Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Ἡρακλῆς Μαινόμενος (380-407)


380τεθρίππων τ᾽ ἐπέβα [στρ. β]
καὶ ψαλίοις ἐδάμασσε πώ-
λους Διομήδεος, αἳ φονίαισι φάτ-
ναις ἀχάλιν᾽ ἐθόαζον
κάθαιμα γένυσι σῖτα,
385χαρμοναῖσιν ἀνδροβρῶσι
δυστράπεζοι· πέραν
δ᾽ ἀργυρορρύτων Ἕβρου
διεπέρασεν ὄχθων,
Μυκηναίωι πονῶν τυράννωι.
ἄν τε Μηλιάδ᾽ ἀκτὰν
390Ἀναύρου παρὰ παγὰς
Κύκνον ξεινοδαΐκταν
τόξοις ὤλεσεν, Ἀμφαναί-
ας οἰκήτορ᾽ ἄμεικτον.

ὑμνωιδούς τε κόρας [ἀντ. β]
395ἤλυθεν ἑσπέριόν ‹τ᾽› ἐς αὐ-
λὰν χρύσεον πετάλων ἄπο μηλοφό-
ρων χερὶ καρπὸν ἀμέρξων,
δράκοντα πυρσόνωτον,
ὅς ‹σφ᾽› ἄπλατον ἀμφελικτὸς
ἕλικ᾽ ἐφρούρει, κτανών·
400ποντίας θ᾽ ἁλὸς μυχοὺς
εἰσέβαινε, θνατοῖς
γαλανείας τιθεὶς ἐρετμοῖς.
οὐρανοῦ θ᾽ ὑπὸ μέσσαν
ἐλαύνει χέρας ἕδραν,
405Ἄτλαντος δόμον ἐλθών,
ἀστρωπούς τε κατέσχεν οἴ-
κους εὐανορίαι θεῶν.


380Και στο τετράλογο άρμ᾽ ανέβηκε
κι εδάμασε με χαλινάρια
τις πουλάρες του Διομήδη,
που ακαπίστρωτες σε φάτνες
φονικές συχνάζανε, βουτώντας
σε τροφή ολοματωμένη
με χαρές ανθρωποφάγισσες
ολεθρίου τραπεζιού·
και τον αργυρορέματο Έβρο
και του Πηλίου περνώντας την ακτή
390σιμά στις πηγές του Αναύρου
έκαμε το βαριό έργο για χατίρι
του βασιλιά των Μυκηνών.
Και τον ξενοφάγο Κύκνο
με τα τόξα του τον χάλασε,
της Αμφαναίας άγριον κάτοικο·

και στων Εσπερίδων, των καλόφωνων
κοριτσιών, ήρθε τον κήπο
απ᾽ τα μηλοφόρα κλώνια
τον χρυσό καρπό ν᾽ αρπάξει,
το φίδι, που ᾽χε ράχη φλόγινη
και γυροτυλιγμένο σε κουβάρι
ασίμωτον τον φύλαγε,
400σκοτώνοντας· και μες στης θάλασσας
τα μάκρη μπήκε με θνητά
κουπιά, γαλήνη κάμνοντας·
και στη μέση τ᾽ ουρανού
στήριγμα το χέρι του έδωκε
στου Άτλαντος το σπίτι ερχάμενος·
κι έτσι τ᾽ αστέρινα παλάτια
με δύναμη κράτησε θεϊκή.