Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διφθογγοποίηση
1 εγγραφή
διφθογγοποίηση η [δifθoŋgopíisi] Ο33 : (γλωσσ.) δημιουργία διφθόγγου, τροπή δύο φωνηέντων σε δίφθογγο ή ανάπτυξη ημιφώνου πλάι σε φωνήεν.

[λόγ. δίφθογγ(ος) -ο- + -ποίη(σις) -ση απόδ. γαλλ. diphtongaison ή γερμ. Diphthongierung]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες