Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: στρατόσφαιρα
1 εγγραφή
στρατόσφαιρα η [stratósfera] Ο27 : (μετεωρ.) το στρώμα της ατμόσφαιρας, μετά την τροπόσφαιρα, που φτάνει σε ύψος έως πενήντα περίπου χιλιόμετρα από την επιφάνεια της γης.

[λόγ. < γαλλ. stratosphère < λατ. strat(us) `έκταση΄ -ο- + -sphère < αρχ. σφαῖρα κατά το atmosphère = ατμόσφαιρα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες