Όπως τονίσαμε προηγουμένως, σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα υπάρχει ένα είδος αμνησίας ή ακόμη και απώθησης απέναντι στην ελληνική γλώσσα και γραμματεία, οι οποίες αντιμετωπίζονται με επιφυλακτικότητα στη Δύση. Ανάμεσα στον 6ο και τον 11ο αιώνα διανύουμε μια περίοδο όπου η Δύση και το Βυζάντιο εξελίσσονται αποκομμένα, με ελάχιστες ωσμώσεις ή αμοιβαίες επιρροές. Από τα μέσα του 15ου αιώνα και ύστερα, τα ελληνικά παύουν να είναι αποκλειστικά ιδιωτική υπόθεση λογίων, μαικήνων ή μοναχών, και αρχίζουν να απασχολούν τις σχολές καθώς επίσης και τις ανώτατες εκκλησιαστικές αρχές. Έτσι, ένα κύμα μεταφράσεων ξεκινάει στη Ρώμη στα μέσα του 15ου αιώνα με την πρωτοβουλία και τον συντονισμό του Πάπα Νικολάου του 5ου. Ομοίως, ο Πάπας Λεόντιος ο 10ος θα αναλάβει, αμέσως μετά την εκλογή του το 1513, πρωτοβουλία για την ίδρυση του Λυκείου Ελληνοπαίδων με ενσωματωμένο τυπογραφείο και βιβλιοθήκη, θέτοντας ως στόχο την αναβίωση και τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας και γραμματείας στην Ευρώπη. Το σχολείο αυτό, αν και δεν θα καταφέρει να λειτουργήσει για πολύ (1514-1521), θα στελεχωθεί από την πρώτη κιόλας στιγμή από τον Ιωάννη Λάσκαρη, τον Μάρκο Mουσούρο και τον Ζαχαρία Καλλέργη. (Για μια εκτενή ανάλυση σχετικά με το Λύκειο Eλληνοπαίδων βλ. Saladin 2000, 101-122). Στις αρχές του 16ου αιώνα έχουμε επίσης την ίδρυση των πρώτων τρίγλωσσων Λυκείων (Louvain 1518, Oξφόρδη 1520, Παρίσι 1530), όπου η μελέτη της ελληνικής και της εβραϊκής, παράλληλα με τα λατινικά, τίθενται ως απαραίτητη προϋπόθεση για μια ολοκληρωμένη (θεολογική) παιδεία.