Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ

Νεφέλαι (1025-1066)


1025ΧΟ. ὦ καλλίπυργον σοφίαν κλεινοτάτην ἐπασκῶν, [ἀντ.]
ὡς ἡδύ σου τοῖσι λόγοις σῶφρον ἔπεστιν ἄνθος.
εὐδαίμονες δ᾽ ἦσαν ἄρ᾽ οἱ ζῶντες τότ᾽ ἐπὶ τῶν προτέρων.
1030πρὸς οὖν τάδ᾽, ὦ κομψοπρεπῆ μοῦσαν ἔχων,
δεῖ σε λέγειν τι καινόν, ὡς εὐδοκίμηκεν ἁνήρ.

δεινῶν δέ σοι βουλευμάτων ἔοικε δεῖν πρὸς αὐτόν,
1035εἴπερ τὸν ἄνδρ᾽ ὑπερβαλεῖ καὶ μὴ γέλωτ᾽ ὀφλήσεις.
ΑΔ. καὶ μὴν πάλαι γ᾽ ἐπνιγόμην τὰ σπλάγχνα κἀπεθύμουν
ἅπαντα ταῦτ᾽ ἐναντίαις γνώμαισι συνταράξαι.
ἐγὼ γὰρ ἥττων μὲν λόγος δι᾽ αὐτὸ τοῦτ᾽ ἐκλήθην
ἐν τοῖσι φροντισταῖσιν, ὅτι πρώτιστος ἐπενόησα
1040τοῖσιν νόμοις καὶ τῇ δίκῃ τἀναντί᾽ ἀντιλέξαι.
καὶ τοῦτο πλεῖν ἢ μυρίων ἔστ᾽ ἄξιον στατήρων,
αἱρούμενον τοὺς ἥττονας λόγους ἔπειτα νικᾶν.
σκέψαι δὲ τὴν παίδευσιν ᾗ πέποιθεν ὡς ἐλέγξω,
ὅστις σε θερμῷ φησι λοῦσθαι πρῶτον οὐκ ἐάσειν.
1045καίτοι τίνα γνώμην ἔχων ψέγεις τὰ θερμὰ λουτρά;
ΔΙ. ὁτιὴ κάκιστόν ἐστι καὶ δειλὸν ποεῖ τὸν ἄνδρα.
ΑΔ. ἐπίσχες· εὐθὺς γάρ σε μέσον ἔχω λαβὼν ἄφυκτον.
καί μοι φράσον, τῶν τοῦ Διὸς παίδων τίν᾽ ἄνδρ᾽ ἄριστον
ψυχὴν νομίζεις, εἰπέ, καὶ πλείστους πόνους πονῆσαι;
1050ΔΙ. ἐγὼ μὲν οὐδέν᾽ Ἡρακλέους βελτίον᾽ ἄνδρα κρίνω.
ΑΔ. ποῦ ψυχρὰ δῆτα πώποτ᾽ εἶδες Ἡράκλεια λουτρά;
καίτοι τίς ἀνδρειότερος ἦν; ΔΙ. ταῦτ᾽ ἐστί, ταῦτ᾽ ἐκεῖνα,
ἃ τῶν νεανίσκων ἀεὶ δι᾽ ἡμέρας λαλούντων
πλῆρες τὸ βαλανεῖον ποεῖ, κενὰς δὲ τὰς παλαίστρας.
1055ΑΔ. εἶτ᾽ ἐν ἀγορᾷ τὴν διατριβὴν ψέγεις· ἐγὼ δ᾽ ἐπαινῶ.
εἰ γὰρ πονηρὸν ἦν, Ὅμηρος οὐδέποτ᾽ ἂν ἐποίει
τὸν Νέστορ᾽ ἀγορητὴν ἂν οὐδὲ τοὺς σοφοὺς ἅπαντας.
ἄνειμι δῆτ᾽ ἐντεῦθεν εἰς τὴν γλῶτταν, ἣν ὁδὶ μὲν
οὔ φησι χρῆναι τοὺς νέους ἀσκεῖν, ἐγὼ δέ φημι.
1060καὶ σωφρονεῖν αὖ φησι χρῆναι· δύο κακὼ μεγίστω.
ἐπεὶ σὺ διὰ τὸ σωφρονεῖν τῷ πώποτ᾽ εἶδες ἤδη
ἀγαθόν τι γενόμενον; φράσον, καί μ᾽ ἐξέλεγξον εἰπών.
ΔΙ. πολλοῖς. ὁ γοῦν Πηλεὺς ἔλαβε διὰ τοῦτο τὴν μάχαιραν.
ΑΔ. μάχαιραν; ἀστεῖον τὸ κέρδος ἔλαβεν ὁ κακοδαίμων.
1065Ὑπέρβολος δ᾽ οὑκ τῶν λύχνων πλεῖν ἢ τάλαντα πολλὰ
εἴληφε διὰ πονηρίαν, ἀλλ᾽ οὐ μὰ Δί᾽ οὐ μάχαιραν.


ΧΟΡ., στο Δίκαιο Λόγο.
Ω συ, σοφίας υψηλής οπαδέ
και ξακουσμένης,
πόσο γλυκός
της σωφροσύνης ο ανθός που στα λόγια σου ανθίζει!
Ήταν καλότυχοι, αλήθεια, όσοι ζούσαν εκείνα τα χρόνια.
Στον Άδικο Λόγο.
1030Κάτι νέο, εσύ κομψής τεχνίτη μούσας,
πρέπει νά ᾽βρεις, γιατί ο πρώτος τα είπε ωραία.

ΚΟΡ. Πρέπει με επιχειρήματα γερά να του απαντήσεις,
αν θέλεις νά ᾽βγεις νικητής, κι όχι γελοίος να γίνεις.

ΑΔΙ. Τα σωθικά μου βράζανε τόση ώρα· λαχταρούσα
όσα είπε αυτός με αντίθετες να τα τσακίσω γνώμες.
Εμένα Λόγο Αδύνατο στα ερευνητήρια μέσα
με ονόμασαν· γιατί; Γιατί τη σκέψη εγώ είχα πρώτος
1040πάντα να λέω τ᾽ αντίθετα στους νόμους και στο δίκιο.
Κι από χρυσάφι πιο ακριβό είν᾽ αυτό, να υποστηρίζεις
εκείνο που είν᾽ αδύνατο κι όμως να βγαίνεις πρώτος.
Στο Φειδιππίδη.
Τη μόρφωση που αυτός παινά γιά κοίτα πώς θα ελέγξω.
Πρώτο, δε θα σ᾽ αφήνει, λέει, ζεστά λουτρά να κάνεις.
Στο Δίκαιο Λόγο.
Και τί έχουν τα ζεστά λουτρά; Σαν τί κακό τούς βρίσκεις;
ΔΙΚ. Είναι ένα πράμα βλαβερό· δειλό τον άντρα κάνουν.
ΑΔΙ. Σ᾽ έπιασα κιόλας· σε κρατώ γερά και δε μου φεύγεις.
Από του Δία τους γιους ποιός λες την πιο γενναία πως έχει
καρδιά; Ποιός λες πως έκαμε τους πιο πολλούς τους άθλους;
1050ΔΙΚ. Πιο αντρείος από τον Ηρακλή κανένας λέω δεν είναι.
ΑΔΙ. Και του Ηρακλή ψυχρά λουτρά, γιά πες μου, είδες ποτέ σου;
Κι όμως λεβέντη σαν αυτόν δεν είδε ο κόσμος. ΔΙΚ. Νά τα!
Οι νέοι γι᾽ αυτά κι αυτά φλυαρούν απ᾽ το πρωί ως το βράδυ
κι έτσι γεμίζουν τα λουτρά κι είν᾽ άδειες οι παλαίστρες.
ΑΔΙ. Κακό είναι λες στην αγορά να μένουν· λέω καλό ειναι.
Άσκημο αν ήταν, ο Όμηρος ποτέ δε θα παινούσε
το Νέστορα ως αγορητή και τους σοφούς τους άλλους.
Ας πάμε στη ρητορική· δεν πρέπει, λέει, οι νέοι
τη γλώσσα τους να ασκούν· κι εγώ σας λέω πως είναι ανάγκη.
1060Τους χρειάζεται είπε και ηθική. Νά δυο κακά τεράστια.
Ξέρεις κανέναν που καλό ποτέ ως τα τώρα να είδε
από την ηθική; Γιά πες κι απόδειξε ότι σφάλλω.
ΔΙΚ. Πολλοί. Ο Πηλέας δεν έλαβε γι᾽ αυτό μαχαίρι δώρο;
ΑΔΙ. Χαρά στο πράμα! Ακούς εκεί, μαχαίρι ο κακομοίρης!
Ο Υπέρβολος ο λυχναράς, για να ᾽ναι κατεργάρης,
μάζεψε τάλαντα πολλά, σωρούς, κι όχι μαχαίρι.