Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κακοθάνατος
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
κακοθάνατος, επίθ.
  • Που έχει πεθάνει με άσχημο τρόπο:
    • (Παράφρ. Xων. 775).

[μτγν. επίθ. κακοθάνατος. H λ. και σήμ. λαϊκ.]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κακοθάνατος -η -ο [kakoθánatos] Ε5 : (λαϊκότρ.) που πέθανε με κακό θάνατο.

[ελνστ. κακοθάνατος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες