Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Θεμιστοκλῆς (24.1-25.3)


[24.1] Προαισθόμενος δ᾽ ἐκεῖνος εἰς Κέρκυραν διεπέρασεν, οὔσης αὐτῷ πρὸς τὴν πόλιν εὐεργεσίας. γενόμενος γὰρ αὐτῶν κριτὴς πρὸς Κορινθίους ἐχόντων διαφοράν, ἔλυσε τὴν ἔχθραν εἴκοσι τάλαντα κρίνας τοὺς Κορινθίους καταβαλεῖν καὶ Λευκάδα κοινῇ νέμειν ἀμφοτέρων ἄποικον. [24.2] ἐκεῖθεν δ᾽ εἰς Ἤπειρον ἔφυγε, καὶ διωκόμενος ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων καὶ τῶν Λακεδαιμονίων, ἔρριψεν ἑαυτὸν εἰς ἐλπίδας χαλεπὰς καὶ ἀπόρους, καταφυγὼν πρὸς Ἄδμητον, ὃς βασιλεὺς μὲν ἦν Μολοσσῶν, δεηθεὶς δέ τι τῶν Ἀθηναίων καὶ προπηλακισθεὶς ὑπὸ τοῦ Θεμιστοκλέους, ὅτ᾽ ἤκμαζεν ἐν τῇ πολιτείᾳ, δι᾽ ὀργῆς εἶχεν αὐτὸν αἰεί, καὶ δῆλος ἦν εἰ λάβοι τιμωρησόμενος. [24.3] ἐν δὲ τῇ τότε τύχῃ μᾶλλον ὁ Θεμιστοκλῆς φοβηθεὶς συγγενῆ καὶ πρόσφατον φθόνον ὀργῆς παλαιᾶς καὶ βασιλικῆς, ταύτῃ φέρων ὑπέθηκεν ἑαυτόν, ἱκέτης τοῦ Ἀδμήτου καταστὰς ἴδιόν τινα καὶ παρηλλαγμένον τρόπον. [24.4] ἔχων γὰρ αὐτοῦ τὸν υἱὸν ὄντα παῖδα πρὸς τὴν ἑστίαν προσέπεσε, ταύτην μεγίστην καὶ μόνην σχεδὸν ἀναντίρρητον ἡγουμένων ἱκεσίαν τῶν Μολοσσῶν. [24.5] ἔνιοι μὲν οὖν Φθίαν τὴν γυναῖκα τοῦ βασιλέως λέγουσιν ὑποθέσθαι τῷ Θεμιστοκλεῖ τὸ ἱκέτευμα τοῦτο καὶ τὸν υἱὸν ἐπὶ τὴν ἑστίαν καθίσαι μετ᾽ αὐτοῦ· τινὲς δ᾽ αὐτὸν τὸν Ἄδμητον, ὡς ἀφοσιώσαιτο πρὸς τοὺς διώκοντας τὴν ἀνάγκην δι᾽ ἣν οὐκ ἐκδίδωσι τὸν ἄνδρα, διαθεῖναι καὶ συντραγῳδῆσαι τὴν ἱκεσίαν. [24.6] ἐκεῖ δ᾽ αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ τοὺς παῖδας ἐκκλέψας ἐκ τῶν Ἀθηνῶν Ἐπικράτης ὁ Ἀχαρνεὺς ἀπέστειλεν· ὃν ἐπὶ τούτῳ Κίμων ὕστερον κρίνας ἐθανάτωσεν, ὡς ἱστορεῖ Στησίμβροτος. [24.7] εἶτ᾽ οὐκ οἶδ᾽ ὅπως ἐπιλαθόμενος τούτων, ἢ τὸν Θεμιστοκλέα ποιῶν ἐπιλαθόμενον, πλεῦσαί φησιν εἰς Σικελίαν καὶ παρ᾽ Ἱέρωνος αἰτεῖν τοῦ τυράννου τὴν θυγατέρα πρὸς γάμον, ὑπισχνούμενον αὐτῷ τοὺς Ἕλληνας ὑπηκόους ποιήσειν· ἀποτριψαμένου δὲ τοῦ Ἱέρωνος, οὕτως εἰς τὴν Ἀσίαν ἀπᾶραι.
[25.1] Ταῦτα δ᾽ οὐκ εἰκός ἐστιν οὕτω γενέσθαι. Θεόφραστος γὰρ ἐν τοῖς Περὶ βασιλείας ἱστορεῖ τὸν Θεμιστοκλέα, πέμψαντος εἰς Ὀλυμπίαν Ἱέρωνος ἵππους ἀγωνιστὰς καὶ σκηνήν τινα κατεσκευασμένην πολυτελῶς στήσαντος, εἰπεῖν ἐν τοῖς Ἕλλησι λόγον, ὡς χρὴ τὴν σκηνὴν διαρπάσαι τοῦ τυράννου καὶ κωλῦσαι τοὺς ἵππους ἀγωνίσασθαι. [25.2] Θουκυδίδης δ᾽ ἐκπλεῦσαί φησιν αὐτὸν ἐπὶ τὴν ἑτέραν καταβάντα θάλατταν ἀπὸ Πύδνης, οὐδενὸς εἰδότος ὅστις εἴη τῶν πλεόντων, μέχρι οὗ πνεύματι τῆς ὁλκάδος εἰς Νάξον καταφερομένης ὑπ᾽ Ἀθηναίων πολιορκουμένην τότε, φοβηθεὶς ἀναδείξειεν ἑαυτὸν τῷ τε ναυκλήρῳ καὶ τῷ κυβερνήτῃ, καὶ τὰ μὲν δεόμενος, τὰ δ᾽ ἀπειλῶν καὶ λέγων ὅτι κατηγορήσοι καὶ καταψεύσοιτο πρὸς τοὺς Ἀθηναίους, ὡς οὐκ ἀγνοοῦντες, ἀλλὰ χρήμασι πεισθέντες ἐξ ἀρχῆς ἀναλάβοιεν αὐτόν, οὕτως ἀναγκάσειε παραπλεῦσαι καὶ λαβέσθαι τῆς Ἀσίας. [25.3] τῶν δὲ χρημάτων αὐτῷ πολλὰ μὲν ὑπεκκλαπέντα διὰ τῶν φίλων εἰς Ἀσίαν ἔπλει, τῶν δὲ φανερῶν γενομένων καὶ συναχθέντων εἰς τὸ δημόσιον Θεόπομπος μὲν ἑκατὸν τάλαντα, Θεόφραστος δ᾽ ὀγδοήκοντά φησι γενέσθαι τὸ πλῆθος, οὐδὲ τριῶν ἄξια ταλάντων κεκτημένου τοῦ Θεμιστοκλέους πρὶν ἅπτεσθαι τῆς πολιτείας.


Ο ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΣΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ (κεφ. 24 - 25)
Στο βασιλιά των Μολοσσών
[24.1] Εκείνος το κατάλαβε και πρόφτασε να περάσει στην Κέρκυρα, που άλλοτε την είχε ευεργετήσει. Γιατί, όταν ορίστηκε διαιτητής των Κερκυραίων που είχαν κάποια διαφορά με τους Κορινθίους, κατάφερε να διαλύσει την έχθρα τους με την κρίση που έβγαλε να πληρώσουν οι Κορίνθιοι είκοσι τάλαντα και να κυβερνούν από κοινού τη Λευκάδα, που ήταν αποικία και των δύο λαών. [24.2] Απ᾽ εκεί πήγε στην Ήπειρο· και, επειδή οι Αθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι άρχισαν να τον καταδιώκουν, ρίχτηκε σε προσπάθειες επικίνδυνες και απελπιστικές. Σκέφτηκε να καταφύγει στον Άδμητο, το βασιλιά των Μολοσσών. Αυτός άλλοτε είχε ζητήσει κάτι από τους Αθηναίους και ο Θεμιστοκλής του το αρνήθηκε υβριστικά, όταν βρισκόταν στην ακμή της πολιτικής του δύναμης· για τούτο ο Άδμητος ήταν πάντοτε οργισμένος εναντίον του και ήταν φανερό πως, αν τον έπιανε, θα έπαιρνε εκδίκηση. [24.3] Αλλά στη δύσκολη θέση που έτυχε να βρεθεί τότε ο Θεμιστοκλής, φοβήθηκε περισσότερο τον πρόσφατο φθόνο των συμπατριωτών του παρά την παλιά οργή του ξένου βασιλιά και παραδόθηκε στο έλεός του· έγινε ικέτης του, αλλά μ᾽ έναν τρόπο ξεχωριστό και ασυνήθιστο. [24.4] Κρατώντας στην αγκαλιά του το γιο του βασιλιά, που ήταν μικρό παιδί, γονάτισε μπροστά στην εστία· και αυτό το θεωρούν οι Μολοσσοί σαν την πιο μεγάλη και σχεδόν μόνη ικεσία που δεν μπορεί κανείς να την αρνηθεί. [24.5] Μερικοί λένε πως η Φθία, η γυναίκα του βασιλιά, υπόδειξε στο Θεμιστοκλή αυτό τον τρόπο της ικεσίας και πως η ίδια έβαλε το γιο της να καθίσει μαζί του μπροστά στην εστία. Άλλοι πάλι λένε πως ο ίδιος ο Άδμητος, για να μπορέσει να επικαλεστεί απέναντι εκείνων που κυνηγούσαν το Θεμιστοκλή θρησκευτικούς λόγους για τους οποίους ήταν ανάγκη να μην τον παραδώσει, μηχανεύτηκε από πριν και έπαιξε μαζί του αυτή τη σκηνή της ικεσίας. [24.6] Εκεί στην Ήπειρο και ο Επικράτης από τις Αχαρνές έστειλε κρυφά από την Αθήνα στο Θεμιστοκλή τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Και γι᾽ αυτό το λόγο ο Κίμων αργότερα τον κατάγγειλε και έγινε αιτία να θανατωθεί, όπως ιστορεί ο Στησίμβροτος. [24.7] Έπειτα δεν ξέρω πώς, ξεχνώντας αυτά που έγραψε ή παριστάνοντας πως ο Θεμιστοκλής ξέχασε όλους και όλα, γράφει πως τράβηξε για τη Σικελία και ζήτησε από τον Ιέρωνα τον τύραννο τη θυγατέρα του σε γάμο με την υπόσχεση να φέρει τους Έλληνες στην εξουσία του και πως, επειδή ο Ιέρων αρνήθηκε, πέρασε προς την Ασία.

Ο Θεμιστοκλής φεύγει από την Ελλάδα
[25.1] Αλλά όλα αυτά δε φαίνεται να έγιναν πράγματι έτσι. Γιατί ο Θεόφραστος στο βιβλίο του «Περί βασιλείας» εξιστορεί ότι, όταν ο Ιέρων έστειλε στην Ολυμπία άλογα εξασκημένα για τους αγώνες και έστησε μια σκηνή με πολλά στολίδια, ο Θεμιστοκλής μίλησε στους Έλληνες και τους είπε ότι πρέπει να καταξεσκίσουν τη σκηνή του τυράννου και να εμποδίσουν τα άλογά του να πάρουν μέρος στους αγώνες. [25.2] Και ο Θουκυδίδης λέει ότι ο Θεμιστοκλής, αφού κατέβηκε στην άλλη θάλασσα, δηλαδή στο Αιγαίο, έπλευσε από την Πύδνα, χωρίς κανείς από τους συνταξιδιώτες του να ξέρει ποιός είναι. Έπειτα όμως, όταν το φορτηγό πλοίο με το οποίο ταξίδευε το έφερνε σφοδρός άνεμος προς τη Θάσο, που τότε την πολιορκούσαν οι Αθηναίοι, αναγκάστηκε από φόβο να φανερώσει την ταυτότητά του στο ναύκληρο και τον πλοίαρχο. Και πρώτα τους παρακαλούσε, έπειτα τους απειλούσε και τους έλεγε ότι θα τους κατηγορήσει και θα πει ψέματα στους Αθηναίους πως τάχα εξαρχής τον πήραν μαζί τους όχι γιατί δεν ήξεραν ποιός είναι, παρά γιατί δωροδοκήθηκαν. Έτσι τους ανάγκασε να παραπλεύσουν τη Θάσο και να φτάσουν στην Ασία. [25.3] Από την περιουσία του ένα μεγάλο μέρος το έβγαλαν κρυφά οι φίλοι του για λογαριασμό του και πήγε στην Ασία· το άλλο μέρος που ανακαλύφτηκε και μεταφέρθηκε στο δημόσιο ταμείο ήταν εκατό τάλαντα, όπως λέει ο Θεόπομπος, ογδόντα, όπως λέει ο Θεόφραστος, ενώ ο Θεμιστοκλής δεν είχε περιουσία που να αξίζει ούτε τρία τάλαντα, όταν άρχισε να πολιτεύεται.