Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ

Βάτραχοι (1119-1161)


ΕΥ. καὶ μὴν ἐπ᾽ αὐτοὺς τοὺς προλόγους σοι τρέψομαι,
1120ὅπως τὸ πρῶτον τῆς τραγῳδίας μέρος
πρώτιστον αὐτοῦ βασανιῶ τοῦ δεξιοῦ.
ἀσαφὴς γὰρ ἦν ἐν τῇ φράσει τῶν πραγμάτων.
ΔΙ. καὶ ποῖον αὐτοῦ βασανιεῖς; ΕΥ. πολλοὺς πάνυ.
πρῶτον δέ μοι τὸν ἐξ Ὀρεστείας λέγε.
1125ΔΙ. ἄγε δὴ σιώπα πᾶς ἀνήρ. λέγ᾽, Αἰσχύλε.
ΑΙ. «Ἑρμῆ χθόνιε, πατρῷ᾽ ἐποπτεύων κράτη
σωτὴρ γενοῦ μοι σύμμαχός τ᾽ αἰτουμένῳ.
ἥκω γὰρ εἰς γῆν τήνδε καὶ κατέρχομαι»—
ΔΙ. τούτων ἔχεις ψέγειν τι; ΕΥ. πλεῖν ἢ δώδεκα.
1130ΔΙ. ἀλλ᾽ οὐδὲ πάντα ταῦτά γ᾽ ἔστ᾽ ἀλλ᾽ ἢ τρία.
ΕΥ. ἔχει δ᾽ ἕκαστον εἴκοσίν γ᾽ ἁμαρτίας.
ΔΙ. Αἰσχύλε, παραινῶ σοι σιωπᾶν· εἰ δὲ μή,
πρὸς τρισὶν ἰαμβείοισι προσοφείλων φανεῖ.
ΑΙ. ἐγὼ σιωπῶ τῷδ᾽; ΔΙ. ἐὰν πείθῃ γ᾽ ἐμοί.
1135ΕΥ. εὐθὺς γὰρ ἡμάρτηκεν οὐράνιον ὅσον.
ΑΙ. ὁρᾷς ὅτι ληρεῖς. ΕΥ. ἀλλ᾽ ὀλίγον γέ μοι μέλει.
ΑΙ. πῶς φῄς μ᾽ ἁμαρτεῖν; ΕΥ. αὖθις ἐξ ἀρχῆς λέγε.
ΑΙ. «Ἑρμῆ χθόνιε, πατρῷ᾽ ἐποπτεύων κράτη.»
ΕΥ. οὔκουν Ὀρέστης τοῦτ᾽ ἐπὶ τῷ τύμβῳ λέγει
1140τῷ τοῦ πατρὸς τεθνεῶτος; ΑΙ. οὐκ ἄλλως λέγω.
ΕΥ. πότερ᾽ οὖν τὸν Ἑρμῆν, ὡς ὁ πατὴρ ἀπώλετο
αὐτοῦ βιαίως ἐκ γυναικείας χερὸς
δόλοις λαθραίοις, ταῦτ᾽ ἐποπτεύειν ἔφη;
ΑΙ. οὐ δῆτ᾽ ἐκεῖνον, ἀλλὰ τὸν Ἐριούνιον
1145Ἑρμῆν χθόνιον προσεῖπε, κἀδήλου λέγων
ὁτιὴ πατρῷον τοῦτο κέκτηται γέρας.
ΕΥ. ἔτι μεῖζον ἐξήμαρτες ἢ ᾽γὼ ᾽βουλόμην·
εἰ γὰρ πατρῷον τὸ χθόνιον ἔχει γέρας—
ΔΙ. οὕτω γ᾽ ἂν εἴη πρὸς πατρὸς τυμβωρύχος.
1150ΑΙ. Διόνυσε, πίνεις οἶνον οὐκ ἀνθοσμίαν.
ΔΙ. λέγ᾽ ἕτερον αὐτῷ· σὺ δ᾽ ἐπιτήρει τὸ βλάβος.
ΑΙ. «σωτὴρ γενοῦ μοι σύμμαχός τ᾽ αἰτουμένῳ.
ἥκω γὰρ εἰς γῆν τήνδε καὶ κατέρχομαι»—
ΕΥ. δὶς ταὐτὸν ἡμῖν εἶπεν ὁ σοφὸς Αἰσχύλος.
1155ΔΙ. πῶς δίς; ΕΥ. σκόπει τὸ ῥῆμ᾽· ἐγὼ δέ σοι φράσω.
«ἥκω γὰρ εἰς γῆν,» φησί, «καὶ κατέρχομαι»·
ἥκειν δὲ ταὐτόν ἐστι τῷ κατέρχομαι.
ΔΙ. νὴ τὸν Δί᾽, ὥσπερ γ᾽ εἴ τις εἴποι γείτονι·
«Χρῆσον σὺ μάκτραν, εἰ δὲ βούλει, κάρδοπον.»
1160ΑΙ. οὐ δῆτα τοῦτό γ᾽, ὦ κατεστωμυλμένε
ἄνθρωπε, ταὔτ᾽ ἔστ᾽, ἀλλ᾽ ἄριστ᾽ ἐπῶν ἔχον.


