Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χορογραφία
1 εγγραφή
χορογραφία η [xoroγrafía] Ο25 : η τέχνη της σύνθεσης χορών και μπαλέτων, της ρύθμισης των κινήσεων και των βημάτων ενός χορού.

[λόγ. < γαλλ. chorégraphie < αρχ. χορε(ία) + -graphie = -γραφία (-ο- κατά τα άλλα σύνθ.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες