Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Μήδεια (627/8-662)

ΣΤΑΣΙΜΟΝ Β΄


ΧΟ. ἔρωτες ὑπὲρ μὲν ἄγαν ἐλθόντες οὐκ εὐδοξίαν [στρ. α]
630 οὐδ᾽ ἀρετὰν παρέδωκαν ἀνδράσιν· εἰ δ᾽ ἅλις ἔλθοι
Κύπρις, οὐκ ἄλλα θεὸς εὔχαρις οὕτω.
μήποτ᾽, ὦ δέσποιν᾽, ἐπ᾽ ἐμοὶ χρυσέων τόξων ἀφείης
635 ἱμέρῳ χρίσασ᾽ ἄφυκτον οἰστόν.

στέργοι δέ με σωφροσύνα, δώρημα κάλλιστον θεῶν· [αντ. α]
μηδέ ποτ᾽ ἀμφιλόγους ὀργὰς ἀκόρεστά τε νείκη
640 θυμὸν ἐκπλήξασ᾽ ἑτέροις ἐπὶ λέκτροις
προσβάλοι δεινὰ Κύπρις, ἀπτολέμους δ᾽ εὐνὰς σεβίζουσ᾽
ὀξύφρων κρίνοι λέχη γυναικῶν.

645 ὦ πατρίς, ὦ δώματα, μὴ [στρ. β]
δῆτ᾽ ἄπολις γενοίμαν
τὸν ἀμηχανίας ἔχουσα δυσπέρατον αἰῶν᾽,
οἰκτρότατον ἀχέων.
650 θανάτῳ θανάτῳ πάρος δαμείην
ἁμέραν τάνδ᾽ ἐξανύσα-
σα· μόχθων δ᾽ οὐκ ἄλλος ὕπερ-
θεν ἢ γᾶς πατρίας στέρεσθαι.

εἴδομεν, οὐκ ἐξ ἑτέρων [αντ. β]
655 μῦθον ἔχω φράσασθαι·
σὲ γὰρ οὐ πόλις, οὐ φίλων τις οἰκτιρεῖ παθοῦσαν
δεινότατα παθέων.
ἀχάριστος ὄλοιθ᾽ ὅτῳ πάρεστιν
660 μὴ φίλους τιμᾶν καθαρᾶν
ἀνοίξαντα κλῇδα φρενῶν·
ἐμοὶ μὲν φίλος οὔποτ᾽ ἔσται.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΣΙΜΟ


ΧΟ. Οι έρωτες, όταν πνέουν σφοδροί καί παράφοροι,
στους ανθρώπους δεν φέρνουν
ούτε φήμη καλή ούτε αρετή·
630μα όταν έρχεται η Κύπρη όπως πρέπει,
δεν έχει άλλη θεά τέτοια χάρη.
Από τα χρυσά σου τόξα, ω δέσποινα,
ποτέ μην αφήσεις για μένα αλάθευτο βέλος
635ποτισμένο με πόθο.

Να μ᾽ αγαπάει παρακαλώ η σωφροσύνη,
των θεών το θεσπέσιο δώρο.
Ποτέ η τρομερή Αφροδίτη
να μη ρίξει απάνω μου
διχόγνωμη οργή και ακόρεστες έριδες,
640και ο νους μου σαλέψει για το κρεβάτι ενός άλλου.
Να τιμά τα ζευγάρια που διχόνοια δεν γνώρισαν
και να ορίζει βαθυστόχαστη τους γάμους των γυναικών.

645Πατρίδα μου, σπίτι μου,
να μη μου μέλλεται ποτέ
να βρεθώ δίχως πόλη
και να βαδίσω τον δυσβάδιστο δρόμο
ενός βίου αβίωτου, να ζήσω τον πόνο
τον απ᾽ όλους τους πόνους πικρότερο.
650Καλύτερα να με δαμάσει πρώτα ο θάνατος, ο θάνατος,
και το φως της ζωής μου να σβήσει.
Γιατί δεν υπάρχει μοίρα πιο σκληρή
από το να στερηθείς τη γη των πατέρων σου.

Είδαμε· δεν λέμε λόγια
655που ακούσαμε από άλλους.
Εσένα καμιά πόλη, κανένας φίλος
δεν θα σε λυπηθεί που έπαθες
το κακό που είναι απ᾽ όλα τα κακά
το φοβερότερο.
Να χαθεί ο αχάριστος που δεν ανοίγει
660της άδολης καρδιάς του τη θύρα
και δεν τιμάει τους φίλους.
Φίλος μου αυτός δεν θα γίνει ποτέ.