Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μπαμπουίνος
1 εγγραφή
μπαμπουίνος ο [babuínos] Ο18 : ονομασία διάφορων ειδών πιθήκων.

[ιταλ. babbuino < γαλλ. babouin]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες