Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "ευάριθμος -η -ο"
1 εγγραφή
ευάριθμος -η -ο [eváriθmos] Ε5 : (λόγ.) ολιγάριθμος.

[λόγ. < μσν. ευάριθμος `εύκολος να αριθμηθεί΄ < ευ- αριθμ(ός) -ος κατά το αντ. πολυάριθμος και το αρχ. συν. εὐαρίθμητος `εύκολος να αριθμηθεί΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες