Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βίδρα
1 εγγραφή
βίδρα η [víδra] Ο25 : η ενυδρίδα.

[σλαβ. vidră]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες