Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Κύρου Ἀνάβασις (5.4.30-5.5.6)

[5.4.30] Οἱ μὲν δὴ Ἕλληνες ἀριστήσαντες ἐνταῦθα ἐπορεύοντο εἰς τὸ πρόσω, παραδόντες τὸ χωρίον τοῖς ξυμμαχήσασι τῶν Μοσσυνοίκων. ὁπόσα δὲ καὶ ἄλλα παρῇσαν χωρία τῶν ξὺν τοῖς πολεμίοις ὄντων, τὰ εὐπροσοδώτατα οἱ μὲν ἔλειπον, οἱ δὲ ἑκόντες προσεχώρουν. [5.4.31] τὰ δὲ πλεῖστα τοιάδε ἦν τῶν χωρίων. ἀπεῖχον αἱ πόλεις ἀπ᾽ ἀλλήλων στάδια ὀγδοήκοντα, αἱ δὲ πλέον αἱ δὲ μεῖον· ἀναβοώντων δὲ ἀλλήλων ξυνήκουον εἰς τὴν ἑτέραν ἐκ τῆς ἑτέρας πόλεως· οὕτως ὑψηλή τε καὶ κοίλη ἡ χώρα ἦν. [5.4.32] ἐπεὶ δὲ πορευόμενοι ἐν τοῖς φίλοις ἦσαν, ἐπεδείκνυσαν αὐτοῖς παῖδας τῶν εὐδαιμόνων σιτευτούς, τεθραμμένους καρύοις ἑφθοῖς, ἁπαλοὺς καὶ λευκοὺς σφόδρα καὶ οὐ πολλοῦ δέοντας ἴσους τὸ μῆκος καὶ τὸ πλάτος εἶναι, ποικίλους δὲ τὰ νῶτα καὶ τὰ ἔμπροσθεν πάντα, ἐστιγμένους ἀνθέμια. [5.4.33] ἐζήτουν δὲ καὶ ταῖς ἑταίραις ἃς ἦγον οἱ Ἕλληνες ἐμφανῶς ξυγγίγνεσθαι· νόμος γὰρ ἦν οὗτός σφισι. λευκοὶ δὲ πάντες οἱ ἄνδρες καὶ αἱ γυναῖκες. [5.4.34] τούτους ἔλεγον οἱ στρατευσάμενοι βαρβαρωτάτους διελθεῖν καὶ πλεῖστον τῶν Ἑλληνικῶν νόμων κεχωρισμένους. ἔν τε γὰρ ὄχλῳ ὄντες ἐποίουν ἅπερ ‹ἂν› ἄνθρωποι ἐν ἐρημίᾳ ποιήσειαν, μόνοι τε ὄντες ὅμοια ἔπραττον ἅπερ ἂν μετ᾽ ἄλλων ὄντες, διελέγοντό τε αὑτοῖς καὶ ἐγέλων ἐφ᾽ ἑαυτοῖς καὶ ὠρχοῦντο ἐφιστάμενοι ὅπου τύχοιεν, ὥσπερ ἄλλοις ἐπιδεικνύμενοι.
[5.5.1] Διὰ ταύτης τῆς χώρας οἱ Ἕλληνες, διά τε τῆς πολεμίας καὶ τῆς φιλίας, ἐπορεύθησαν ὀκτὼ σταθμούς, καὶ ἀφικνοῦνται εἰς Χάλυβας. οὗτοι ὀλίγοι τε ἦσαν καὶ ὑπήκοοι τῶν Μοσσυνοίκων, καὶ ὁ βίος ἦν τοῖς πλείστοις αὐτῶν ἀπὸ σιδηρείας. ἐντεῦθεν ἀφικνοῦνται εἰς Τιβαρηνούς. [5.5.2] ἡ δὲ τῶν Τιβαρηνῶν χώρα πολὺ ἦν πεδινωτέρα καὶ χωρία εἶχεν ἐπὶ θαλάττῃ ἧττον ἐρυμνά. καὶ οἱ στρατηγοὶ ἔχρῃζον πρὸς τὰ χωρία προσβάλλειν καὶ τὴν στρατιὰν ὀνηθῆναί τι, καὶ τὰ ξένια ἃ ἧκε παρὰ Τιβαρηνῶν οὐκ ἐδέχοντο, ἀλλ᾽ ἐπιμεῖναι κελεύσαντες ἔστε βουλεύσαιντο ἐθύοντο. [5.5.3] καὶ πολλὰ καταθυσάντων τέλος ἀπεδείξαντο οἱ μάντεις πάντες γνώμην ὅτι οὐδαμῇ προσίοιντο οἱ θεοὶ τὸν πόλεμον. ἐντεῦθεν δὴ τὰ ξένια ἐδέξαντο, καὶ ὡς διὰ φιλίας πορευόμενοι δύο ἡμέρας ἀφίκοντο εἰς Κοτύωρα πόλιν Ἑλληνίδα, Σινωπέων ἄποικον, οὖσαν δ᾽ ἐν τῇ Τιβαρηνῶν χώρᾳ.
[5.5.4] [Μέχρι ἐνταῦθα ἐπέζευσεν ἡ στρατιά. πλῆθος τῆς καταβάσεως τῆς ὁδοῦ ἀπὸ τῆς ἐν Βαβυλῶνι μάχης ἄχρι εἰς Κοτύωρα σταθμοὶ ἑκατὸν εἴκοσι δύο, παρασάγγαι ἑξακόσιοι καὶ εἴκοσι, στάδιοι μύριοι καὶ ὀκτακισχίλιοι καὶ ἑξακόσιοι, χρόνου πλῆθος ὀκτὼ μῆνες.] [5.5.5] ἐνταῦθα ἔμειναν ἡμέρας τετταράκοντα πέντε. ἐν δὲ ταύταις πρῶτον μὲν τοῖς θεοῖς ἔθυσαν, καὶ πομπὰς ἐποίησαν κατὰ ἔθνος ἕκαστοι τῶν Ἑλλήνων καὶ ἀγῶνας γυμνικούς. [5.5.6] τὰ δ᾽ ἐπιτήδει᾽ ἐλάμβανον τὰ μὲν ἐκ τῆς Παφλαγονίας, τὰ δ᾽ ἐκ τῶν χωρίων τῶν Κοτυωριτῶν· οὐ γὰρ παρεῖχον ἀγοράν, οὐδ᾽ εἰς τὸ τεῖχος τοὺς ἀσθενοῦντας ἐδέχοντο.

[5.4.30] Εδώ γευμάτισαν οι Έλληνες κι ύστερα παράδωσαν την τοποθεσία σε κείνους από τους Μοσσύνοικους που είχαν γίνει σύμμαχοί τους, κι άρχισαν να προχωρούν παραπέρα. Μα και απ᾽ όσα άλλα εχθρικά οχυρά περνούσαν, τα πιο ευκολοκυρίευτα τ᾽ άφηναν οι εχθροί κι έφευγαν, άλλα πάλι τα παραχωρούσαν με τη θέλησή τους. [5.4.31] Κι ήταν οι περισσότερες οχυρές τοποθεσίες κάπως έτσι: οι πολιτείες απείχαν αναμεταξύ τους ογδόντα στάδια, άλλες περισσότερο κι άλλες λιγότερο. Κι όταν φώναζαν οι άνθρωποι από τη μια στην άλλη, άκουγαν και από τις δυο μεριές. Τόσο μεγάλα υψώματα είχε η χώρα και κοιλάδες ανάμεσά τους. [5.4.32] Ύστερ᾽ από αρκετή πορεία έφτασαν σε φιλική τους χώρα. {Εκεί τους παρουσίασαν κάποια καλοθρεμμένα παιδιά των πλουσίων, που τρέφονταν με βραστά καρύδια και είχαν δέρμα εξαιρετικά απαλό και λευκό και διαστάσεις σχεδόν ίσες στο μήκος και το πλάτος, ενώ στο μπροστινό και το πίσω μέρος του σώματός του είχαν πολύχρωμα τατουάζ λουλουδιών. [5.4.33] Ζητούσαν επίσης οι κάτοικοι να έχουν δημόσια σεξουαλική επαφή με τις γυναίκες που είχαν μαζί τους οι Έλληνες, γιατί αυτό ήταν έθιμό τους. Και είχαν όλοι τους ανοιχτόχρωμο δέρμα, και οι άνδρες και οι γυναίκες. [5.4.34] Οι Έλληνες στρατιώτες έλεγαν ότι απ᾽ όσους λαούς πέρασαν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, αυτός ήταν ο πιο απολίτιστος και ο πιο απομακρυσμένος από τα ελληνικά έθιμα. Γιατί έκαναν δημόσια τα πράγματα που οι άλλοι άνθρωποι κάνουν μόνο ιδιωτικά, κι όταν ήταν μόνοι τους, συμπεριφέρονταν σαν να είχαν παρέα, κι έτσι μιλούσαν μόνοι τους και γελούσαν μόνοι τους και χόρευαν όπου τύχαινε να βρεθούν, σαν να έδιναν παράσταση μπροστά σε θεατές.}
[5.5.1] Ανάμεσα απ᾽ αυτήν την χώρα, που ήταν αλλού εχθρική κι αλλού φιλική, βάδισαν οι Έλληνες οχτώ σταθμούς και φτάνουν στους Χάλυβες. Τούτοι και λίγοι ήταν και υποταγμένοι στους Μοσσύνοικους, και οι περισσότεροι ζούσαν δουλεύοντας το σίδερο. Από εκεί πηγαίνουν στη χώρα των Τιβαρηνών. [5.5.2] Αυτή ήταν πολύ πεδινότερη και είχε παραθαλάσσια μέρη λιγότερο οχυρά. Οι στρατηγοί ζητούσαν επίμονα να επιτεθούν ενάντια σ᾽ αυτά, για να τα λεηλατήσουν οι στρατιώτες. Γι᾽ αυτό δεν δέχτηκαν τα δώρα που τους έστειλαν οι Τιβαρηνοί, παρά τους είπαν να περιμένουν ώσπου να σκεφτούν, κι άρχισαν να κάνουν θυσίες. [5.5.3] Θυσίασαν πολλά ζώα και στο τέλος όλοι οι μάντεις έβγαλαν το συμπέρασμα πως οι θεοί με κανέναν τρόπο δεν ήθελαν τον πόλεμο. Τότε λοιπόν δέχτηκαν τα δώρα και βαδίζοντας δυο μέρες μέσα σ᾽ αυτόν τον τόπο, σαν να είχαν φιλικές σχέσεις, έφτασαν στα Κοτύωρα, μια ελληνική πόλη που ήταν αποικία των Σινωπέων και βρισκόταν στη χώρα των Τιβαρηνών.
[5.5.4] [Ως εδώ βάδισε με τα πόδια ο στρατός. Το μήκος της πορείας για να κατέβει από τη μάχη που έγινε κοντά στη Βαβυλώνα ως τα Κοτύωρα ήταν εκατόν είκοσι δυο σταθμοί, εξακόσιοι είκοσι παρασάγγες, δεκαοχτώ χιλιάδες εξακόσια στάδια και το χρονικό διάστημα γι᾽ αυτή την πορεία ήταν οχτώ μήνες.] [5.5.5] Εκεί έμειναν σαράντα πέντε μέρες· σ᾽ αυτό το διάστημα πρώτα έκαμαν θυσίες στους θεούς, κι ύστερα κάθε ελληνική φυλή χωριστά οργάνωσε θρησκευτική γιορτή και γυμνικούς αγώνες. [5.5.6] Τα τρόφιμα τα άρπαζαν είτε από την Παφλαγονία, είτε από διάφορες περιοχές των Κοτυώρων. Γιατί δεν τους πρόσφεραν ν᾽ αγοράσουν, κι ούτε δέχονταν τους άρρωστους μέσα στα τείχη τους.