Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- νομοκάνονας ο [nomokánonas] Ο5 : συλλογή βυζαντινών εκκλησιαστικών νόμων που περιείχε εκκλησιαστικούς κανόνες και αυτοκρατορικά διατάγματα σχετικά με την εκκλησία.
[λόγ. < μσν. νομοκάνων, αιτ. -ονα < νομο- 1 + κανών (δες κανόνας 4)]