Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Οἰκονομικός (13.1-13.12)


[13.1] Ὅταν ‹δὲ› παραστήσῃς τινί, ἔφην ἐγώ, τοῦτο καὶ πάνυ ἰσχυρῶς, ὅτι δεῖ ἐπιμελεῖσθαι ὧν ἂν σὺ βούλῃ, ἦ ἱκανὸς ἤδη ἔσται ὁ τοιοῦτος ἐπιτροπεύειν, ἤ τι καὶ ἄλλο προσμαθητέον αὐτῷ ἔσται, εἰ μέλλει ἐπίτροπος ἱκανὸς ἔσεσθαι;
[13.2] Ναὶ μὰ Δί᾽, ἔφη ὁ Ἰσχόμαχος, ἔτι μέντοι λοιπὸν αὐτῷ ἐστι γνῶναι ὅ τι τε ποιητέον καὶ ὁπότε καὶ ὅπως, εἰ δὲ μή, τί μᾶλλον ἐπιτρόπου ἄνευ τούτων ὄφελος ἢ ἰατροῦ ὃς ἐπιμελοῖτο μὲν κάμνοντός τινος πρῴ τε ἰὼν καὶ ὀψέ, ὅ τι δὲ συμφέρον τῷ κάμνοντι ποιεῖν εἴη, τοῦτο μὴ εἰδείη;
[13.3] Ἐάν γε μὴν καὶ τὰ ἔργα μάθῃ ὡς ἔστιν ἐργαστέα, ἔτι τινός, ἔφην ἐγώ, προσδεήσεται, ἢ ἀποτετελεσμένος ἤδη οὗτός σοι ἔσται ἐπίτροπος;
Ἄρχειν γε, ἔφη, οἶμαι δεῖν αὐτὸν μαθεῖν τῶν ἐργαζομένων.
[13.4] Ἦ οὖν, ἔφην ἐγώ, καὶ σὺ ἄρχειν ἱκανοὺς εἶναι παιδεύεις τοὺς ἐπιτρόπους;
Πειρῶμαί γε δή, ἔφη ὁ Ἰσχόμαχος.
Καὶ πῶς δή, ἔφην ἐγώ, πρὸς τῶν θεῶν τὸ ἀρχικοὺς εἶναι ἀνθρώπων παιδεύεις;
Φαύλως, ἔφη, πάνυ, ὦ Σώκρατες, ὥστε ἴσως ἂν καὶ καταγελάσαις ἀκούων.
[13.5] Οὐ μὲν δὴ ἄξιόν γ᾽, ἔφην ἐγώ, τὸ πρᾶγμα καταγέλωτος, ὦ Ἰσχόμαχε. ὅστις γάρ τοι ἀρχικοὺς ἀνθρώπων δύναται ποιεῖν, δῆλον ὅτι οὗτος καὶ δεσποτικοὺς ἀνθρώπων δύναται διδάσκειν, ὅστις δὲ δεσποτικοὺς δύναται ποιεῖν, καὶ βασιλικούς. ὥστε οὐ καταγέλωτός μοι δοκεῖ ἄξιος εἶναι ἀλλ᾽ ἐπαίνου μεγάλου ὁ τοῦτο δυνάμενος ποιεῖν.
[13.6] Οὐκοῦν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, τὰ μὲν ἄλλα ζῷα ἐκ δυοῖν τούτοιν τὸ πείθεσθαι μανθάνουσιν, ἔκ τε τοῦ ὅταν ἀπειθεῖν ἐπιχειρῶσι κολάζεσθαι καὶ ἐκ τοῦ ὅταν προθύμως ὑπηρετῶσιν εὖ πάσχειν. [13.7] οἵ τε γοῦν πῶλοι μανθάνουσιν ὑπακούειν τοῖς πωλοδάμναις τῷ ὅταν μὲν πείθωνται τῶν ἡδέων τι αὐτοῖς γίγνεσθαι, ὅταν δὲ ἀπειθῶσι πράγματα ἔχειν, ἔστ᾽ ἂν ὑπηρετήσωσι κατὰ γνώμην τῷ πωλοδάμνῃ· [13.8] καὶ τὰ κυνίδια δὲ πολὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῇ γνώμῃ καὶ τῇ γλώττῃ ὑποδεέστερα ὄντα ὅμως καὶ περιτρέχειν καὶ κυβιστᾶν καὶ ἄλλα πολλὰ μανθάνει τῷ αὐτῷ τούτῳ τρόπῳ. ὅταν μὲν γὰρ πείθηται, λαμβάνει τι ὧν δεῖται, ὅταν δὲ ἀμελῇ, κολάζεται. [13.9] ἀνθρώπους δ᾽ ἔστι πιθανωτέρους ποιεῖν καὶ λόγῳ, ἐπιδεικνύοντα ὡς συμφέρει αὐτοῖς πείθεσθαι, τοῖς δὲ δούλοις καὶ ἡ δοκοῦσα θηριώδης παιδεία εἶναι πάνυ ἐστὶν ἐπαγωγὸς πρὸς τὸ πείθεσθαι διδάσκειν· τῇ γὰρ γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῖς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος ἂν πολλὰ ἁνύτοις παρ᾽ αὐτῶν. αἱ δὲ φιλότιμοι τῶν φύσεων καὶ τῷ ἐπαίνῳ παροξύνονται. πεινῶσι γὰρ τοῦ ἐπαίνου οὐχ ἧττον ἔνιαι τῶν φύσεων ἢ ἄλλαι τῶν σίτων τε καὶ ποτῶν. [13.10] ταῦτά τε οὖν, ὅσαπερ αὐτὸς ποιῶν οἶμαι πιθανωτέροις ἀνθρώποις χρῆσθαι, διδάσκω οὓς ἂν ἐπιτρόπους βούλωμαι καταστῆσαι καὶ τάδε συλλαμβάνω αὐτοῖς· ἱμάτιά τε γὰρ ἃ δεῖ παρέχειν ἐμὲ τοῖς ἐργαστῆρσι καὶ ὑποδήματα οὐχ ὅμοια πάντα ποιῶ, ἀλλὰ τὰ μὲν χείρω, τὰ δὲ βελτίω, ἵνα ᾖ τὸν κρείττω τοῖς βελτίοσι τιμᾶν, τῷ δὲ χείρονι τὰ ἥττω διδόναι. [13.11] πάνυ γάρ μοι δοκεῖ, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ἀθυμία ἐγγίγνεσθαι τοῖς ἀγαθοῖς, ὅταν ὁρῶσι τὰ μὲν ἔργα δι᾽ αὑτῶν καταπραττόμενα, τῶν δὲ ὁμοίων τυγχάνοντας ἑαυτοῖς τοὺς μήτε πονεῖν μήτε κινδυνεύειν ἐθέλοντας, ὅταν δέῃ. [13.12] αὐτός τε οὖν οὐδ᾽ ὁπωστιοῦν τῶν ἴσων ἀξιῶ τοὺς ἀμείνους τοῖς κακίοσι τυγχάνειν, τούς τε ἐπιτρόπους, ὅταν μὲν εἰδῶ διαδεδωκότας τοῖς πλείστου ἀξίοις τὰ κράτιστα, ἐπαινῶ, ἂν δὲ ἴδω ἢ κολακεύμασί τινα προτιμώμενον ἢ καὶ ἄλλῃ τινὶ ἀνωφελεῖ χάριτι, οὐκ ἀμελῶ, ἀλλ᾽ ἐπιπλήττω καὶ πειρῶμαι διδάσκειν, ὦ Σώκρατες, ὅτι οὐδ᾽ αὑτῷ σύμφορα ταῦτα ποιεῖ.


[13.1] «Όταν έχεις πείσει κάποιον, και με ιδιαίτερη αποφασιστικότητα, ότι πρέπει να είναι ικανός σε όσες εργασίες εσύ θέλεις», είπα, «είναι τότε κατάλληλος να γίνει επιστάτης ή υπάρχουν κάποια άλλα πράγματα να μάθει επιπλέον, αν πρόκειται να γίνει ένας ικανός επιστάτης;»
[13.2] «Ναι, μά τον Δία», είπε ο Ισχόμαχος, «ακόμη όμως μένει σ᾽ αυτόν να γνωρίζει και τί πρέπει να κάνει και πότε και πώς· διαφορετικά, πόσο περισσότερο χρήσιμος θα ήταν χωρίς να τα γνωρίζει αυτά ένας επιστάτης από έναν γιατρό που φροντίζει κάποιον άρρωστο, κάνοντας επισκέψεις και πρωί και βράδυ, χωρίς όμως να γνωρίζει τούτο, τί θεραπεία συμφέρει να κάνει για τον ασθενή του;»
[13.3] «Και αν μάθει ο επιστάτης τη δουλειά, πώς πρέπει να γίνει», είπα, «θα χρειαστεί τίποτα παραπάνω ή θα είναι αυτός τέλειος για σένα;»
«Υποθέτω πρέπει να μάθει τουλάχιστον να διοικεί τους εργάτες», είπε.
[13.4] «Τότε», είπα, «εκπαιδεύεις τους επιστάτες να είναι κατάλληλοι να διοικούν;»
«Τουλάχιστον προσπαθώ», είπε ο Ισχόμαχος.
«Μα πώς, μά τους θεούς», είπα, «τους εκπαιδεύεις στο να διοικούν ανθρώπους;»
«Mε έναν πολύ εύκολο τρόπο, Σωκράτη», είπε, «έτσι ώστε ίσως γελάσεις στο άκουσμά του».
[13.5] «Δεν είναι θέμα για γέλια, Ισχόμαχε», είπα. «Γιατί οποιοσδήποτε μπορεί να κατασκευάσει κυβερνήτες ανθρώπων μπορεί, προφανώς, να τους διδάξει επίσης να είναι κύριοι των ανθρώπων, και όποιος μπορεί να τους κάνει κύριους μπορεί επίσης να τους κάνει ικανούς να βασιλέψουν. Και έτσι, αυτός που μπορεί να το κάνει αυτό μου φαίνεται ότι είναι άξιος μεγάλου επαίνου και όχι γέλιου».
[13.6] «Τα υπόλοιπα ζώα, Σωκράτη», είπε, «μαθαίνουν να υπακούουν μ᾽ αυτούς τους δύο τρόπους: με τιμωρίες, όταν είναι ανυπάκουα, και με περιποιήσεις, όταν υπηρετούν πρόθυμα. [13.7] Τα πουλάρια μαθαίνουν να υπακούουν στους ιπποδαμαστές τους με το να παίρνουν κάτι που τους ευχαριστεί όταν υπακούουν, και με το να ταλαιπωρούνται όταν δεν υπακούουν, μέχρι να γίνουν υποχείρια στη θέληση του δαμαστή. [13.8] Επίσης, τα σκυλάκια, μολονότι είναι πολύ κατώτερα από τους ανθρώπους και στην εξυπνάδα και στον λόγο, παρόλα αυτά μαθαίνουν να τρέχουν κυκλικά και να κάνουν τούμπες και πολλά άλλα πράγματα με τον ίδιο τρόπο. Γιατί, κάθε φορά που υπακούουν, παίρνουν κάτι που χρειάζονται , και όταν είναι αδιάφορα τιμωρούνται. [13.9] Εξάλλου, τους ανθρώπους είναι δυνατό να τους κάνεις περισσότερο υπάκουους και με τον λόγο, με το να τους παρουσιάζεις πόσο συμφέρον είναι σ᾽ αυτούς να υπακούουν, και ακόμη, για τους δούλους η εκπαίδευση που φαίνεται κατάλληλη μόνο για ζώα είναι αποτελεσματική, επίσης, στο να τους διδάξει την υπακοή. Γιατί, εάν ικανοποιείς την όρεξή τους σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, μπορεί να κατορθώσεις πολλά από αυτούς. Οι φιλόδοξοι στον χαρακτήρα παρακινούνται επίσης και με τον έπαινο. Γιατί μερικοί χαρακτήρες είναι τόσο πεινασμένοι για έπαινο όσο άλλοι για φαγητό και ποτό. [13.10] Αυτά τα πράγματα, λοιπόν, που εγώ κάνοντας νομίζω ότι θα έχω περισσότερο υπάκουους ανθρώπους για λογαριασμό μου, τα διδάσκω σ᾽ αυτούς που θέλω να διορίσω ως επιστάτες και τους ενθαρρύνω επίσης με τους εξής τρόπους: βεβαιώνομαι ότι τα ρούχα και τα παπούτσια που πρέπει να παρέχω στους εργάτες δεν είναι τα ίδια, αλλά κάποια είναι χειρότερα και άλλα καλύτερα, έτσι ώστε να μπορώ να τιμήσω τον καλύτερο με τα καλύτερα και να δώσω τα χειρότερα στον χειρότερο. [13.11] Γιατί μου φαίνεται, Σωκράτη, είπε, ότι είναι μεγάλη απογοήτευση για τους καλούς όταν βλέπουν ότι η δουλειά γίνεται απ᾽ αυτούς, και παρόλα αυτά παίρνουν τα ίδια μ᾽ αυτούς που δεν είναι πρόθυμοι να μοχθήσουν ή να κινδυνέψουν όταν χρειάζεται. [13.12] Γι᾽ αυτό, εγώ με κανένα τρόπο δεν πιστεύω ότι οι καλύτεροι και οι χειρότεροι αξίζει να έχουν την ίδια μεταχείριση, και, όταν καταλάβω ότι οι επιστάτες έχουν δώσει ό,τι καλύτερο σ᾽ αυτούς που αξίζουν περισσότερο, τους επαινώ, αλλά αν δω κάποιον να τον τιμούν περισσότερο εξαιτίας κάποιας κολακείας ή κάποιας άλλης χάρης που δεν ωφελεί κανέναν, δεν αδιαφορώ για το θέμα, Σωκράτη· μάλιστα, επιπλήττω τον επιστάτη και προσπαθώ να του διδάξω ότι αυτό που κάνει δεν είναι προς όφελός του».