Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "υπερρεαλισμός 1"
1 εγγραφή
υπερρεαλισμός 1 ο [iperealizmós] Ο17 : λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κίνημα των αρχών του αιώνα, το οποίο χρησιμοποιώντας τα όνειρα, το στοιχείο του τυχαίου και έναν απόλυτο αυτοματισμό, είχε ως στόχο να εκφράσει την καθαρή σκέψη, απαλλαγμένη από όλους τους περιορισμούς που επιβάλλει η λογική και οι ηθικές ή κοινωνικές προκαταλήψεις· σουρεαλισμός.

[λόγ. υπερ- + ρεαλισμός μτφρδ. γαλλ. surréalisme]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες