Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Κύρου Ἀνάβασις (5.5.24-5.6.10)

[5.5.24] Ἐκ τούτου μάλα μὲν δῆλοι ἦσαν οἱ ξυμπρέσβεις τῷ Ἑκατωνύμῳ χαλεπαίνοντες τοῖς εἰρημένοις, παρελθὼν δ᾽ αὐτῶν ἄλλος εἶπεν ὅτι οὐ πόλεμον ποιησόμενοι ἥκοιεν ἀλλὰ ἐπιδείξοντες ὅτι φίλοι εἰσί. καὶ ξενίοις, ἢν μὲν ἔλθητε πρὸς τὴν Σινωπέων πόλιν, ἐκεῖ δεξόμεθα, νῦν δὲ τοὺς ἐνθάδε κελεύσομεν διδόναι ἃ δύνανται· ὁρῶμεν γὰρ πάντα ἀληθῆ ὄντα ἃ λέγετε. [5.5.25] ἐκ τούτου ξένιά τε ἔπεμπον οἱ Κοτυωρῖται καὶ οἱ στρατηγοὶ τῶν Ἑλλήνων ἐξένιζον τοὺς τῶν Σινωπέων πρέσβεις, καὶ πρὸς ἀλλήλους πολλά τε καὶ φιλικὰ διελέγοντο τά τε ἄλλα καὶ περὶ τῆς λοιπῆς πορείας ἀνεπυνθάνοντο ὧν ἑκάτεροι ἐδέοντο.
[5.6.1] Ταύτῃ μὲν τῇ ἡμέρᾳ τοῦτο τὸ τέλος ἐγένετο. τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ξυνέλεξαν οἱ στρατηγοὶ τοὺς στρατιώτας. καὶ ἐδόκει αὐτοῖς περὶ τῆς λοιπῆς πορείας παρακαλέσαντας τοὺς Σινωπέας βουλεύεσθαι. εἴτε γὰρ πεζῇ δέοι πορεύεσθαι, χρήσιμοι ἂν ἐδόκουν εἶναι οἱ Σινωπεῖς· ἔμπειροι γὰρ ἦσαν τῆς Παφλαγονίας· εἴτε κατὰ θάλατταν, προσδεῖν ἐδόκει Σινωπέων· μόνοι γὰρ ἂν ἐδόκουν ἱκανοὶ εἶναι πλοῖα παρασχεῖν ἀρκοῦντα τῇ στρατιᾷ. [5.6.2] καλέσαντες οὖν τοὺς πρέσβεις ξυνεβουλεύοντο, καὶ ἠξίουν Ἕλληνας ὄντας Ἕλλησι τούτῳ πρῶτον καλῶς δέχεσθαι τῷ εὔνους τε εἶναι καὶ τὰ κάλλιστα ξυμβουλεύειν.
[5.6.3] Ἀναστὰς δὲ Ἑκατώνυμος πρῶτον μὲν ἀπελογήσατο περὶ οὗ εἶπεν ὡς τὸν Παφλαγόνα φίλον ποιήσοιντο, ὅτι οὐχ ὡς τοῖς Ἕλλησι πολεμησόντων σφῶν εἴποι, ἀλλ᾽ ὅτι ἐξὸν τοῖς βαρβάροις φίλους εἶναι τοὺς Ἕλληνας αἱρήσονται. ἐπεὶ δὲ ξυμβουλεύειν ἐκέλευον, ἐπευξάμενος εἶπεν ὧδε. [5.6.4] Εἰ μὲν ξυμβουλεύοιμι ἃ βέλτιστά μοι [εἶναι ] δοκεῖ, πολλά μοι καὶ ἀγαθὰ γένοιτο· εἰ δὲ μή, τἀναντία. αὐτὴ γὰρ ἡ ἱερὰ ξυμβουλὴ λεγομένη εἶναι δοκεῖ μοι παρεῖναι· νῦν γὰρ δὴ ἂν μὲν εὖ ξυμβουλεύσας φανῶ, πολλοὶ ἔσονται οἱ ἐπαινοῦντές με, ἂν δὲ κακῶς, πολλοὶ ἔσεσθε οἱ καταρώμενοι. [5.6.5] πράγματα μὲν οὖν οἶδ᾽ ὅτι πολὺ πλείω ἕξομεν, ἐὰν κατὰ θάλατταν κομίζησθε· ἡμᾶς γὰρ δεήσει τὰ πλοῖα πορίζειν· ἢν δὲ κατὰ γῆν στέλλησθε, ὑμᾶς δεήσει τοὺς μαχομένους εἶναι. ὅμως δὲ λεκτέα ἃ γιγνώσκω· [5.6.6] ἔμπειρος γάρ εἰμι καὶ τῆς χώρας τῆς Παφλαγόνων καὶ τῆς δυνάμεως. ἔχει γὰρ ἀμφότερα, καὶ πεδία κάλλιστα καὶ ὄρη ὑψηλότατα. [5.6.7] καὶ πρῶτον μὲν οἶδα εὐθὺς ᾗ τὴν εἰσβολὴν ἀνάγκη ποιεῖσθαι· οὐ γὰρ ἔστιν ἄλλῃ ἢ ᾗ τὰ κέρατα τοῦ ὄρους τῆς ὁδοῦ καθ᾽ ἑκάτερά ἐστιν ὑψηλά, ἃ κρατεῖν κατέχοντες καὶ πάνυ ὀλίγοι δύναιντ᾽ ἄν· τούτων δὲ κατεχομένων οὐδ᾽ ἂν οἱ πάντες ἄνθρωποι δύναιντ᾽ ἂν διελθεῖν. ταῦτα δὲ καὶ δείξαιμι ἄν, εἴ μοί τινα βούλοισθε ξυμπέμψαι. [5.6.8] ἔπειτα δὲ οἶδα καὶ πεδία ὄντα καὶ ἱππείαν ἣν αὐτοὶ οἱ βάρβαροι νομίζουσι κρείττω εἶναι ἁπάσης τῆς βασιλέως ἱππείας. καὶ νῦν οὗτοι οὐ παρεγένοντο βασιλεῖ καλοῦντι, ἀλλὰ μεῖζον φρονεῖ ὁ ἄρχων αὐτῶν. [5.6.9] ἢν δὲ καὶ δυνηθῆτε τά τε ὄρη κλέψαι ἢ φθάσαι λαβόντες καὶ ἐν τῷ πεδίῳ κρατῆσαι μαχόμενοι τούς τε ἱππέας τούτων καὶ πεζῶν μυριάδας πλέον ἢ δώδεκα, ἥξετε ἐπὶ τοὺς ποταμούς, πρῶτον μὲν τὸν Θερμώδοντα, εὖρος τριῶν πλέθρων, ὃν χαλεπὸν οἶμαι διαβαίνειν ἄλλως τε καὶ πολεμίων πολλῶν ἔμπροσθεν ὄντων, πολλῶν δὲ ὄπισθεν ἑπομένων· δεύτερον δὲ Ἶριν, τρίπλεθρον ὡσαύτως· τρίτον δὲ Ἅλυν, οὐ μεῖον δυοῖν σταδίοιν, ὃν οὐκ ἂν δύναισθε ἄνευ πλοίων διαβῆναι· πλοῖα δὲ τίς ἔσται ὁ παρέχων; ὡς δ᾽ αὔτως καὶ ὁ Παρθένιος ἄβατος· ἐφ᾽ ὃν ἔλθοιτε ἄν, εἰ τὸν Ἅλυν διαβαίητε. [5.6.10] ἐγὼ μὲν οὖν οὐ χαλεπὴν ὑμῖν εἶναι νομίζω τὴν πορείαν ἀλλὰ παντάπασιν ἀδύνατον. ἂν δὲ πλέητε, ἔστιν ἐνθένδε μὲν εἰς Σινώπην παραπλεῦσαι, ἐκ Σινώπης δὲ εἰς Ἡράκλειαν· ἐξ Ἡρακλείας δὲ οὔτε πεζῇ οὔτε κατὰ θάλατταν ἀπορία· πολλὰ γὰρ καὶ πλοῖά ἐστιν ἐν Ἡρακλείᾳ.

[5.5.24] Ύστερ᾽ απ᾽ αυτά τα λόγια, οι άλλοι απεσταλμένοι φάνηκαν καθαρά πως οργίστηκαν με τον Εκατώνυμο για όσα είχε πει. Τότε σηκώθηκε και μίλησε ένας άλλος, κι είπε πως δεν ήρθαν για να κάμουν πόλεμο, παρά για να δώσουν αποδείξεις της φιλίας τους. «Και αν έρθετε στη Σινώπη, εκεί θα σας υποδεχτούμε προσφέροντάς σας δώρα· τώρα πάντως θα παρακαλέσουμε τους Κοτυωρίτες να σας δώσουν όσα μπορούν. Γιατί βλέπουμε πως όλα όσα είπατε είναι αληθινά». [5.5.25] Απ᾽ αυτήν τη στιγμή και οι Κοτυωρίτες τούς έστελναν δώρα και οι στρατηγοί των Ελλήνων φιλοξενούσαν τους απεσταλμένους των Σινωπέων και αναμεταξύ τους είχαν μεγάλη και φιλική συζήτηση. Ιδιαίτερα όμως ζητούσαν πληροφορίες για την παραπέρα πορεία, πάνω σε θέματα που έπρεπε να τα ξέρουν και οι δυο μεριές.
[5.6.1] Έτσι πέρασε η μέρα εκείνη. Το άλλο πρωί οι στρατηγοί συγκέντρωσαν τους στρατιώτες κι αποφάσισαν να φωνάξουν και τους απεσταλμένους των Σινωπέων και να σκεφτούν μαζί τους για την υπόλοιπη πορεία. Γιατί και με τα πόδια αν χρειαζόταν να βαδίσουν, είχαν τη γνώμη πως οι Σινωπείς θα τους ήταν χρήσιμοι, επειδή ήξεραν καλά την Παφλαγονία. Και από τη θάλασσα αν πήγαιναν, πάλι νόμιζαν πως θα έχουν την ανάγκη των Σινωπέων, γιατί μονάχα αυτοί τους φαίνονταν πως θα μπορούσαν να δώσουν αρκετά πλοία στο στρατό. [5.6.2] Κάλεσαν λοιπόν τους απεσταλμένους και ζητούσαν τη γνώμη τους, και είχαν την απαίτηση, μια που κι αυτοί κι εκείνοι ήταν Έλληνες, πρώτα πρώτα να τους καλοδεχτούν δείχνοντάς τους φιλική διάθεση και ύστερα να τους δώσουν τις καλύτερες συμβουλές.
[5.6.3] Τότε σηκώθηκε ο Εκατώνυμος, που στην αρχή δικαιολογήθηκε για κείνο που είχε πει πρωτύτερα, πως τάχα θα κάνουν φίλο τους τον αρχηγό των Παφλαγόνων. Αυτό, λέει, δεν το είπε γιατί είχαν σκοπό να πολεμήσουν ενάντια στους Έλληνες, παρά για να τονίσει πως θα προτιμούσαν τη φιλία των Ελλήνων, ενώ μπορούσαν να γίνουν φίλοι των βαρβάρων. Κι επειδή τον παρακαλούσαν να τους συμβουλέψει, προσευχήθηκε στους θεούς, και μίλησε έτσι: [5.6.4] «Αν σας δώσω τις συμβουλές που νομίζω καλύτερες, τότε μακάρι να μου στείλουν οι θεοί πολλά καλά. Αλλιώτικα, ας γίνει το αντίθετο. Γιατί αυτό που λένε πως είναι ιερή συμβουλή, νομίζω πως παρουσιάστηκε σε μένα με τούτη την περίπτωση. Πραγματικά, αν αποδειχτεί πως τώρα σας δίνω καλές συμβουλές, πολλοί θα βρεθούν να με παινέσουν· αν όμως κακές, τότε πολλοί θα με καταριούνται. [5.6.5] Ξέρω λοιπόν πως εμείς θα βρούμε πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες αν πάτε από τη θάλασσα, γιατί θα χρειαστεί να σας δώσουμε πλοία. Ενώ αν πάτε από τη στεριά, εσείς θα είναι ανάγκη να πολεμάτε. Ωστόσο, πρέπει σας πω τη γνώμη μου, [5.6.6] γιατί γνωρίζω και τη χώρα των Παφλαγόνων και τη δύναμή τους. Η Παφλαγονία έχει και κάμπους ωραιότατους και βουνά πάρα πολύ ψηλά. [5.6.7] Πρώτα πρώτα λοιπόν ξέρω το σημείο, απ᾽ όπου είναι ανάγκη να μπείτε ίσια μέσα στη χώρα. Γιατί δεν είναι δυνατό να μπείτε από άλλο μέρος, παρά μονάχα από κει που οι βουνοκορφές υψώνονται στις δυο άκρες του δρόμου. Εκείνοι που κρατούν αυτές τις κορυφές θα μπορούσαν να είναι κύριοι της περιοχής, κι αν ακόμα είναι πολύ λίγοι. Και στην περίπτωση αυτή, ούτε όλοι οι άνθρωποι της γης δεν θα τα κατάφερναν περάσουν. Αυτό το μέρος βέβαια είμαι πρόθυμος να σας το δείξω, αν θέλετε να στείλετε μαζί μου κάποιον. [5.6.8] Ύστερα ξέρω και τους κάμπους που έχουν, καθώς και το ιππικό τους, που οι βάρβαροι το νομίζουν καλύτερο από ολόκληρο το ιππικό του μεγάλου βασιλιά. Τώρα τελευταία μάλιστα τους κάλεσε ο βασιλιάς, αλλά αυτοί δεν πήγαν, γιατί ο αρχηγός τους είναι πολύ περήφανος. [5.6.9] Αν όμως τα καταφέρετε και πατήσετε κρυφά τα βουνά τους ή αν τους προλάβετε και τα κυριέψετε, και αν μπορέσετε πολεμώντας στον κάμπο να νικήσετε το ιππικό τους και το πεζικό τους, που ξεπερνάει τις εκατόν είκοσι χιλιάδες, τότε θα φτάσετε στα ποτάμια της χώρας. Πρώτα πρώτα στο Θερμώδοντα, που έχει πλάτος τρία πλέθρα. Αυτόν νομίζω πως είναι δύσκολο να τον περάσετε, γιατί και μπροστά σας θα βρίσκονται πολλοί εχθροί, και πίσω θα σας ακολουθούν άλλοι. Ύστερα στον Ίρη, που έχει κι αυτός πλάτος τρία πλέθρα. Έπειτα στον Άλη, που το φάρδος του δεν είναι λιγότερο από δύο στάδια και που για να τον περάσετε είναι απαραίτητα τα πλοία. Αλλά αυτά ποιός θα σας τα δώσει; Δεν θα καταφέρετε ακόμα να περάσετε ούτε τον Παρθένιο, όπου θα φτάσετε αν περάσετε τον Άλη. [5.6.10] Εγώ λοιπόν έχω τη γνώμη πως η πορεία θα σας είναι όχι δύσκολη, παρά ολωσδιόλου αδύνατη. Ενώ αν ταξιδέψετε από τη θάλασσα, είναι δυνατό, πλέοντας παράλληλα στη στεριά, να φτάσετε στη Σινώπη, κι από κει στην Ηράκλεια. Από την Ηράκλεια δεν θα βρείτε δυσκολία στο ταξίδι, είτε από τη στεριά το κάμετε είτε από τη θάλασσα. Και τούτο, γιατί σ᾽ αυτή την πόλη υπάρχουν πολλά πλοία.