ΕΥΡ., στον Αισχύλο.
Και τώρα τους προλόγους σου θα πιάσω·
1120των τραγωδιών του, του άξιου αυτού τεχνίτη
το πρώτο μέρος πρώτο θα εξετάσω.
Με ασάφεια πάντα ανάπτυσσε το θέμα.
ΔΙΟ. Ποιόν πρόλογό του θα εξετάσεις; ΕΥΡ. Πλήθος.
Στον Αισχύλο.
Για πες μου πρώτα αυτόν απ᾽ την Ορέστεια.
ΔΙΟ. Όλοι σιωπή λοιπόν. Μπρος, λέγε, Αισχύλε.
ΑΙΣ. «Χθόνιε Ερμή, εξουσίας πατρώας επόπτη,
σωτήρας και βοηθός μου, δέομαι, γίνε.
Στη χώρ᾽ αυτή γυρίζω κι επιστρέφω…
ΔΙΟ., στον Ευριπίδη.
Βρίσκεις εδώ κανένα λάθος; ΕΥΡ. Πάνω
1130από δώδεκα. ΔΙΟ. Μέσα σε τρεις στίχους;
ΕΥΡ. Μα ο κάθε στίχος είκοσι έχει λάθη.
ΔΙΟ., βλέποντας τον Αισχύλο να δυσφορεί.
Σώπαινε, Αισχύλε, αν θέλεις το καλό σου·
αλλιώς, πάνω απ᾽ τους τρεις θα πάει το χρέος.
ΑΙΣ. Για τούτον να σωπάσω; ΔΙΟ. Εγώ έτσι λέω.
ΕΥΡ. Έκαμε απ᾽ την αρχή τεράστιο λάθος.
ΑΙΣ. Βλέπεις πως λες βλακείες. ΕΥΡ. Μα δε με νοιάζει.
ΑΙΣ. Και ποιό είν᾽ το λάθος, λες; ΕΥΡ. Γιά ξαναπές τα.
ΑΙΣ. «Χθόνιε Ερμή, εξουσίας πατρώας επόπτη.»
ΕΥΡ. Αυτά, θαρρώ, ο Ορέστης δεν τα λέει
1140στον τάφο του πατέρα του; ΑΙΣ. Ο Ορέστης.
ΕΥΡ. Λοιπόν ο Ορέστης, επειδή ο γονιός του
με δόλο από γυναίκειο χέρι εχάθη,
γι᾽ αυτό τον λέει επόπτη τον Ερμή;
ΑΙΣ. Δεν είπε χθόνιο τον Ερμή των δόλων,
είπε έτσι τον βοηθόν Ερμή· εννοούσε
πως του είναι πατρικό το αξίωμα τούτο.
ΕΥΡ. Το λάθος πιο βαρύ κι απ᾽ ό,τι θέλω·
αν το κατωκοσμίτικό του αξίωμα
το κρατά απ᾽ το γονιό του… ΔΙΟ. τότε θα ᾽ναι
από σόι τυμβωρύχων. ΑΙΣ. Διόνυσέ μου,
1150πίνεις κρασί που δεν ανθομυρίζει.
ΔΙΟ. Πες του άλλο· εσύ να δεις αν θα έχει λάθος.
ΑΙΣ. «Σωτήρας και βοηθός μου δέομαι, γίνε.
Στη χώρ᾽ αυτή γυρίζω κι επιστρέφω»…
ΕΥΡ. Λέει το ίδιο δυο φορές· σοφός ο Αισχύλος!
ΑΙΣ. Γιατί; ΕΥΡ. Θα σου εξηγήσω· άκου τη φράση:
«Στη χώρ᾽ αυτή γυρίζω κι επιστρέφω.»
Τί γυρισμός, τί επιστροφή; Ένα πράμα.
ΔΙΟ. Ναι, αλήθεια· σα να λες στο γείτονά σου:
«Δάνεισέ μου μια σκάφη ή ζυμωτήρι.»
1160ΑΙΣ. Α εσύ, που ᾽σαι όλο εκζήτηση! Δεν είναι
καθόλου το ίδιο· είν᾽ έξοχος ο στίχος.