Oι ξένες γλώσσες που προσφέρονται, στο πλαίσιο του σχολικού προγράμματος, στους έλληνες μαθητές και μαθήτριες διδάσκονται για έναν περιορισμένο αριθμό εβδομαδιαίων ωρών, με αποτέλεσμα η δημόσια εκπαίδευση να μην καλύπτει τις ανάγκες γλωσσομάθειας που εμφανίζονται έντονες στην κοινωνία μας. Eύλογη είναι η ανάπτυξη της εξωσχολικής ξενόγλωσσης εκπαίδευσης μέσω ξένων οργανισμών, που προωθούν τις γλώσσες των χωρών προέλευσής τους, και ιδιωτικών επιχειρήσεων, που λειτουργούν βάσει της λογικής της αγοράς των αποκαλούμενων "ισχυρών" γλωσσών. O Pennycook (1994) προβαίνει σε μια ενδιαφέρουσα κριτική ανάλυση του λόγου που έχει αναπτυχθεί στον χώρο της διδακτικής για την αγγλική γλώσσα και στηρίζει τη λογική αυτή.