Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "εγκρατής -ής -ές"
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εγκρατής -ής -ές [eŋgratís] Ε10 : (για πρόσ.) που έχει τη δύναμη να ελέγχει και να περιορίζει στο ελάχιστο τις ορμές και τις επιθυμίες που έχουν σχέση με τις υλικές απολαύσεις της ζωής, που συνειδητά απέχει από υλικές απολαύσεις και ηδονές: ~ χαρακτήρας. || που τον χαρακτηρίζει η εγκράτεια: Ο ~ βίος των ασκητών.

[λόγ. < αρχ. ἐγκρατής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες