Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σημύδα
1 εγγραφή
σημύδα η [simíδa] Ο26 : μεγάλο δέντρο των βόρειων και εύκρατων περιοχών.

[ελνστ. σημύδα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες