Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κιβώτιον
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
κιβώτιον το.
  • 1) Μεγάλο ορθογώνιο κουτί, ξύλινη θήκη, κάσα:
    • (Απολλών. 400).
  • 2) Λειψανοθήκη:
    • λείψανα μαρτυρικά … ένδον εις έν κιβώτιον πέλουν ησφαλισμένα (Παϊσ., Ιστ. Σινά 574).

[αρχ. ουσ. κιβώτιον. Η λ. και σήμ. (ο)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες