Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πανισλαμιστής
1 εγγραφή
πανισλαμιστής ο [panislamistís] Ο7 θηλ. πανισλαμίστρια [panislamístria] Ο27 : αυτός που πιστεύει στον πανισλαμισμό και εργάζεται για τους σκοπούς του.

[λόγ. πανισλαμ(ισμός) -ιστής· λόγ. πανισλαμισ(τής) -τρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες