Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πολιτεία (380d-381e)

[380d] Τί δὲ δὴ ὁ δεύτερος ὅδε; ἆρα γόητα τὸν θεὸν οἴει εἶναι καὶ οἷον ἐξ ἐπιβουλῆς φαντάζεσθαι ἄλλοτε ἐν ἄλλαις ἰδέαις τοτὲ μὲν αὐτὸν γιγνόμενον, [καὶ] ἀλλάττοντα τὸ αὑτοῦ εἶδος εἰς πολλὰς μορφάς, τοτὲ δὲ ἡμᾶς ἀπατῶντα καὶ ποιοῦντα περὶ αὑτοῦ τοιαῦτα δοκεῖν, ἢ ἁπλοῦν τε εἶναι καὶ πάντων ἥκιστα τῆς ἑαυτοῦ ἰδέας ἐκβαίνειν;
Οὐκ ἔχω, ἔφη, νῦν γε οὕτως εἰπεῖν.
Τί δὲ τόδε; οὐκ ἀνάγκη, εἴπερ τι ἐξίσταιτο τῆς αὑτοῦ [380e] ἰδέας, ἢ αὐτὸ ὑφ᾽ ἑαυτοῦ μεθίστασθαι ἢ ὑπ᾽ ἄλλου;
Ἀνάγκη.
Οὐκοῦν ὑπὸ μὲν ἄλλου τὰ ἄριστα ἔχοντα ἥκιστα ἀλλοιοῦταί τε καὶ κινεῖται; οἷον σῶμα ὑπὸ σιτίων τε καὶ ποτῶν καὶ πόνων, καὶ πᾶν φυτὸν ὑπὸ εἱλήσεών τε καὶ ἀνέμων καὶ τῶν τοιούτων παθημάτων, οὐ τὸ ὑγιέστατον καὶ ἰσχυρότατον [381a] ἥκιστα ἀλλοιοῦται;
Πῶς δ᾽ οὔ;
Ψυχὴν δὲ οὐ τὴν ἀνδρειοτάτην καὶ φρονιμωτάτην ἥκιστ᾽ ἄν τι ἔξωθεν πάθος ταράξειέν τε καὶ ἀλλοιώσειεν;
Ναί.
Καὶ μήν που καὶ τά γε σύνθετα πάντα σκεύη τε καὶ οἰκοδομήματα καὶ ἀμφιέσματα κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον τὰ εὖ εἰργασμένα καὶ εὖ ἔχοντα ὑπὸ χρόνου τε καὶ τῶν ἄλλων παθημάτων ἥκιστα ἀλλοιοῦται.
Ἔστι δὴ ταῦτα.
[381b] Πᾶν δὴ τὸ καλῶς ἔχον ἢ φύσει ἢ τέχνῃ ἢ ἀμφοτέροις ἐλαχίστην μεταβολὴν ὑπ᾽ ἄλλου ἐνδέχεται.
Ἔοικεν.
Ἀλλὰ μὴν ὁ θεός γε καὶ τὰ τοῦ θεοῦ πάντῃ ἄριστα ἔχει.
Πῶς δ᾽ οὔ;
Ταύτῃ μὲν δὴ ἥκιστα ἂν πολλὰς μορφὰς ἴσχοι ὁ θεός.
Ἥκιστα δῆτα.
Ἀλλ᾽ ἆρα αὐτὸς αὑτὸν μεταβάλλοι ἂν καὶ ἀλλοιοῖ;
Δῆλον, ἔφη, ὅτι, εἴπερ ἀλλοιοῦται.
Πότερον οὖν ἐπὶ τὸ βέλτιόν τε καὶ κάλλιον μεταβάλλει ἑαυτὸν ἢ ἐπὶ τὸ χεῖρον καὶ τὸ αἴσχιον ἑαυτοῦ;
[381c] Ἀνάγκη, ἔφη, ἐπὶ τὸ χεῖρον, εἴπερ ἀλλοιοῦται· οὐ γάρ που ἐνδεᾶ γε φήσομεν τὸν θεὸν κάλλους ἢ ἀρετῆς εἶναι.
Ὀρθότατα, ἦν δ᾽ ἐγώ, λέγεις. καὶ οὕτως ἔχοντος δοκεῖ ἄν τίς σοι, ὦ Ἀδείμαντε, ἑκὼν αὑτὸν χείρω ποιεῖν ὁπῃοῦν ἢ θεῶν ἢ ἀνθρώπων;
Ἀδύνατον, ἔφη.
Ἀδύνατον ἄρα, ἔφην, καὶ θεῷ ἐθέλειν αὑτὸν ἀλλοιοῦν, ἀλλ᾽ ὡς ἔοικε, κάλλιστος καὶ ἄριστος ὢν εἰς τὸ δυνατὸν ἕκαστος αὐτῶν μένει ἀεὶ ἁπλῶς ἐν τῇ αὑτοῦ μορφῇ.
Ἅπασα, ἔφη, ἀνάγκη ἔμοιγε δοκεῖ.
[381d] Μηδεὶς ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ ἄριστε, λεγέτω ἡμῖν τῶν ποιητῶν, ὡς—
θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσι,
παντοῖοι τελέθοντες, ἐπιστρωφῶσι πόληας·
μηδὲ Πρωτέως καὶ Θέτιδος καταψευδέσθω μηδείς, μηδ᾽ ἐν τραγῳδίαις μηδ᾽ ἐν τοῖς ἄλλοις ποιήμασιν εἰσαγέτω Ἥραν ἠλλοιωμένην, ὡς ἱέρειαν ἀγείρουσαν—
Ἰνάχου Ἀργείου ποταμοῦ παισὶν βιοδώροις·
[381e] καὶ ἄλλα τοιαῦτα πολλὰ μὴ ἡμῖν ψευδέσθων. μηδ᾽ αὖ ὑπὸ τούτων ἀναπειθόμεναι αἱ μητέρες τὰ παιδία ἐκδειματούντων, λέγουσαι τοὺς μύθους κακῶς, ὡς ἄρα θεοί τινες περιέρχονται νύκτωρ πολλοῖς ξένοις καὶ παντοδαποῖς ἰνδαλλόμενοι, ἵνα μὴ ἅμα μὲν εἰς θεοὺς βλασφημῶσιν, ἅμα δὲ τοὺς παῖδας ἀπεργάζωνται δειλοτέρους.
Μὴ γάρ, ἔφη.
Ἀλλ᾽ ἆρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, αὐτοὶ μὲν οἱ θεοί εἰσιν οἷοι μὴ μεταβάλλειν, ἡμῖν δὲ ποιοῦσιν δοκεῖν σφᾶς παντοδαποὺς φαίνεσθαι, ἐξαπατῶντες καὶ γοητεύοντες;
Ἴσως, ἔφη.

[380d] Τώρα τί λες γι᾽ αυτόν τον δεύτερο; πιστεύεις τάχα πως ο θεός είναι κανένας μάγος, ώστε, όπως του καταβαίνει στη φαντασία, να παρουσιάζεται σε πολλές και διάφορες μορφές και άλλοτε να γίνεται άλλο και να μεταβάλλει το είδος του σε διάφορα σχήματα, άλλοτε πάλι ν᾽ απατά τις αισθήσεις μας και να μας φαίνεται τέτοιος ή τέτοιος, ή ότι είναι ο πιο μονός απ᾽ όλα τα όντα κι ολιγότερο από καθετί άλλο αλλάζει τη μορφή του;
Δεν μπορώ να σου απαντήσω έτσι αμέσως τώρα.
Τουλάχιστον σ᾽ αυτό; δεν είναι ανάγκη, όταν ένα πράγμα βγαίνει από την αρχική του [380e] μορφή, να προέρχεται αυτή η μεταβολή ή από τον ίδιο τον εαυτό του ή από κανέναν άλλο;
Και βέβαια.
Τα άριστα όμως πράγματα δεν αλλοιώνονται και δεν επηρεάζουνται ολιγότερο από τις εξωτερικές αφορμές; Λόγου χάριν· τα σώματα τα πιο γερά και δυνατά [381a] δεν αλλοιώνουνται ολιγότερο από τις τροφές και τα πιοτά και τους κόπους, καθώς επίσης και τα φυτά από τα ηλιοκάματα και τους ανέμους και από άλλες τέτοιες επιδράσεις;
Πώς όχι;
Και η ψυχή επίσης δε θα ταραχθεί και δε θ᾽ αλλοιωθεί τόσο ολιγότερο από μια εξωτερική επίδραση όσο περισσότερο γενναία και φρόνιμη είναι;
Ναι.
Αλλά βέβαια και τα κατασκευάσματα ακόμη του ανθρώπου, σκεύη και οικοδομήματα, κατά τον ίδιο λόγο, όσα είναι καλά κατασκευασμένα και από καλά υλικά, πολύ ολιγότερο αλλοιώνουνται από την πολυκαιρία και από άλλες εξωτερικές φθορές.
Έτσι είναι.
[381b] Ώστε και γενικώς, κάθε πράγμα τέλειο είτε από τη φύση, είτε από τέχνη, είτε κι απ᾽ τα δυο μαζί, επιδέχεται τη μικρότερη μεταβολή απ᾽ έξω από ένα άλλο.
Έτσι φαίνεται.
Ο θεός όμως, και όλα που αναφέρουνται στο θεό, είναι κατά πάντα τέλειος.
Πώς όχι;
Ώστε απ᾽ αυτή την έποψη δεν είναι καθόλου δυνατό να παίρνει ο θεός πολλές μορφές.
Καθόλου πραγματικώς.
Αλλά μήπως τάχα θα ήταν δυνατό να μεταβάλλει και να αλλοιώνει ο ίδιος τον εαυτό του;
Είναι φανερό πως έτσι μόνο θα μπορούσε ν᾽ αλλοιωθεί, αν αλλοιώνεται.
Και μεταβάλλει τάχα τον εαυτό του στο καλύτερο και ωραιότερο, ή στο χειρότερο και ασχημότερο;
[381c] Ανάγκη στο χειρότερο, αφού αλλοιώνεται· γιατί δεν μπορούμε να πούμε πως του λείπει του θεού καμιά ομορφιά ή τελειότης.
Πολύ σωστά το λες· και αφού έτσι πραγματικώς είναι, φαντάζεσαι ποτέ, Αδείμαντε, πως θα ήταν δυνατό κανείς, ή θεός ή άνθρωπος, να θελήσει μόνος του να κάμει χειρότερο τον εαυτό του σε ό,τι να ᾽ναι;
Αδύνατο.
Αδύνατο λοιπόν να θελήσει ο θεός να αλλοιώσει τον εαυτό του, αλλά καθένας απ᾽ αυτούς έτσι που είναι, καθώς φαίνεται, όσο γίνεται τελειότατος και ωραιότατος, έτσι μένει πάντα μονός και αμετάβλητος στη δική του τη μορφή.
Ανάγκη πάσα, πιστεύω κι εγώ.
[381d] Κανείς λοιπόν ποιητής να μην τολμήσει να μας λέγει, πως
ξένη οι θεοί παίρνουν μορφή, σαν τάχα ξωμερίτες
κι αλλιώτικοι, λογής κοπής, γυρνούν τις πολιτείες.
μήτε να μας ψευτολογά για τις μεταμορφώσεις του Πρωτέως και της Θέτιδος, μηδέ να μας παρουσιάζει στις τραγωδίες και σ᾽ άλλα ποιήματα την Ήρα μεταλλαγμένη σε ιέρεια να μαζεύει ελέη
για τα μακάρια τα παιδιά του ποταμού τού Ινάχου·
[381e] και άλλα πολλά τέτοια ψευδολογήματα να μας αραδιάζουν. Κι ας προσέξουν ακόμα κι οι μητέρες να μη γίνουνται θύματα της ευπιστίας των και να κάθουνται να τρομάζουν με τέτοια κακά παραμύθια τα παιδιά των, πως τάχα οι θεοί παίρνουν διάφορες ξένες μορφές και τριγυρνούν τις νύχτες, για να μη λένε τέτοιες βλαστημίες για τους θεούς και κάνουν συγχρόνως και τα παιδιά των δειλότερα.
Ναι, ν᾽ απαγορευθούν.
Μα, δεν μπορεί τάχα, οι ίδιοι οι θεοί να μην είναι δυνατό πραγματικώς να μεταβάλλουνται, εμάς όμως να μας εξαπατούν και να μαγεύουν τις αισθήσεις μας, ώστε να φανταζόμαστε πως παρουσιάζουνται εμπρός μας με διάφορες μορφές;
Ίσως κι αυτό.