Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κουτσαβακης
1 εγγραφή
κουτσαβάκης ο [kutsavákis] Ο11 : τύπος μάγκα της παλιάς Aθήνας.

[ανθρωπων. Κουτσαβάκης (όν. γνωστού μάγκα του 19ου αι.) < (;)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες