῷ πεζῷ, ἤλαυνον δὲ πάντες καμήλους ταχυτῆτι οὐ λειπομένας ἵππων. [7.87.1] ταῦτα τὰ ἔθνεα μοῦνα ἵππευε, ἀριθμὸς δὲ τῆς ἵππου ἐγένετο ὀκτὼ μυριάδες, πάρεξ τῶν καμήλων καὶ τῶν ἁρμάτων. οἱ μέν νυν ἄλλοι ἱππέες ἐτετάχατο κατὰ τέλεα, Ἀράβιοι δὲ ἔσχατοι ἐπετετάχατο· ἅτε γὰρ τῶν ἵππων οὔτι ἀνεχομένων τὰς καμήλους ὕστεροι ἐτετάχατο. ἵνα μὴ φοβέοιτο τὸ ἱππικόν. [7.88.1] ἵππαρχοι δὲ ἦσαν Ἁρμαμίθρης τε καὶ Τίθαιος Δάτιος παῖδες. ὁ δὲ τρίτος σφι συνίππαρχος Φαρνούχης κατελέλειπτο ἐν Σάρδισι νοσέων. ὡς γὰρ ὁρμῶντο ἐκ Σαρδίων, ἐς συμφορὴν ἐνέπεσε ἀνεθέλητον. ἐλαύνοντι γάρ οἱ ὑπὸ τοὺς πόδας τοῦ ἵππου ὑπέδραμε κύων, καὶ ὁ ἵππος οὐ προϊδὼν ἐφοβήθη τε καὶ στὰς ὀρθὸς ἀπεσείσατο τὸν Φαρνούχεα, πεσὼν δὲ αἷμά τε ἤμεε καὶ ἐς φθίσιν περιῆλθε ἡ νοῦσος. [7.88.2] τὸν δὲ ἵππον αὐτίκα κατ᾽ ἀρχὰς ἐποίησαν οἱ οἰκέται ὡς ἐκέλευε· ἐς τὸν χῶρον ἐν τῷ περ κατέβαλε τὸν δεσπότην ἀπαγαγόντες, ἐν τοῖσι γούνασι ἀπέταμον τὰ σκέλεα. Φαρνούχης μὲν οὕτω παρελύθη τῆς ἡγεμονίης.

[7.81.1] Αυτοί λοιπόν ήταν οι λαοί που εκστράτευαν από τη στεριά και παρατάχτηκαν στο πεζικό. Αρχηγοί αυτών των στρατευμάτων ήταν αυτοί που απαρίθμησα, κι οι ίδιοι έβαλαν σε τάξη και καταμέτρησαν το στρατό, κι επίσης διόρισαν τους χιλιάρχους και τους διοικητές μεραρχιών των δέκα χιλιάδων αντρών, ενώ αυτοί οι τελευταίοι ήταν που διόρισαν τους εκατοντάρχους και τους δεκανείς. Πάντως, άλλοι ήταν οι διοικητές των στρατιωτικών μονάδων κι άλλοι του στρατού του κάθε λαού.
[7.82.1] Λοιπόν, διοικητές του στρατού ήταν αυτοί που αναφέρθηκαν, ανώτεροί τους όμως και στρατηγοί ολόκληρου του πεζικού ήταν ο Μαρδόνιος, ο γιος του Γωβρύα, κι ο Τριτανταίχμης, ο γιος του Αρταβάνου, εκείνου που πρότεινε να μην εκστρατεύσουν εναντίον της Ελλάδας, κι ο Σμερδομένης, ο γιος του Οτάνη (και οι δυο αυτοί ήταν γιοι αδερφών του Δαρείου κι έτσι ήταν ξαδέρφια του Ξέρξη), κι ο Μασίστης, ο γιος του Δαρείου και της Άτοσσας, κι ο Γέργης, ο γιος του Αριάζου, κι ο Μεγάβυξος, ο γιος του Ζωπύρου.
[7.83.1] Αυτοί ήταν οι στρατηγοί που διοικούσαν όλη τη δύναμη του πεζικού στο σύνολό της, εκτός από το τάγμα των μυρίων. Στρατηγός αυτών των δέκα χιλιάδων επιλέκτων Περσών ήταν ο Υδάρνης, ο γιος του Υδάρνη· κι οι Πέρσες αυτοί νά για ποιό λόγο ονομάζονται αθάνατοι: αν έναν απ᾽ αυτούς τον χτυπήσει θάνατος ή αρρώστια και μείνει η θέση του άδεια, την παίρνει άλλος πολεμιστής ύστερ᾽ από επιλογή, κι έτσι ο αριθμός τους ποτέ ούτε ξεπερνά τις δέκα χιλιάδες ούτε είναι κατώτερος. [7.83.2] Κι ανάμεσα σ᾽ όλους ξεχώριζαν οι Πέρσες με την αρχοντική τους στολή κι ήταν το άνθος του στρατού. Είχαν λοιπόν την εξάρτυση που έχω περιγράψει και πέρ᾽ απ᾽ αυτή εντυπωσίαζαν, στολισμένοι με τα πολλά κι άφθονα χρυσαφικά που είχαν. Και έφερναν μαζί τους κι αρμάμαξες που κουβαλούσαν τις παλλακίδες τους κι υπηρετικό προσωπικό πολύ εφοδιασμένο με σκεύη πολυτελείας. Κι από κοντά καμήλες και υποζύγια κουβαλούσαν τα τρόφιμά τους, ξεχωριστά γι᾽ αυτούς απ᾽ τα τρόφιμα του υπόλοιπου στρατού.
[7.84.1] Αυτοί οι λαοί καβαλικεύουν άλογα· ιππικό όμως δεν έδωσαν όλοι, παρά μονάχα οι εξής: πρώτα πρώτα οι Πέρσες, με την ίδια εξάρτυση όπως και το πεζικό τους· η μόνη διαφορά ήταν πως μερικοί απ᾽ αυτούς φορούσαν στο κεφάλι κάτι καλύμματα από χαλκό κι από σφυρηλατημένο σίδερο.
[7.85.1] Κι υπάρχει μια φυλή νομάδων, που ονομάζονται Σαγάρτιοι, που η καταγωγή κι η γλώσσα τους είναι περσική, ενώ η σκευή τους είναι κάτι ανάμεσα στη σκευή των Περσών και των Πακτύων· αυτοί παρέταξαν ιππικό οχτώ χιλιάδες, αλλά δε συνηθίζουν να κρατούν όπλα, ούτε χάλκινα ούτε σιδερένια, εκτός από κοντομάχαιρα· αλλά πολεμούν με λουριά, που τα κατασκευάζουν πλέκοντας δερμάτινες λουρίδες· σ᾽ αυτά έχουν τα θάρρη τους όταν μπαίνουν σε πόλεμο· [7.85.2] νά πώς πολεμούν: όταν έρθουν στα χέρια με τον εχθρό, ρίχνουν τα λουριά τους, που στην άκρη τους έχουν θηλιά· κι όποιον πετύχουν, είτε άνθρωπο είτε άλογο, τον τραβούν προς το μέρος τους· και τα θύματά τους, μπλεγμένα στις θηλιές των λουριών τους, βρίσκουν κακό τέλος. Μ᾽ αυτό τον τρόπο πολεμούν, κι είχαν ενσωματωθεί στις περσικές ίλες.
[7.86.1] Κι οι Μήδοι είχαν την ίδια εξάρτυση με το πεζικό τους, όπως επίσης και οι Κίσσιοι. Οι Ινδοί πάλι ήταν οπλισμένοι με τη σκευή που είχε το πεζικό τους, και οδηγούσαν άτια και άρματα· και τα άρματα τα έσερναν άλογα και άγριοι όνοι. Κι οι Βάκτριοι είχαν την ίδια εξάρτυση με το πεζικό τους, το ίδιο και οι Κάσπιοι. [7.86.2] Κι οι Λίβυες, κι αυτοί την ίδια με το πεζικό τους, κι όλοι ετούτοι οδηγούσαν άρματα. Επίσης και οι Κάσπιοι και οι Παρικάνιοι είχαν την ίδια εξάρτυση με το πεζικό τους. Κι οι Αράβιοι είχαν την ίδια εξάρτυση με το πεζικό τους, αλλά οδηγούσαν όλοι τους καμήλες που στο τρέξιμο δεν έμεναν πίσω απ᾽ τ᾽ άλογα.
[7.87.1] Λοιπόν μονάχα αυτοί οι λαοί έδωσαν καβαλάρηδες, κι η δύναμη του ιππικού έφτασε τις ογδόντα χιλιάδες, εκτός απ᾽ τις καμήλες και τ᾽ άρματα. Και το υπόλοιπο ιππικό είχε παραταχτεί χωρισμένο σε κανονικούς σχηματισμούς ενώ οι Αράβιοι παρατάχτηκαν τελευταίοι, επειδή τ᾽ άλογα δεν ανέχονταν καθόλου τις καμήλες, για να μη ταράζεται το ιππικό.
[7.88.1] Αρχηγοί του ιππικού ήταν ο Αρμαμίθρης και ο Τίθαιος, γιοι του Δάτη, ενώ ο τρίτος συναρχηγός του ιππικού, ο Φαρνούχης, έμεινε πίσω στις Σάρδεις, άρρωστος. Γιατί, την ώρα που κινούσαν από τις Σάρδεις, τον βρήκε ολέθρια κακοτυχία· δηλαδή, ενώ έτρεχε καβάλα, ένας σκύλος ρίχτηκε ανάμεσα στα πόδια του αλόγου του· και τ᾽ άλογο, καθώς αιφνιδιάστηκε, ταράχτηκε και ορθώθηκε στα πισινά του πετώντας από τη ράχη του τον Φαρνούχη στη γη· κι όπως έπεσε κάτω, ξερνούσε αίμα κι η αρρώστια γύρισε σε χτικιό. [7.88.2] Και τ᾽ άλογο οι υπηρέτες του την ίδια στιγμή το πήραν και του έκαναν ό,τι τους πρόσταξε εκείνος· το οδήγησαν στο σημείο που έριξε κάτω τον αφέντη του κι εκεί του έκοψαν τα πόδια ψηλά, στα γόνατα. Μ᾽ αυτό τον τρόπο λοιπόν ο Φαρνούχης έχασε το αξίωμά του.