ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι 

Νίκος Παντελίδης (2007) 

Για τη θέση της Μυκηναϊκής σε σχέση με τις γνωστές ομάδες διαλέκτων δεν έχουμε καταλήξει σε τελεσίδικα επιστημονικά συμπεράσματα, γιατί λείπουν μαρτυρίες για μερικά σημαντικά διακριτικά χαρακτηριστικά ή δεν μας δίνει η γραφή καμιά σχετική πληροφορία (λ.χ. για την αναπληρωματική έκταση). Τα κριτήρια που έχουμε στη διάθεσή μας φαίνεται να δίνουν στη Μυκηναϊκή μια θέση στο πλευρό της Αρκαδικής και της Κυπριακής, γιατί στις ομοιομορφίες της με την Αττικοϊωνική και την Αιολική συμμετέχει κάθε φορά και η Αρκαδοκυπριακή· έτσι λ.χ. από τη μια μεριά στην τροπή του τι σε σι και στονσύνδεσμο o-te = ho-te (έναντι λεσβ.ὄτα, δυτ. ελλ. ὅκα), από την άλλη στη συχνή εμφάνιση του ο αντί του α, όπου υπόκειται συλλαβικόr̥ l̥ ή n̥ m̥ στο πτόλις, πτόλεμος και στις προθέσεις πεδά και ἀπύ. Με την po-si στη θέση της προς (από *προσι) θα μπορούσε η Μυκηναϊκή να τοποθετηθεί σαφώς με το μέρος του αρκαδικού και του κυπριακού πος· βέβαια είναι δυνατή και η ανάγνωση porsi (που θα προέκυπτε με μετάθεση από το *prosi) είναι όμως λίγο πιθανή).

Το υλικό συνηγορεί λοιπόν για το ότι η Μυκηναϊκή στεκόταν κοντά στα προστάδια της Αρκαδικής και της Κυπριακής και σχημάτιζε μ' αυτές μια ομάδα, στην οποία ίσως ανήκαν και άλλες χαμένες διάλεκτοι.

Επιπλέον, την εποχή που τα παλιά ζητήματα της ελληνικής διαλεκτολογίας άρχισαν να επανεξετάζονται, αποκρυπτογραφήθηκε από τον Michael Ventris η γλώσσα των πινακίδων σε Γραμμική Β, προσθέτοντας έτσι μια σημαντική νέα διάσταση στο πρόβλημα, καθώς έφερε στο φως μια μορφή της ελληνικής κατά πολλούς αιώνες αρχαιότερη από τις μέχρι τότε μαρτυρημένες. Πολύ γρήγορα ήταν πλέον φανερό ότι, μολονότι οι πινακίδες από την Κνωσό και την Πύλο προέρχονταν από περιοχές πολύ απομακρυσμένες μεταξύ τους, η μυκηναϊκή διάλεκτος που χρησιμοποιούνταν ήταν σε γενικές γραμμές εξαιρετικά ομοιόμορφη, αντανακλώντας πιθανότατα μια «πρότυπη» γραπτή γλώσσα η οποία διέφερε σε ορισμένα σημεία από τις συνήθεις ομιλούμενες ποικιλίες της περιόδου. Ωστόσο πρόκειται για διάλεκτο η οποία ήδη ήταν σαφέστατα του τύπου της ανατολικής ελληνικής, καθώς διέθετε για παράδειγμα το νεοτεριστικό χαρακτηριστικό της «συριστικοποίησης» του αρχικού [t] πριν από [i] (δηλ. [ti] > [tsi] > [si]) σε μια ποικιλία από περιβάλλοντα, συμπεριλαμβανομένου και του αρχικού βασικού (μη παρελθοντικού) επιθήματος του 3ου πληθυντικού προσώπου [-nti], το οποίο διατηρήθηκε ανέπαφο στη δυτική ελληνική:

(8)(α)

  • (i) το μυκηναϊκό e-ko-si [ékhonsi] «έχουν»
  • (ii) το αρκαδικό ἔχο-νσι [ékhonsi], αττικό-ιωνικό ἔχου-σι [ékhu:si]

(β) δυτικό ελληνικό ἔχο-ντι [ékhonti]

[…]

Πάντως, άλλες περιπτώσεις είναι πιο περίπλοκες. Οι ιωνικές διάλεκτοι, λόγου χάρη, συμπεριλαμβανομένης εδώ και της αττικής, μοιράζονται με την αρκαδο-κυπριακή τυπικούς νεοτερισμούς της ανατολικής ελληνικής (π.χ. τη συριστικοποίηση του αρχικού [t]) και έτσι κατά πάσα πιθανότητα αποτελούν αρχικώς συν-απογόνους της ομάδας της ανατολικής ελληνικής στην Εποχή του Χαλκού. Ωστόσο, αυτές οι διάλεκτοι υπέστησαν αρκετούς χαρακτηριστικούς νεοτερισμούς που δεν αφορούσαν την αρκαδο-κυπριακή, πολλοί από τους οποίους είναι αποδεδειγμένα μεταμυκηναϊκοί. Έτσι, έχουμε τη μετατροπή του αρχικού [a:] σε [ε:] (πλήρως στην ιωνική, πιο περιορισμένα στην αττική), ούτως ώστε το αττικο-ιωνικό μήτηρ [mέ:tε:r], για παράδειγμα, αλλού να αντιστοιχεί στο μάτηρ [má:tε:r], συμπεριλαμβανομένης και της μυκηναϊκής - πβ. το τοπωνύμιο ma-to-(ro)-pu-ro [ma:trópulos]. Για το λόγο αυτόν, πολλοί θεωρούν τώρα την αττικο-ιωνική ως διαλεκτική ομάδα που απέκτησε έντονα ανεξάρτητη ταυτότητα μόνο μετά το 1000 π.Χ. περίπου, πιθανότατα σε μια περιοχή που συμπεριλάμβανε την ανατολική Αττική και, ύστερα από τον αποικισμό, τη δυτική και την κεντρική αιγαιακή λεκάνη.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:44