Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Οἰκονομικός (4.12-4.25)


[4.12] Ἐκ τούτων ὁ Κριτόβουλος εἶπεν· Οὐκοῦν εἰ μὲν δὴ ταῦτα ποιεῖ βασιλεύς, ὦ Σώκρατες, οὐδὲν ἔμοιγε δοκεῖ ἧττον τῶν γεωργικῶν ἔργων ἐπιμελεῖσθαι ἢ τῶν πολεμικῶν.
[4.13] Ἔτι δὲ πρὸς τούτοις, ἔφη ὁ Σωκράτης, ἐν ὁπόσαις τε χώραις ἐνοικεῖ καὶ εἰς ὁπόσας ἐπιστρέφεται, ἐπιμελεῖται τούτων ὅπως κῆποί τε ἔσονται, οἱ παράδεισοι καλούμενοι, πάντων καλῶν τε κἀγαθῶν μεστοὶ ὅσα ἡ γῆ φύειν θέλει, καὶ ἐν τούτοις αὐτὸς τὰ πλεῖστα διατρίβει, ὅταν μὴ ἡ ὥρα τοῦ ἔτους ἐξείργῃ.
[4.14] Νὴ Δί᾽, ἔφη ὁ Κριτόβουλος, ἀνάγκη τοίνυν, ὦ Σώκρατες, ἔνθα γε διατρίβει αὐτός, καὶ ὅπως ὡς κάλλιστα κατεσκευασμένοι ἔσονται οἱ παράδεισοι ἐπιμελεῖσθαι δένδρεσι καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασι καλοῖς ὅσα ἡ γῆ φύει.
[4.15] Φασὶ δέ τινες, ἔφη ὁ Σωκράτης, ὦ Κριτόβουλε, καὶ ὅταν δῶρα διδῷ ὁ βασιλεύς, πρῶτον μὲν εἰσκαλεῖν τοὺς πολέμῳ ἀγαθοὺς γεγονότας, ὅτι οὐδὲν ὄφελος πολλὰ ἀροῦν, εἰ μὴ εἶεν οἱ ἀρήξοντες· δεύτερον δὲ τοὺς κατασκευάζοντας τὰς χώρας ἄριστα καὶ ἐνεργοὺς ποιοῦντας, λέγοντα ὅτι οὐδ᾽ ἂν οἱ ἄλκιμοι δύναιντο ζῆν, εἰ μὴ εἶεν οἱ ἐργαζόμενοι. [4.16] λέγεται δὲ καὶ Κῦρός ποτε, ὅσπερ εὐδοκιμώτατος δὴ βασιλεὺς γεγένηται, εἰπεῖν τοῖς ἐπὶ τὰ δῶρα κεκλημένοις ὅτι αὐτὸς ἂν δικαίως τὰ ἀμφοτέρων δῶρα λαμβάνοι· κατασκευάζειν τε γὰρ ἄριστος εἶναι ἔφη χώραν καὶ ἀρήγειν τοῖς κατεσκευασμένοις.
[4.17] Κῦρος μὲν τοίνυν, ἔφη ὁ Κριτόβουλος, ὦ Σώκρατες, καὶ ἐπηγάλλετο οὐδὲν ἧττον, εἰ ταῦτα ἔλεγεν, ἐπὶ τῷ χώρας ἐνεργοὺς ποιεῖν καὶ κατασκευάζειν ἢ ἐπὶ τῷ πολεμικὸς εἶναι.
[4.18] Καὶ ναὶ μὰ Δί᾽, ἔφη ὁ Σωκράτης, Κῦρός γε, εἰ ἐβίωσεν, ἄριστος ἂν δοκεῖ ἄρχων γενέσθαι· καὶ τούτου τεκμήρια ἄλλα τε πολλὰ παρέσχηται καὶ ὁπότε περὶ τῆς βασιλείας τῷ ἀδελφῷ ἐπορεύετο μαχούμενος, παρὰ μὲν Κύρου οὐδεὶς λέγεται αὐτομολῆσαι πρὸς βασιλέα, παρὰ δὲ βασιλέως πολλαὶ μυριάδες πρὸς Κῦρον. [4.19] ἐγὼ δὲ καὶ τοῦτο ἡγοῦμαι μέγα τεκμήριον ἄρχοντος ἀρετῆς εἶναι, ᾧ ἂν ἑκόντες πείθωνται καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς παραμένειν ἐθέλωσιν. ἐκείνῳ δὲ καὶ οἱ φίλοι ζῶντί τε συνεμάχοντο καὶ ἀποθανόντι συναπέθανον πάντες περὶ τὸν νεκρὸν μαχόμενοι πλὴν Ἀριαίου· Ἀριαῖος δ᾽ ἔτυχεν ἐπὶ τῷ εὐωνύμῳ κέρατι τεταγμένος. [4.20] οὗτος τοίνυν ὁ Κῦρος λέγεται Λυσάνδρῳ, ὅτε ἦλθεν ἄγων αὐτῷ τὰ παρὰ τῶν συμμάχων δῶρα, ἄλλα τε φιλοφρονεῖσθαι, ὡς αὐτὸς ἔφη ὁ Λύσανδρος ξένῳ ποτέ τινι ἐν Μεγάροις διηγούμενος, καὶ τὸν ἐν Σάρδεσι παράδεισον ἐπιδεικνύναι αὐτὸν ἔφη. [4.21] ἐπεὶ δὲ ἐθαύμαζεν αὐτὸν ὁ Λύσανδρος ὡς καλὰ μὲν τὰ δένδρα εἴη, δι᾽ ἴσου δὲ τὰ πεφυτευμένα, ὀρθοὶ δὲ οἱ στίχοι τῶν δένδρων, εὐγώνια δὲ πάντα καλῶς εἴη, ὀσμαὶ δὲ πολλαὶ καὶ ἡδεῖαι συμπαρομαρτοῖεν αὐτοῖς περιπατοῦσι, καὶ ταῦτα θαυμάζων εἶπεν· Ἀλλ᾽ ἐγώ τοι, ὦ Κῦρε, πάντα μὲν ‹ταῦτα› θαυμάζω ἐπὶ τῷ κάλλει, πολὺ δὲ μᾶλλον ἄγαμαι τοῦ καταμετρήσαντός σοι καὶ διατάξαντος ἕκαστα τούτων· [4.22] ἀκούσαντα δὲ ταῦτα τὸν Κῦρον ἡσθῆναί τε καὶ εἰπεῖν· Ταῦτα τοίνυν, ὦ Λύσανδρε, ἐγὼ πάντα καὶ διεμέτρησα καὶ διέταξα, ἔστι δ᾽ αὐτῶν, φάναι, ἃ καὶ ἐφύτευσα αὐτός. [4.23] καὶ ὁ Λύσανδρος ἔφη, ἀποβλέψας εἰς αὐτὸν καὶ ἰδὼν τῶν τε ἱματίων τὸ κάλλος ὧν εἶχε καὶ τῆς ὀσμῆς αἰσθόμενος καὶ τῶν στρεπτῶν καὶ τῶν ψελίων τὸ κάλλος καὶ τοῦ ἄλλου κόσμου οὗ εἶχεν, εἰπεῖν· Τί λέγεις, φάναι, ὦ Κῦρε; ἦ γὰρ σὺ ταῖς σαῖς χερσὶ τούτων τι ἐφύτευσας; [4.24] καὶ τὸν Κῦρον ἀποκρίνασθαι· Θαυμάζεις τοῦτο, [ἔφη,] ὦ Λύσανδρε; ὄμνυμί σοι τὸν Μίθρην, ὅτανπερ ὑγιαίνω, μηπώποτε δειπνῆσαι πρὶν ἱδρῶσαι ἢ τῶν πολεμικῶν τι ἢ τῶν γεωργικῶν ἔργων μελετῶν ἢ ἀεὶ ἕν γέ τι φιλοτιμούμενος. [4.25] καὶ αὐτὸς μέντοι ἔφη ὁ Λύσανδρος ἀκούσας ταῦτα δεξιώσασθαί τε αὐτὸν καὶ εἰπεῖν· Δικαίως μοι δοκεῖς, ὦ Κῦρε, εὐδαίμων εἶναι· ἀγαθὸς γὰρ ὢν ἀνὴρ εὐδαιμονεῖς.


[4.12] ΚΡΙΤΟΒΟΥΛΟΣ. Εάν πραγματικά αυτά κάνει ο βασιλιάς των Περσών, Σωκράτη, μου φαίνεται πως δεν φροντίζει καθόλου λιγότερο για τις γεωργικές εργασίες από ό,τι για τις πολεμικές.
[4.13] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Εκτός από αυτά, σε όσες περιοχές μένει και όσες επισκέπτεται, φροντίζει γι᾽ αυτές ώστε να υπάρχουν κήποι, οι λεγόμενοι παράδεισοι, γεμάτοι από όλα τα καλά και τα αγαθά που η γη συνήθως παράγει· σ᾽ αυτούς περνάει τον περισσότερο καιρό του, όταν η εποχή του χρόνου δεν τον εμποδίζει.
[4.14] ΚΡΙΤΟΒΟΥΛΟΣ. Μά τον Δία, είναι ανάγκη λοιπόν, Σωκράτη, όπου περνάει τον καιρό του ο ίδιος να φροντίζουν ώστε αυτοί οι παράδεισοι να είναι όσο το δυνατόν καλύτερα περιποιημένοι με δέντρα και όλα τα καλά και αγαθά, όσα παράγει η γη.
[4.15] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Μερικοί όμως ισχυρίζονται πως και, όταν δίνει δώρα ο βασιλιάς, πρώτα στέλνει και προσκαλεί αυτούς που αναδείχτηκαν στον πόλεμο γενναίοι, επειδή δεν ωφελεί η καλλιέργεια μεγάλων χωραφιών, αν δεν θα υπάρχουν αυτοί που θα τα υπερασπίζονται· στη συνέχεια προσκαλεί αυτούς που καλλιεργούν τα χωράφια με άριστο τρόπο και πετυχαίνουν την υψηλή παραγωγικότητά τους, λέγοντας πως ούτε και οι ανδρείοι στα πολεμικά έργα θα μπορούσαν να ζήσουν, αν δεν υπήρχαν οι εργάτες της γης. [4.16] Λένε ακόμη πως κι ο Κύρος κάποτε, που έχει τη φήμη του πιο ένδοξου βασιλιά, είπε σε όσους ήταν καλεσμένοι για να πάρουν τα δώρα του ότι ο ίδιος δίκαια θα μπορούσε να πάρει τα δώρα και των δυο τους, και των πολεμιστών και των καλλιεργητών. Γιατί είπε πως και τη γη ξέρει να την καλλιεργεί με τον καλύτερο τρόπο και να υπερασπίζεται ό,τι καλλιέργησε.
[4.17] ΚΡΙΤΟΒΟΥΛΟΣ. Αν λοιπόν τα είπε αυτά ο Κύρος, Σωκράτη, περηφανευόταν τόσο για την ικανότητά του να κάνει παραγωγικά και να προετοιμάζει για καλλιέργεια τα χωράφια του όσο και για την ικανότητά του στον πόλεμο.
[4.18] ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Και πράγματι, μά τον Δία, αν ζούσε ο Κύρος, φαίνεται πως θα γινόταν άριστος κυβερνήτης. Και έχει δώσει πολλές αποδείξεις γι᾽ αυτό, ιδιαίτερα όταν προχωρούσε για να πολεμήσει εναντίον του αδελφού του, διεκδικώντας τον θρόνο· λένε πως κανείς δεν αυτομόλησε από τον Κύρο στον βασιλιά, από τον βασιλιά όμως πολλές χιλιάδες στρατιώτες κατέφυγαν στον Κύρο. [4.19] Κι αυτό εγώ το θεωρώ πειστική απόδειξη της αξίας ενός άρχοντα, δηλαδή το να υπακούουν σ᾽ αυτόν από μόνοι τους και με τη θέλησή τους να μένουν δίπλα του στις δύσκολες στιγμές. Οι φίλοι του βέβαια και όσο ήταν ζωντανός πολεμούσαν στο πλευρό του και όταν σκοτώθηκε όλοι σκοτώθηκαν μαζί του, πολεμώντας γύρω απ᾽ το νεκρό του σώμα, όλοι εκτός από τον Αριαίο. Έτυχε ο Αριαίος να ᾽ναι παραταγμένος στην αριστερή πτέρυγα. [4.20] Αυτός λοιπόν ο Κύρος, λένε, όταν πήγε ο Λύσανδρος φέρνοντάς του τα δώρα των συμμάχων, και με άλλους τρόπους τού έδειξε τα φιλικά του αισθήματα —όπως είπε κάποτε ίδιος ο Λύσανδρος σε μια διήγησή του σ᾽ έναν φιλοξενούμενό του στα Μέγαρα— και του έδειξε ο ίδιος τον παράδεισό του στις Σάρδεις. [4.21] Καθώς απορούσε μ᾽ αυτόν τον κήπο ο Λύσανδρος, πόσο ωραία ήταν τα δέντρα, φυτεμένα σε ίση απόσταση το ένα από το άλλο, σε ίσιες σειρές και συμμετρικά στις γωνίες, και μυρωδιές πολλές και ευχάριστες τους συνόδευαν στον περίπατό τους, με θαυμασμό είπε: Στ᾽ αλήθεια, Κύρε, έχω μείνει κατάπληκτος από όλες αυτές τις ομορφιές, πολύ περισσότερο όμως νιώθω θαυμασμό γι᾽ αυτόν που μέτρησε τις αποστάσεις κι έκανε τη διάταξη για το καθένα από αυτά για χάρη σου. [4.22] Κι όταν τα άκουσε αυτά ο Κύρος, ευχαριστήθηκε και του απάντησε: Λοιπόν, Λύσανδρε, εγώ είμαι αυτός που μέτρησα τις αποστάσεις και τακτοποίησα τα πάντα, και κάποια από αυτά, είπε, είναι που τα φύτεψα εγώ ο ίδιος με τα χέρια μου. [4.23] Ο Λύσανδρος, στρέφοντας το βλέμμα του πάνω του, είδε την ομορφιά της φορεσιάς του της βασιλικής, ένιωσε το άρωμά του και παρατήρησε τη λάμψη που είχαν τα περιδέραια, τα βραχιόλια και τα άλλα κοσμήματα που φορούσε, κι είπε: Μα τί λες Κύρε; Στ᾽ αλήθεια φύτεψες εσύ κάτι απ᾽ αυτά με τα ίδια σου τα χέρια; [4.24] Κι ο Κύρος απάντησε: Αυτό σε κάνει να απορείς, Λύσανδρε; Κάνω όρκο στο Μίθρα πως, όταν είμαι καλά, ποτέ δεν δειπνώ πριν να ιδρώσω, κοπιάζοντας πρώτα με κάποια εργασία πολεμική ή γεωργική ή κάνοντας με φιλοτιμία κάποιο άλλο πράγμα. Κι όταν τ᾽ άκουσε αυτά ο Λύσανδρος, του έπιασε το δεξί του χέρι και του είπε: [4.25] Κύρε μου, μου φαίνεται πως σου πρέπει να ᾽σαι ευτυχισμένος, γιατί την ευτυχία σου την κερδίζεις με την αρετή σου.