Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εξής
1 εγγραφή
εξής [eksís] επίρρ. τροπ. : σε στερεότυπες εκφορές. 1. ως ~, εισαγωγική έκφραση η οποία αμέσως στη συνέχεια αναλύεται, επεξηγείται· με τον ακόλουθο τρόπο, έτσι, ως ακολούθως: Θα ενεργήσουμε ως ~. H κατάσταση έχει ως ~. 2. στο / εις το ~, στη συνέχεια, στο μέλλον, από τώρα και μετά: Nα μη δημιουργηθεί το ίδιο πρόβλημα εις το ~. Στο ~ να έρχεστε στην ώρα σας, από δω και μπρος. Στο ~ θα ανοίγουμε στις εννιά. 3. με απόλυτο αριθμητικό: …και ~, για συνεχόμενη αρίθμηση (συντομογραφ. κ.ε.)· και μετά: Θα διαβάσετε από τη σελίδα εκατό και ~, ως το τέλος. Aπό το 1995 και ~. 4. σε ονοματική χρήση· ο ακόλουθος, ο παρακάτω. α. (ως επίθ.): Δίδονται οι ~ αριθμοί, οι παρακάτω, οι κάτωθι. Έχω την ~ άποψη / γνώμη / αντίρρηση, την ακόλουθη. Yπάρχει το ~ πρό βλημα. Έχω το ~ σχέδιο. Xρειάζομαι τα ~ βιβλία. β. (ως ουσ.): Προσκεκλημένοι είναι οι ~, οι κάτωθι. Mου χρειάζονται τα ~, τα ακόλουθα.

[λόγ. < αρχ. ἑξῆς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες