Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πολιτεία (510c-511e)

[510c] Ἀλλ᾽ αὖθις, ἦν δ᾽ ἐγώ· ῥᾷον γὰρ τούτων προειρημένων μαθήσῃ. οἶμαι γάρ σε εἰδέναι ὅτι οἱ περὶ τὰς γεωμετρίας τε καὶ λογισμοὺς καὶ τὰ τοιαῦτα πραγματευόμενοι, ὑποθέμενοι τό τε περιττὸν καὶ τὸ ἄρτιον καὶ τὰ σχήματα καὶ γωνιῶν τριττὰ εἴδη καὶ ἄλλα τούτων ἀδελφὰ καθ᾽ ἑκάστην μέθοδον, ταῦτα μὲν ὡς εἰδότες, ποιησάμενοι ὑποθέσεις αὐτά, οὐδένα λόγον οὔτε αὑτοῖς οὔτε ἄλλοις ἔτι ἀξιοῦσι περὶ αὐτῶν διδόναι [510d] ὡς παντὶ φανερῶν, ἐκ τούτων δ᾽ ἀρχόμενοι τὰ λοιπὰ ἤδη διεξιόντες τελευτῶσιν ὁμολογουμένως ἐπὶ τοῦτο οὗ ἂν ἐπὶ σκέψιν ὁρμήσωσι.
Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη, τοῦτό γε οἶδα.
Οὐκοῦν καὶ ὅτι τοῖς ὁρωμένοις εἴδεσι προσχρῶνται καὶ τοὺς λόγους περὶ αὐτῶν ποιοῦνται, οὐ περὶ τούτων διανοούμενοι, ἀλλ᾽ ἐκείνων πέρι οἷς ταῦτα ἔοικε, τοῦ τετραγώνου αὐτοῦ ἕνεκα τοὺς λόγους ποιούμενοι καὶ διαμέτρου αὐτῆς, ἀλλ᾽ οὐ [510e] ταύτης ἣν γράφουσιν, καὶ τἆλλα οὕτως, αὐτὰ μὲν ταῦτα ἃ πλάττουσίν τε καὶ γράφουσιν, ὧν καὶ σκιαὶ καὶ ἐν ὕδασιν εἰκόνες εἰσίν, τούτοις μὲν ὡς εἰκόσιν αὖ χρώμενοι, ζητοῦντες [511a] δὲ αὐτὰ ἐκεῖνα ἰδεῖν ἃ οὐκ ἂν ἄλλως ἴδοι τις ἢ τῇ διανοίᾳ.
Ἀληθῆ, ἔφη, λέγεις.
Τοῦτο τοίνυν νοητὸν μὲν τὸ εἶδος ἔλεγον, ὑποθέσεσι δ᾽ ἀναγκαζομένην ψυχὴν χρῆσθαι περὶ τὴν ζήτησιν αὐτοῦ, οὐκ ἐπ᾽ ἀρχὴν ἰοῦσαν, ὡς οὐ δυναμένην τῶν ὑποθέσεων ἀνωτέρω ἐκβαίνειν, εἰκόσι δὲ χρωμένην αὐτοῖς τοῖς ὑπὸ τῶν κάτω ἀπεικασθεῖσιν καὶ ἐκείνοις πρὸς ἐκεῖνα ὡς ἐναργέσι δεδοξασμένοις τε καὶ τετιμημένοις.
[511b] Μανθάνω, ἔφη, ὅτι τὸ ὑπὸ ταῖς γεωμετρίαις τε καὶ ταῖς ταύτης ἀδελφαῖς τέχναις λέγεις.
Τὸ τοίνυν ἕτερον μάνθανε τμῆμα τοῦ νοητοῦ λέγοντά με τοῦτο οὗ αὐτὸς ὁ λόγος ἅπτεται τῇ τοῦ διαλέγεσθαι δυνάμει, τὰς ὑποθέσεις ποιούμενος οὐκ ἀρχὰς ἀλλὰ τῷ ὄντι ὑποθέσεις, οἷον ἐπιβάσεις τε καὶ ὁρμάς, ἵνα μέχρι τοῦ ἀνυποθέτου ἐπὶ τὴν τοῦ παντὸς ἀρχὴν ἰών, ἁψάμενος αὐτῆς, πάλιν αὖ ἐχόμενος τῶν ἐκείνης ἐχομένων, οὕτως ἐπὶ τελευτὴν καταβαίνῃ, [511c] αἰσθητῷ παντάπασιν οὐδενὶ προσχρώμενος, ἀλλ᾽ εἴδεσιν αὐτοῖς δι᾽ αὐτῶν εἰς αὐτά, καὶ τελευτᾷ εἰς εἴδη.
Μανθάνω, ἔφη, ἱκανῶς μὲν οὔ —δοκεῖς γάρ μοι συχνὸν ἔργον λέγειν— ὅτι μέντοι βούλει διορίζειν σαφέστερον εἶναι τὸ ὑπὸ τῆς τοῦ διαλέγεσθαι ἐπιστήμης τοῦ ὄντος τε καὶ νοητοῦ θεωρούμενον ἢ τὸ ὑπὸ τῶν τεχνῶν καλουμένων, αἷς αἱ ὑποθέσεις ἀρχαὶ καὶ διανοίᾳ μὲν ἀναγκάζονται ἀλλὰ μὴ αἰσθήσεσιν αὐτὰ θεᾶσθαι οἱ θεώμενοι, διὰ δὲ τὸ μὴ ἐπ᾽ ἀρχὴν [511d] ἀνελθόντες σκοπεῖν ἀλλ᾽ ἐξ ὑποθέσεων, νοῦν οὐκ ἴσχειν περὶ αὐτὰ δοκοῦσί σοι, καίτοι νοητῶν ὄντων μετὰ ἀρχῆς. διάνοιαν δὲ καλεῖν μοι δοκεῖς τὴν τῶν γεωμετρικῶν τε καὶ τὴν τῶν τοιούτων ἕξιν ἀλλ᾽ οὐ νοῦν, ὡς μεταξύ τι δόξης τε καὶ νοῦ τὴν διάνοιαν οὖσαν.
Ἱκανώτατα, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἀπεδέξω. καί μοι ἐπὶ τοῖς τέτταρσι τμήμασι τέτταρα ταῦτα παθήματα ἐν τῇ ψυχῇ γιγνόμενα λαβέ, νόησιν μὲν ἐπὶ τῷ ἀνωτάτω, διάνοιαν [511e] δὲ ἐπὶ τῷ δευτέρῳ, τῷ τρίτῳ δὲ πίστιν ἀπόδος καὶ τῷ τελευταίῳ εἰκασίαν, καὶ τάξον αὐτὰ ἀνὰ λόγον, ὥσπερ ἐφ᾽ οἷς ἐστιν ἀληθείας μετέχει, οὕτω ταῦτα σαφηνείας ἡγησάμενος μετέχειν.
Μανθάνω, ἔφη, καὶ συγχωρῶ καὶ τάττω ὡς λέγεις.

[510c] Ξανά λοιπόν και θα τα εννοήσεις ευκολότερα ύστερ᾽ απ᾽ αυτά που θα σου πω. Ξέρεις, υποθέτω, πως αυτοί που καταγίνονται με τις γεωμετρίες, με τα μαθηματικά και τα παρόμοια, παίρνοντας ως βάση το άρτιο και το περιττό, τα τρία είδη της γωνίας κι όσα άλλα τέτοια, αναλόγως με την απόδειξη που ζητούν, τα θεωρούν αυτά σα θεμέλια που δεν αξίζει τον κόπο να δίνουν λόγο γι᾽ αυτά ούτε στον εαυτό τους ούτε στους άλλους [510d] σαν να᾽ ναι πράματα ολοφάνερα στον καθένα και, αρχίζοντας από αυτές τις αρχές και περνώντας έπειτα τα επίλοιπα, φτάνουν στο τέλος με λογική συνέπεια σε κείνο που ξεκίνησαν ν᾽ αποδείξουν.
Πολύ καλά το γνωρίζω αυτό.
Θα γνωρίζεις βέβαια ακόμα πως χρησιμοποιούν, εκτός αυτού, και τα ορατά είδη κι επάνω σ᾽ αυτά κάνουν τους συλλογισμούς των, αν και δεν τους ενδιαφέρουν αυτά τα ίδια, αλλά εκείνα που είναι εικόνες των· οι συλλογισμοί τους δηλαδή αναφέρονται στο καθαυτό π.χ. τετράγωνο και στην καθαυτό διάμετρο και όχι [510e] σ᾽ αυτή που σχεδιάζουν· το ίδιο και για τ᾽ άλλα που πλάττουν ή ζωγραφίζουν και που μπορεί να έχουν σκιές και εικόνες επάνω στα νερά: αυτά τα μεταχειρίζονται πάλι απλώς σαν εικόνες και ζητούν [511a] να δουν εκείνα τα ίδια, που δεν μπορεί κανείς να τα δει αλλιώς παρά με τη διάνοια.
Αλήθεια λες.
Αυτή λοιπόν την υποδιαίρεση του νοητού έλεγα, όπου η ψυχή είναι αναγκασμένη να μεταχειρίζεται βασικές αρχές για τη ζήτηση της αλήθειας και δεν ανεβαίνει σε μια πρώτη αρχή, γιατί δεν μπορεί να βγει παραπέρα από τις βασικές, αλλά χρησιμοποιεί ως εικόνες αυτά που σχεδιάστηκαν όμοια με τα αντικείμενα του αισθητού κόσμου και που, χάρη στη σχέση που έχουν με τα νοητά, τα φαντάζεται και τα υπολήπτεται σαν ολοφάνερα.
[511b] Καταλαβαίνω πως μιλάς για τη γεωμετρία και τις άλλες συγγενικές της τέχνες.
Κατάλαβε τώρα και όσα θα πω και για τη δεύτερη υποδιαίρεση του νοητού, όπου ενεργεί ο ίδιος ο καθαρός λόγος με τη διαλεκτική δύναμη, χωρίς να παίρνει τις βάσεις ως αρχές αλλά σαν πραγματικά θεμέλια, σαν πάτημα δηλαδή απλώς και αφετηρία για να πάρει τη φόρα του να υψωθεί και ν᾽ ανέβει ως την ανυπόθετη αρχή του παντός και, αφού την αγγίξει, στηριγμένος πάλι σε κείνα που στηρίζονται σ᾽ αυτή, έτσι να κατέβει ως το τέλος [511c] χωρίς διόλου να χρησιμοποιήσει τίποτα αισθητό, αλλά αποκλειστικά τις καθαρές και πάντα ίδιες στις μεταξύ των σχέσεις ιδέες, για να καταλήξει πάλι σε ιδέες.
Σε εννοώ, όχι όμως και αρκετά, γιατί μου φαίνεται πολύ κοπιαστική η εργασία που λες· καταλαβαίνω οπωσδήποτε πως θέλεις να ορίσεις ότι όσα μας αποκαλύπτονται με τη διαλεκτική επιστήμη του όντος και του νοητού είναι πολύ σαφέστερα από τις άλλες που λένε τέχνες, αφού αρχές αυτών είναι τα θεμέλια· και ναι μεν είναι αναγκασμένοι όσοι καταγίνονται μ᾽ αυτές να μεταχειρίζουνται τη διάνοιά τους και όχι τις αισθήσεις, αλλά, επειδή δεν [511d] ανεβαίνουν σε μιαν αρχή που από κει πάνω να εξετάζουν τα αντικείμενα της έρευνάς των μα ξεκινούν μόνο από κάποιες βάσεις, κρίνεις πως δεν έχουν τη δύναμη του νου που χρειάζεται γι᾽ αυτά, αν και είναι νοητά όταν στηρίζουνται επάνω στην αρχή. Και γι᾽ αυτό μου φαίνεται πως ονομάζεις διάνοια τη δύναμη που χρησιμοποιούν οι γεωμετρικοί και οι άλλοι τέτοιοι και όχι νου, επειδή είναι κάτι ανάμεσα στο νου και τη δοξασία.
Πολύ πολύ αρκετά εννόησες τη σκέψη μου. Και πάρε για τα τέσσερα αυτά τμήματα τις τέσσερις αυτές ενέργειες που διαθέτει η ψυχή, το νου για το ανώτατο, τη διάνοια [511e] για το δεύτερο, απόδοσε στο τρίτο την πίστη και στο τελευταίο την εικασία και κατάταξέ τις αναλόγως, έχοντας υπόψη σου ότι έχουν τόση καθεμία τους σαφήνεια όση είναι και η σχέση που έχουν με την αλήθεια τα αντίστοιχα τμήματά τους.
Εννοώ και είμαι σύμφωνος μαζί σου και παραδέχομαι την κατάταξη που λες.