Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φυτοχημεία
1 εγγραφή
φυτοχημεία η [fitoximía] Ο25 : κλάδος της βοτανικής που ασχολείται με τη χημική σύσταση των φυτών.

[λόγ. < γαλλ. phytochimie < phyto- = φυτο- + chimie = χημεία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες