Στην αξιολόγηση του τι είναι γλωσσικό λάθος εμπλεκόμαστε υποκειμενικά ως φυσικοί ομιλητές, χαρακτηρίζοντας πολλές φορές ως λάθος κάτι που αντίκειται στη δική μας γλωσσική αίσθηση, ανεξάρτητα από αυτό που έχει ορίσει η νόρμα. Ενδεικτικό παράδειγμα η αυθόρμητη τάση "διόρθωσης" της κατάληξης του παρατατικού -αγα σε -ουσα (γέλαγα/γελούσα) από φυσικούς ομιλητές του βόρειου ιδιώματος· που σημαίνει ότι παρόλο που η νόρμα στη συγκεκριμένη περίπτωση αναγνωρίζει τη διπλοτυπία, ο ομιλητής που εντοπίζει σε αυτή την εκφορά λάθος διορθώνει με βάση τη δική του "νόρμα", το δικό του γλωσσικό σύστημα, όπως αυτό έχει φυσικά διαμορφωθεί μέσα από την έκθεσή του στη γλωσσική κοινότητα. Το ζήτημα βέβαια είναι βαθύτερο και σχετίζεται με το γεγονός ότι ως φυσικοί ομιλητές αποκτούμε τη γλώσσα βιωματικά και την επενδύουμε με διάφορα συναισθήματα που συνδέονται με την προσωπική αλλά και με ευρύτερες ταυτότητές μας· και ο δεσμός αυτός είναι τόσο ισχυρός που η δική μας γλωσσική αίσθηση μπορεί να υπερβεί οποιαδήποτε νόρμα, κάποιες φορές τόσο σαρωτικά ώστε να "διορθώσουμε" και τη νόρμα.