Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- πάντοθεν, επίρρ.· παντόθε· παντόθεν· πάντοθες· παντόθες· παντούθεν.
-
- 1)
- α) Από παντού, απ’ όλες τις μεριές:
- (Διγ. Gr. 3028), (3168)·
- εχάραξεν η ανατολή, τρέχει το φως παντόθεν (Φλώρ. 1480)·
- (εδώ με προηγ. την πρόθ. από πλεοναστικά):
- ήρτεν ο ρήγας και το δελοιπόν φουσσάτον και επαρακάτσαν του κάστρου απού παντόθεν (Μαχ. 10620)·
- β) απ’ όλα τα μέρη του κόσμου:
- (Ασσίζ. 4938‑9)·
- γ) (μεταφ. με προηγ. την πρόθ. από πλεοναστικά) από κάθε άποψη:
- αφήνω σε πλουσίαν πολλά από παντόθεν (Διγ. Esc. 1780).
- α) Από παντού, απ’ όλες τις μεριές:
- 2) Παντού:
- (Διγ. Gr. 2180)·
- λούσον αυτόν (ενν. τον ιέρακα) πάντοθεν μετά ύδατος (Ιερακοσ. 4527)·
- Κύριε, ο Θεός μου, οπού ευρίσκεσαι παντόθες … ευχαριστώ σοι (Βενετσάς, Δαμασκηνού Βαρλαάμ 1613).
- 3) Εντελώς, εξ ολοκλήρου:
- είπεν (ενν. ο γάδαρος): «… να πολεμήσω τι 'θελα και χάθηκα παντόθεν;» (Αιτωλ., Μύθ. 6514).
[αρχ. επίρρ. πάντοθεν. Ο τ. ‑όθεν στο Βλάχ. Ο τ. ‑ούθεν με επίδρ. του επιρρ. παντού, αν δεν πρόκ. για ανεξάρτητο σχηματ.]
- 1)