Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μπουρδελότσαρκα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μπουρδελότσαρκα η [burδelótsarka] Ο27α : (λαϊκ.) βόλτα στα μπορντέ λα μιας περιοχής που γίνεται συνήθ. ομαδικά από νεαρά άτομα.

[μπουρδέλ(ο) -ο- + τσάρκα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες