Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- μισητός, επίθ.
-
- Που αξίζει να μισείται, απεχθής:
- (Σπαν. Α 365).
[αρχ. επίθ. μισητός. Η λ. και σήμ.]
- Που αξίζει να μισείται, απεχθής:
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μισητός -ή -ό [misitós] Ε1 : που όλοι τον μισούν ή που αξίζει να τον μισούν: ~ τύραννος / εχθρός.
[λόγ. < αρχ. μισητός]