Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: παφιλας
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πάφιλας ο [páfilas] Ο5 : (παρωχ.) ο ορείχαλκος. || λεπτό μεταλλικό έλασμα (κυρ. από ορείχαλκο).

[ίσως συμφυρ. τουρκ. paf(ta) (προφ. [pá-] ) `μεταλλικό στολίδι αλόγου΄ (από τα περσ.) + φύλλο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες