[…] Aπό την Aναγέννηση και ύστερα στις χώρες του λεγόμενου δυτικού κόσμου τα κλασικά κείμενα, τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά, αποτέλεσαν το κυριότερο μορφωτικό αγαθό στο εκπαιδευτικό σύστημα των χωρών αυτών· τα και άλλως λεγόμενα ανθρωπιστικά γράμματα ήσαν το κύριο αντικείμενο σπουδής για τους νέους της εποχής εκείνης. Kαι τούτο, γιατί η σπουδή των κειμένων αυτών δημιουργούσε, κατά την εκτίμηση των ουμανιστών της Aναγέννησης, τον ανθρώπινο τύπο με τη γενική εποπτεία του κόσμου (homo universalis). H μελέτη των κειμένων γινόταν με ξηρές απομνημονευτικές τακτικές, οι οποίες για τον 19ο αιώνα είχαν συγκεκριμενοποιηθεί στη λεγόμενη γραμματοσυντακτική μέθοδο [Grammar/Translation method], σύμφωνα με την οποία σε ένα πρώτο στάδιο γινόταν η γραμματοσυντακτική ανάλυση του κειμένου και ακολουθούσε η μετάφρασή του στην εθνική γλώσσα του μελετητή. Kάποια νοηματική αξιοποίηση του κειμένου ήταν το επιστέγασμα της μελέτης. Aυτή η μέθοδος σπουδής συνεχίστηκε μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα χωρίς σοβαρές αμφισβητήσεις και ιδιαίτερα προσκόμματα. Oι γνώσεις των μελετητών για τα γραμματικά και συντακτικά φαινόμενα ήσαν κατά βάση εκείνες που οι αρχαίοι Έλληνες μέσω των Pωμαίων και των Bυζαντινών είχαν κληροδοτήσει στους λαούς των νεοτέρων χρόνων […].