Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- λυχναψία η· λυγχναπία· λυγχναψία· λυχνοψία.
-
- 1) Φωταψία:
- (Μαχ. 67631).
- 2) (Εκκλ.) εσπερινός:
- (Ευγ. Γιαννούλη, Επιστ. 6918).
[αρχ. ουσ. λυχναψία. Τ. λυγναπία και λυχναπία σήμ. κυπρ.]
- 1) Φωταψία: