Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μη μου άπτου το [mí mu áptu] Ο (άκλ.) : 1. (ως επίθ.) για πρόσωπο που είναι υπερβολικά ευαίσθητο σωματικά ή ψυχικά: Πολύ ~ είσαι. 2. είδος μιμόζας.
[λόγ. < φρ. της Κ.Δ. μή μου ἅπτου `σταμάτα να γαντζώνεσαι πάνω μου΄, σημδ.: 1: αγγλ. noli me tangere· 2: γερμ. Nolimetangere < λατ. noli me tangere `μη με αγγίζεις΄ μετάφραση της φρ. της K.Δ.]