Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Πέρσαι (433-471)


ΒΑ. αἰαῖ, κακῶν δὴ πέλαγος ἔρρωγεν μέγα
Πέρσαις τε καὶ πρόπαντι βαρβάρων γένει.
435 ΑΓ. εὖ νυν τόδ᾽ ἴσθι, μηδέπω μεσοῦν κακόν·
τοιάδ᾽ ἐπ᾽ αὐτοῖς ἦλθε συμφορὰ πάθους,
ὡς τοῖσδε καὶ δὶς ἀντισηκῶσαι ῥοπῇ.
ΒΑ. καὶ τίς γένοιτ᾽ ἂν τῆσδ᾽ ἔτ᾽ ἐχθίων τύχη;
λέξον τίν᾽ αὖ φῂς τήνδε συμφορὰν στρατῷ
440 ἐλθεῖν κακῶν ῥέπουσαν ἐς τὰ μάσσονα.
ΑΓ. Περσῶν ὅσοιπερ ἦσαν ἀκμαῖοι φύσιν,
ψυχήν τ᾽ ἄριστοι κεὐγένειαν ἐκπρεπεῖς,
αὐτῷ τ᾽ ἄνακτι πίστιν ἐν πρώτοις ἀεί,
τεθνᾶσιν αἰσχρῶς δυσκλεεστάτῳ μόρῳ.
445 ΒΑ. οἲ ᾽γὼ τάλαινα συμφορᾶς κακῆς, φίλοι.
ποίῳ μόρῳ δὲ τούσδε φῂς ὀλωλέναι;
ΑΓ. νῆσός τις ἐστὶ πρόσθε Σαλαμῖνος τόπων,
βαιά, δύσορμος ναυσίν, ἣν ὁ φιλόχορος
Πὰν ἐμβατεύει ποντίας ἀκτῆς ἔπι.
450 ἐνταῦθα πέμπει τούσδ᾽, ὅπως, ὅτ᾽ ἐκ νεῶν
φθαρέντες ἐχθροὶ νῆσον ἐκσῳζοίατο,
κτείνοιεν εὐχείρωτον Ἑλλήνων στρατόν,
φίλους δ᾽ ὑπεκσῴζοιεν ἐναλίων πόρων,
κακῶς τὸ μέλλον ἱστορῶν. ὡς γὰρ θεὸς
455 ναῶν ἔδωκε κῦδος Ἕλλησιν μάχης,
αὐθημερὸν φράξαντες εὐχάλκοις δέμας
ὅπλοισι ναῶν ἐξέθρῳσκον· ἀμφὶ δὲ
κυκλοῦντο πᾶσαν νῆσον, ὥστ᾽ ἀμηχανεῖν
ὅποι τράποιντο. πολλὰ μὲν γὰρ ἐκ χερῶν
460 πέτροισιν ἠράσσοντο, τοξικῆς τ᾽ ἄπο
θώμιγγος ἰοὶ προσπίτνοντες ὤλλυσαν·
τέλος δ᾽ ἐφορμηθέντες ἐξ ἑνὸς ῥόθου
παίουσι, κρεοκοποῦσι δυστήνων μέλη,
ἕως ἁπάντων ἐξαπέφθειραν βίον.
465 Ξέρξης δ᾽ ἀνῴμωξεν κακῶν ὁρῶν βάθος·
ἕδραν γὰρ εἶχε παντὸς εὐαγῆ στρατοῦ,
ὑψηλὸν ὄχθον ἄγχι πελαγίας ἁλός·
ῥήξας δὲ πέπλους κἀνακωκύσας λιγύ,
πεζῷ παραγγείλας ἄφαρ στρατεύματι,
470 ἵησ᾽ ἀκόσμῳ ξὺν φυγῇ. τοιάνδε σοι
πρὸς τῇ πάροιθε συμφορὰν πάρα στένειν.


ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ
Οϊμέ, τί πέλαγος κακών πάνω στους Πέρσες
και σ᾽ όλο των βαρβάρων ξέσπασε το γένος!
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Μα ουδέ στη μέση, ξέρε το, δεν είσ᾽ ακόμη
των συμφορών μας· τέτοια ήρθε κατόπι κι άλλη
που δυο φορές κι όσ᾽ άκουσες ν᾽ αντιβαραίνει.
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ
Και ποιά άλλη ακόμα πιο σκληρή θα μπόρειε τύχη
να γενεί; πες μας, ποιά ᾽ναι πάλι αυτή που βρήκε
440το στρατό και ξεχείλισε τις συμφορές του;
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Όσοι απ᾽ τους Πέρσες πιο τρανοί στη δύναμ᾽ ήταν
με πιο γενναία καρδιά, της αρχοντιάς στολίδια,
και πλάι στο βασιλιά πρώτοι πάντα στην πίστη,
με τον πιο θάνατο άδοξο κι άθλια χαθήκαν.
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ
Ω συμφορά μου, η άραχλη και μαύρη μοίρα!
μα σαν ποιός θάνατος λοιπόν τους βρήκε, πε μας;
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ
Είναι στη Σαλαμίνα εμπρός ένα νησάκι
μικρό, κακό για τα καράβια αραξοβόλι,
που μόνο ο φιλοχορευτής συχνάζει ο Πάνας
450στ᾽ ακρογιάλια του· εδώ λοιπόν τους στέλνει ο Ξέρξης
που όσους το κύμα εχτρούς καραβοτσακισμένους
στο νησί θα ᾽βγαζε – εύκολη άγρη του χεριού των –
να τους σκοτώνουν και να σώζουν τους δικούς μας
απ᾽ τα στενά της θάλασσας· μα είχε προβλέψει
κακά το μέλλον· γιατ᾽ αφού ο θεός τη δόξα
της νίκης έδωσε στο στόλο των Ελλήνων,
την ίδια μέρα, στα κορμιά φορώντας γύρω
τις χάλκινες αρματωσιές, πήδησαν έξω
απ᾽ τα καράβια κι έζωσαν το νησί ολούθε,
που να μη ξέρουν πού να στρέψουν οι δικοί μας·
460γιατί βροχή απ᾽ τα χέρια τους πέφτοντας πέτρες
κι από των τόξων τις νευρές βέλη χαλάζι
το θάνατο σκορπούσανε· κι ορμώντας τέλος
μ᾽ ένα επίδρομο πάνω τους, δεξά ζερβά τους
χτυπούν και τα κορμιά των άθλιων κρεοκοπούνε,
ως που κι όλους τους ξέκαμαν πέρα για πέρα.
Έσκουξ᾽ ο Ξέρξης βλέποντας το τόσο βάθος
της συμφοράς· γιατ᾽ είχε πάρει θέση, απ᾽ όπου
όλο μπορούσε το στρατό να ξεχωρίζει,
πάνω σ᾽ όχτο ψηλό κοντά στο περιγιάλι.
Κι αφού έσκισε τα ρούχα του με πικρό κλάμα,
στο στρατό ξάφνου της στεριάς προσταγή δίνει
470και χυμά σ᾽ άταχτο φευγιό. Τέτοια ᾽ναι κι η άλλη
συμφορά πὄχεις να θρηνείς κοντά στην πρώτη.