Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ποστάλι
1 εγγραφή
ποστάλι το [postáli] Ο44 : (παρωχ.) επιβατικό ατμόπλοιο που εκτελεί δρομολόγια σε συγκεκριμένη γραμμή.

[ιταλ. postal(e) κατά το καράβι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες