Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "άρτζι μπούρτζι"
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
άρτζι μπούρτζι [árdzi búrdzi] & άρτσι μπούρτσι [ártsi búrtsi] επίρρ. : χωρίς τάξη ή λογική συνοχή, ανάκατα, φύρδην μίγδην: Tα ΄κανες πάλι ~· ΣYN ΦΡ ~ και λουλάς*.

[παλ. σημ.: `κατάλυση των πάντων΄ < μσν. Aρτζιβούριν (από τα αρμεν.) `κατάλυση της νηστείας την Τετάρτη και Παρασκευή της εβδομάδας του Τελώνη και Φαρισαίου΄, με τροπή [v > b] και επανάλ. του [dz] στο δεύτερο μέρος της λ.· αποηχηροπ.: [dz > ts] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες