Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Μήδεια (1293-1322)

ΕΞΟΔΟΣ


ΙΑ. γυναῖκες, αἳ τῆσδ᾽ ἐγγὺς ἕστατε στέγης,
ἆρ᾽ ἐν δόμοισιν ἡ τὰ δείν᾽ εἰργασμένη
1295 Μήδεια τοισίδ᾽ ἢ μεθέστηκεν φυγῇ;
δεῖ γάρ νιν ἤτοι γῆς γε κρυφθῆναι κάτω
ἢ πτηνὸν ἆραι σῶμ᾽ ἐς αἰθέρος βάθος,
εἰ μὴ τυράννων δώμασιν δώσει δίκην.
πέποιθ᾽ ἀποκτείνασα κοιράνους χθονὸς
1300 ἀθῷος αὐτὴ τῶνδε φεύξεσθαι δόμων;
ἀλλ᾽ οὐ γὰρ αὐτῆς φροντίδ᾽ ὡς τέκνων ἔχω·
κείνην μὲν οὓς ἔδρασεν ἔρξουσιν κακῶς,
ἐμῶν δὲ παίδων ἦλθον ἐκσώσων βίον,
μή μοί τι δράσωσ᾽ οἱ προσήκοντες γένει,
1305 μητρῷον ἐκπράσσοντες ἀνόσιον φόνον.
ΧΟ. ὦ τλῆμον, οὐκ οἶσθ᾽ οἷ κακῶν ἐλήλυθας,
Ἰᾶσον· οὐ γὰρ τούσδ᾽ ἂν ἐφθέγξω λόγους.
ΙΑ. τί δ᾽ ἔστιν; ἦ που κἄμ᾽ ἀποκτεῖναι θέλει;
ΧΟ. παῖδες τεθνᾶσι χειρὶ μητρῴᾳ σέθεν.
1310 ΙΑ. οἴμοι, τί λέξεις; ὥς μ᾽ ἀπώλεσας, γύναι.
ΧΟ. ὡς οὐκέτ᾽ ὄντων σῶν τέκνων φρόντιζε δή.
ΙΑ. ποῦ γάρ νιν ἔκτειν᾽; ἐντὸς ἢ ᾽ξωθεν δόμων;
ΧΟ. πύλας ἀνοίξας σῶν τέκνων ὄψῃ φόνον.
ΙΑ. χαλᾶτε κλῇδας ὡς τάχιστα, πρόσπολοι,
1315 ἐκλύεθ᾽ ἁρμούς, ὡς ἴδω διπλοῦν κακόν
τοὺς μὲν θανόντας, τὴν δὲ — τείσωμαι δίκην.
ΜΗ. τί τάσδε κινεῖς κἀναμοχλεύεις πύλας,
νεκροὺς ἐρευνῶν κἀμὲ τὴν εἰργασμένην;
παῦσαι πόνου τοῦδ᾽. εἰ δ᾽ ἐμοῦ χρείαν ἔχεις,
1320 λέγ᾽ εἴ τι βούλῃ, χειρὶ δ᾽ οὐ ψαύσεις ποτέ·
τοιόνδ᾽ ὄχημα πατρὸς Ἥλιος πατὴρ
δίδωσιν ἡμῖν, ἔρυμα πολεμίας χερός.

ΕΞΟΔΟΣ


(Εισέρχεται ο Ιάσων από την ίδια πάροδο από την οποία
είχε εισέλθει νωρίτερα.)

ΙΑ. Εσείς γυναίκες πλάι στο σπίτι, ξέρετε,
1295είναι ακόμα μέσα η Μήδεια που έπραξε το τρομερό
ή έφυγε ήδη μακριά;
Γιατί θα χρειαστεί ή να κρυφτεί στα έγκατα της γης
ή να υψωθεί μετέωρη στον θόλο του αιθέρα,
για να μην καταβάλει το τίμημα στο σπίτι το βασιλικό.
1300Πιστεύει άραγε πως θα φύγει από εδώ αλώβητη
έχοντας σκοτώσει τους άρχοντες της χώρας;
Όμως δεν νοιάζομαι γι᾽ αυτήν, για τα παιδιά μου νοιάζομαι.
Εκείνη, όπου έπραξε κακό, κακό θα λάβει.
Εγώ τη ζωή των παιδιών μου ήρθα να σώσω,
να μη μου τα πειράξουν οι συγγενείς των νεκρών,
1305γυρεύοντας εκδίκηση για τον ανόσιο φόνο της μητέρας.
ΧΟ. Δυστυχισμένε Ιάσονα, δεν ξέρεις πόσο βαθιά έχεις βυθιστεί
στη συμφορά. Αν ήξερες, τα λόγια που είπες δεν θα τα ᾽λεγες.
ΙΑ. Τί έγινε; Θέλει μήπως να σκοτώσει και εμένα;
ΧΟ. Τα παιδιά σου εθανατώθηκαν από χέρι μητρικό.
1310ΙΑ. Ωωω! Τί είπες; Με εξόντωσες, γυναίκα.
ΧΟ. Τα παιδιά σου δεν υπάρχουν πια — κατάλαβέ το.
ΙΑ. Πού τα σκότωσε; Μέσα στο σπίτι; Έξω;
ΧΟ. Αν ανοίξεις τις πύλες, θα δεις τα παιδιά σου σφαγιασμένα.
ΙΑ. Tραβήξτε γρήγορα τις αμπάρες, δούλοι,
1315ελευθερώστε τα μάνταλα, να δω το διπλό κακό,
τα παιδιά μου νεκρά, και αυτή — εκδίκηση!

(Ενώ ο Ιάσων προσπαθεί να ανοίξει την πύλη, η Μήδεια,
έχοντας μαζί της τα νεκρά σώματα των παιδιών, εμφανίζεται,
με τη βοήθεια της μηχανής, ψηλά πάνω σε φτερωτό άρμα.)

ΜΗ. Τί τραντάζεις τις πύλες και παλεύεις να τις ανοίξεις με λοστούς,
αναζητώντας τους νεκρούς και εμένα
που έπραξα αυτό που επράχθη;
Πάψε να προσπαθείς. Αν χρειάζεσαι κάτι από μένα,
1320πες μου, τί θέλεις — το χέρι σου δεν θα με αγγίξει ποτέ.
Τέτοιο άρμα μού χάρισε του πατρός μου ο πατέρας,
ο Ήλιος, ασπίδα μου απέναντι στα χέρια των εχθρών.