Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μεταπολίτευση
1 εγγραφή
μεταπολίτευση η [metapolítefsi] Ο33 : πολύ σοβαρή πολιτική μεταβολή και ιδίως αλλαγή του πολιτεύματος σε μια χώρα: H ελληνική ~ του 1843 / του 1974. Γενιά της μεταπολίτευσης.

[λόγ. μετα- πολίτευσις `τρόπος άσκησης του πολιτεύματος΄ < πολιτεύ(ομαι) -σις > -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες