Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Πολιτεία (539b-540c)

[539b] Ἆρ᾽ οὖν οὐ μία μὲν εὐλάβεια αὕτη συχνή, τὸ μὴ νέους ὄντας αὐτῶν γεύεσθαι; οἶμαι γάρ σε οὐ λεληθέναι ὅτι οἱ μειρακίσκοι, ὅταν τὸ πρῶτον λόγων γεύωνται, ὡς παιδιᾷ αὐτοῖς καταχρῶνται, ἀεὶ εἰς ἀντιλογίαν χρώμενοι, καὶ μιμούμενοι τοὺς ἐξελέγχοντας αὐτοὶ ἄλλους ἐλέγχουσι, χαίροντες ὥσπερ σκυλάκια τῷ ἕλκειν τε καὶ σπαράττειν τῷ λόγῳ τοὺς πλησίον ἀεί.
Ὑπερφυῶς μὲν οὖν, ἔφη.
Οὐκοῦν ὅταν δὴ πολλοὺς μὲν αὐτοὶ ἐλέγξωσιν, ὑπὸ [539c] πολλῶν δὲ ἐλεγχθῶσι, σφόδρα καὶ ταχὺ ἐμπίπτουσιν εἰς τὸ μηδὲν ἡγεῖσθαι ὧνπερ πρότερον· καὶ ἐκ τούτων δὴ αὐτοί τε καὶ τὸ ὅλον φιλοσοφίας πέρι εἰς τοὺς ἄλλους διαβέβληνται.
Ἀληθέστατα, ἔφη.
Ὁ δὲ δὴ πρεσβύτερος, ἦν δ᾽ ἐγώ, τῆς μὲν τοιαύτης μανίας οὐκ ἂν ἐθέλοι μετέχειν, τὸν δὲ διαλέγεσθαι ἐθέλοντα καὶ σκοπεῖν τἀληθὲς μᾶλλον μιμήσεται ἢ τὸν παιδιᾶς χάριν παίζοντα καὶ ἀντιλέγοντα, καὶ αὐτός τε μετριώτερος ἔσται [539d] καὶ τὸ ἐπιτήδευμα τιμιώτερον ἀντὶ ἀτιμοτέρου ποιήσει.
Ὀρθῶς, ἔφη.
Οὐκοῦν καὶ τὰ προειρημένα τούτου ἐπ᾽ εὐλαβείᾳ πάντα προείρηται, τὸ τὰς φύσεις κοσμίους εἶναι καὶ στασίμους οἷς τις μεταδώσει τῶν λόγων, καὶ μὴ ὡς νῦν ὁ τυχὼν καὶ οὐδὲν προσήκων ἔρχεται ἐπ᾽ αὐτό;
Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη.
Ἀρκεῖ δὴ ἐπὶ λόγων μεταλήψει μεῖναι ἐνδελεχῶς καὶ συντόνως μηδὲν ἄλλο πράττοντι, ἀλλ᾽ ἀντιστρόφως γυμναζομένῳ τοῖς περὶ τὸ σῶμα γυμνασίοις, ἔτη διπλάσια ἢ τότε;
[539e] Ἕξ, ἔφη, ἢ τέτταρα λέγεις;
Ἀμέλει, εἶπον, πέντε θές. μετὰ γὰρ τοῦτο καταβιβαστέοι ἔσονταί σοι εἰς τὸ σπήλαιον πάλιν ἐκεῖνο, καὶ ἀναγκαστέοι ἄρχειν τά τε περὶ τὸν πόλεμον καὶ ὅσαι νέων ἀρχαί, ἵνα μηδ᾽ ἐμπειρίᾳ ὑστερῶσι τῶν ἄλλων· καὶ ἔτι καὶ ἐν τούτοις [540a] βασανιστέοι εἰ ἐμμενοῦσιν ἑλκόμενοι πανταχόσε ἤ τι καὶ παρακινήσουσι.
Χρόνον δέ, ἦ δ᾽ ὅς, πόσον τοῦτον τιθεῖς;
Πεντεκαίδεκα ἔτη, ἦν δ᾽ ἐγώ. γενομένων δὲ πεντηκοντουτῶν τοὺς διασωθέντας καὶ ἀριστεύσαντας πάντα πάντῃ ἐν ἔργοις τε καὶ ἐπιστήμαις πρὸς τέλος ἤδη ἀκτέον, καὶ ἀναγκαστέον ἀνακλίναντας τὴν τῆς ψυχῆς αὐγὴν εἰς αὐτὸ ἀποβλέψαι τὸ πᾶσι φῶς παρέχον, καὶ ἰδόντας τὸ ἀγαθὸν αὐτό, παραδείγματι χρωμένους ἐκείνῳ, καὶ πόλιν καὶ ἰδιώτας [540b] καὶ ἑαυτοὺς κοσμεῖν τὸν ἐπίλοιπον βίον ἐν μέρει ἑκάστους, τὸ μὲν πολὺ πρὸς φιλοσοφίᾳ διατρίβοντας, ὅταν δὲ τὸ μέρος ἥκῃ, πρὸς πολιτικοῖς ἐπιταλαιπωροῦντας καὶ ἄρχοντας ἑκάστους τῆς πόλεως ἕνεκα, οὐχ ὡς καλόν τι ἀλλ᾽ ὡς ἀναγκαῖον πράττοντας, καὶ οὕτως ἄλλους ἀεὶ παιδεύσαντας τοιούτους, ἀντικαταλιπόντας τῆς πόλεως φύλακας, εἰς μακάρων νήσους ἀπιόντας οἰκεῖν· μνημεῖα δ᾽ αὐτοῖς καὶ θυσίας [540c] τὴν πόλιν δημοσίᾳ ποιεῖν, ἐὰν καὶ ἡ Πυθία συναναιρῇ, ὡς δαίμοσιν, εἰ δὲ μή, ὡς εὐδαίμοσί τε καὶ θείοις.
Παγκάλους, ἔφη, τοὺς ἄρχοντας, ὦ Σώκρατες, ὥσπερ ἀνδριαντοποιὸς ἀπείργασαι.
Καὶ τὰς ἀρχούσας γε, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ Γλαύκων· μηδὲν γάρ τι οἴου με περὶ ἀνδρῶν εἰρηκέναι μᾶλλον ἃ εἴρηκα ἢ περὶ γυναικῶν, ὅσαι ἂν αὐτῶν ἱκαναὶ τὰς φύσεις ἐγγίγνωνται.
Ὀρθῶς, ἔφη, εἴπερ ἴσα γε πάντα τοῖς ἀνδράσι κοινωνήσουσιν, ὡς διήλθομεν.

[539b] Και δεν είναι μια απαραίτητη προφύλαξη αυτή, να μην τη γεύονται πάρα πολύ νέοι; Γιατί, υποθέτω, πως δε σου έχει διαφύγει ότι οι άμεστοι ακόμα νέοι, όταν πρωτογευτούν τη διαλεκτική, κάνουν κατάχρησή της σαν να ήταν ένα είδος διασκέδαση και τη χρησιμοποιούν αδιάκοπα σε αντιλογίες και, για να μιμηθούν εκείνους που τους αποστόμωσαν με τα επιχειρήματά τους, ζητούν κι αυτοί ν᾽ αποστομώσουν άλλους κι ευχαριστιούνται σαν τα σκυλάκια να τραβούν και να ξεσκίζουν ό,τι τύχει να βρεθεί κοντά τους.
Με αφάνταστη, πραγματικώς, ευχαρίστηση.
Αφού λοιπόν σ᾽ αυτές τις συζητήσεις πολλούς κι αυτοί αποστομώσουν, κι από [539c] πολλούς αποστομωθούν, και οι ίδιοι καταντούν, και πολύ γρήγορα μάλιστα, να μην πιστεύουν πια τίποτ᾽ απ᾽ όσα πίστευαν πριν· και μ᾽ αυτό δίνουν αφορμή στους άλλους και μαζί τους να τα βάζουν και τη φιλοσοφία να κατασυκοφαντούν.
Χωρίς καμιά αμφιβολία.
Σε ηλικία όμως περισσότερο προχωρημένη δε θα το θέλουν βέβαια πια να θυσιάζουν σ᾽ αυτή τη μανία και θα μιμούνται περισσότερο εκείνους που με τη διαλεκτική ζητούν να βρουν την αλήθεια, παρά εκείνον που παίζει και αντιλέγει έτσι για διασκέδαση· μ᾽ αυτό τον τρόπο και οι ίδιοι θα γίνουν πιο μετρημένοι [539d] και την ενασχόληση αυτή θα κάνουν πιο τιμημένη από καταφρονεμένη που είναι τώρα.
Πολύ σωστά.
Κι όσα λοιπόν ακόμα έχομε πει και πριν δεν ήταν μια προφύλαξη για τον ίδιο το σκοπό, πως πρέπει δηλαδή να είναι από φυσικού τους κόσμιοι και σταθεροί εκείνοι που θα τους μεταδώσομε τη διαλεκτική και να μην καταπιάνεται μ᾽ αυτήν ο πρώτος που λάχει και που καμιά φυσική προδιάθεση δεν έχει;
Βεβαιότατα.
Και θα ήταν άραγε αρκετό να ορίσομε για τη σπουδή της διαλεκτικής το διπλάσιο καιρό που δώσαμε στη γυμναστική, για να της αφοσιωθεί κανείς αποκλειστικά και μ᾽ όλο του το ζήλο, χωρίς τίποτ᾽ άλλο να κάνει παρά να γυμνάζεται με ανάλογο τρόπο, όπως τότε με τις σωματικές ασκήσεις;
[539e] Πόσα δηλαδή χρόνια, εξ ή τέσσερα;
Δε σημαίνει, βάλε και πέντε. Και κατόπι απ᾽ αυτό θα πρέπει να τους κατεβάσεις πάλι σε κείνο το σπήλαιο και θα τους υποχρεώσεις να γίνουνται αρχηγοί σε πολεμικές επιχειρήσεις και σ᾽ άλλα αξιώματα κατάλληλα για την ηλικία τους, για να μην υστερούν ούτε κατά την εμπειρία από τους άλλους· και σε όλ᾽ αυτά ακόμη [540a] πρέπει πάλι να δοκιμάζουνται, αν θα μένουν ακλόνητοι σ᾽ όλους τους πειρασμούς που θα τους τραβούν από παντού ή μήπως και παραστρατήσουν κάπως.
Και πόσον καιρό βάζεις και γι᾽ αυτό;
Δεκαπέντε χρόνια· και όταν πια φτάσουν τα πενήντα, όσοι απ᾽ αυτούς σωθούν και αριστεύσουν σ᾽ όλα γενικώς και στα έργα και στις επιστήμες, καιρός πια να τους οδηγήσομε στο τέρμα και να τους αναγκάσομε να στρέψουν προς τα επάνω τα φωτεινά μάτια της ψυχής και ν᾽ ατενίσουν εκείνο το ίδιο που δίνει το φως σ᾽ όλα τα πάντα· κι αφού δουν τότε και γνωρίσουν το καθαυτό αγαθό, να το έχουν τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής των σαν πρότυπο, [540b] για να ρυθμίζουν επάνω του και τα δικά τους και της πολιτείας και των ιδιωτών τα ήθη, αφοσιωμένοι βέβαια τον περισσότερο καιρό τους στη φιλοσοφία, παίρνοντας όμως επάνω τους, όταν έρχεται η σειρά του καθενός, και το βάρος της διοίκησης και της εξουσίας, αποκλειστικά και μόνο για χάρη της πολιτείας και όχι σα να ᾽ταν τίποτα καλό για τους ίδιους, παρά υποχρέωση απαραίτητη· και τότε πια αφού μορφώσουν και άλλους κατά το παράδειγμά τους, να τους αφήσουν στο πόδι τους άξιους φύλακες της πολιτείας, όταν θα έρθει η ώρα τους να πάνε να κατοικήσουν στα νησιά των Μακάρων· και η πόλη τότε να τους τιμά με μνημεία και να τους ορίζει, [540c] αν είναι σύμφωνοι και της Πυθίας οι χρησμοί, δημοτελείς θυσίες, σαν σε ημιθέους, ειδεμή σαν σε μακαρίους και αγίους.
Πανέμορφους τους άρχοντες, Σωκράτη, σαν αδριαντοποιός τούς έχεις στην εντέλεια δουλέψει.
Μα και τις αρχόντισσες επίσης, Γλαύκων· γιατί μη νομίζεις πως όσα έχω ειπεί αποβλέπουν στους άντρες περισσότερο παρά και στις γυναίκες, όσες τουλάχιστο κι απ᾽ αυτές βρεθούν προικισμένες από τη φύση με την ικανότητα που χρειάζεται.
Σωστά, αφού όλα, καθώς τ᾽ αναφέραμε, θα είναι κοινά ανάμεσα στους άντρες και στις γυναίκες.